Ρατσισμός και μειονότητες
Της Γιάννας Κούρτοβικ, Δικηγόρου
Τα τελευταία χρόνια πολύ μεγάλη είναι η συζήτηση για την διαπολιτισμική εκπαίδευση, για μια εκπαίδευση που να περιορίσει, τους αποκλεισμούς και τις διακρίσεις από τον χώρο των σχολείων.
Η τελευταία δεκαετία του αιώνα είναι αφιερωμένη στον αγώνα ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό. Φαινομενικά, ο αντιρατσιστικός λόγος είναι αυτός που έχει την διανοητική ηγεμονία, δεν είναι ο ρατσιστικός λόγος που έχει τη διανοητική ηγεμονία στην Ευρώπη. Το θεσμικό οπλοστάσιο των Ευρωπαϊκών χωρών περιλαμβάνει μια ατέλειωτη σειρά συμβάσεων, διατάξεων, αποφάσεων, οδηγιών, ψηφισμάτων για την ενίσχυση του ανεκτικού προσώπου του Δυτικού Πολιτισμού, για τον εξοβελισμό του ρατσισμού, του κοινωνικού αποκλεισμού, της φτώχειας, των διακρίσεων.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Επιτροπή της Σύμβασης κατά των Φυλετικών Διακρίσεων, το ΕΚΡΙ -η Επιτροπή για την καταπολέμηση του Ρατσισμού - οι συμβάσεις, η σύμβαση-πλαίσιο για τις Εθνικές Μειονότητες, ο Χάρτης των λιγότερο ομιλούμενων γλωσσών, είναι σημαντικά κείμενα τα οποία προστατεύουν, αν όχι στην συλλογική τους διάσταση, στην ατομική τους όμως διάσταση προστατεύουν τα δικαιώματα των μελών μειονοτήτων, τα θύματα του κοινωνικού αποκλεισμού. ΄Η τουλάχιστον έτσι φαίνεται να γίνεται. Φαίνεται όλες οι δυνάμεις της Ευρώπης να στρέφονται στην καταπολέμηση όχι μόνον των χυδαίων μορφών ρατσισμού αλλά και των πιο εκλεπτυσμένων.
Και πολυτελείς και πολυδάπανοι θεσμοί, αναφέρθηκε προηγουμένως ο Δημήτρης ο Ντούσας σ΄ αυτό, πολυδάπανοι, λοιπόν, πολυτελείς θεσμοί διατίθενται για να ελέγχουν τις Κυβερνήσεις και το έργο τους πάνω στην εφαρμογή όλων αυτών των θεσμικών όπλων για την καταπολέμηση του ρατσισμού.
Στην καταπολέμηση των διακρίσεων και του κοινωνικού αποκλεισμού αφιερώνονται τεράστιας έκτασης πόροι στην Ευρώπη και ο κοινωνικός αποκλεισμός μοιάζει να είναι σήμερα- και σ' αυτό αναφέρθηκε ο Δημήτρης ο Ντούσας- μια τεράστια οικονομική επιχείρηση, μια από τις σημαντικότερες οικονομικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη με την οποία ο ευρωπαϊκός, ο δυτικός πολιτισμός, ανακυκλώνει ένα μέρος από το οικονομικό πλεόνασμα που νέμεται σε βάρος των φτωχότερων, των πιο περιθωριοποιημένων στρωμάτων των πληθυσμών της Ευρώπης και σε βάρος των λαών των φτωχότερων χωρών του κόσμου.
Παρ' όλα αυτά όμως, παρά το γεγονός ότι οι επιθέσεις βίας περιορίζονται, παρά το γεγονός ότι οι ρατσιστικές οργανώσεις δεν κατορθώνουν να οργανώσουν τη λαϊκή δυσανεξία και αμφισβήτηση σε κίνημα, παρά τον ποταμό των διατάξεων η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι μία κοινωνία διακρίσεων. Εξακολουθούν οι μετανάστες να είναι απόβλητοι, εξακολουθούν οι Τσιγγάνοι να βιώνουν, περισσότερο ή λιγότερο, τον πολιτισμικό ρατσισμό, τον πολιτισμικό αποκλεισμό και τον ταξικό αποκλεισμό, την ταξική διάκριση. Εξακολουθούν Μουσουλμάνοι και Τσιγγάνοι και μετανάστες να αποτελούν τα κύρια θύματα των μεγαλύτερων και σημαντικότερων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταγράφονται στην Ευρώπη. Να είναι τα θύματα, τα κύρια θύματα, της κρατικής βίας και της αυθαιρεσίας.
Αν ψάξετε στις εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη, αν ψάξετε στις εκθέσεις της Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης, στο μόνιτορ του Συμβουλίου της Ευρώπης και στην Επιτροπή των Κοινωνικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα δείτε ότι ο κύριος αριθμός των καταγραφόμενων θυμάτων διακρίσεων και παραβιάσεων είναι είτε μετανάστες είτε μουσουλμάνοι είτε στις χώρες, που υπάρχουν Τσιγγάνοι, οι Τσιγγάνοι.
Όσο λοιπόν κι αν οι ανθρωπιστικοί θεσμοί της Ευρώπης εξορκίζουν το ρατσιστικό δέος, σαν απειλή για την κοινωνική συνοχή και το δημοκρατικό πρόσωπο της Ευρώπης, τόσο οι κατασταλτικοί μηχανισμοί συνεχίζουν να το τροφοδοτούν. Γιατί το σύστημα της οικονομικής μας ευημερίας στηρίζεται στη διάκριση. Στηρίζεται στον ανταγωνισμό και στο κέρδος, άρα στην εκμετάλλευση και άρα στη διατήρηση των ιεραρχιών και των ανισοτήτων, τις οποίες είναι υποχρεωμένο να συντηρεί και να επιβεβαιώνει αντί να προσπαθεί να οικοδομήσει το πολυπολιτισμικό αύριο μιας πολυεθνικής κοινωνίας.
Με ιδιαίτερο τρόπο αυτά επιβεβαιώνονται στην Ελλάδα. Η ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία δυσανεκτική, που κι όταν ανέχεται δεν αποδέχεται. Κι αν κατανοεί, δεν συγχωρεί. Κι αν δεν εξουδετερώνει, αρνείται να εντάξει. Κι όταν είναι υποχρεωμένη να εντάξει δεν εντάσσει, αφομοιώνει όπου μπορεί τις πολιτισμικές διαφορές. Είναι μια κοινωνία έντονα μονοπολιτισμική και εσωστρεφής στις ίδιες τις ιστορικές της επιλογές. Και βέβαια, όλα τα έθνη-κράτη στηρίχθηκαν πάνω στην επιλεκτική και μονομερή αξιολόγηση του ιστορικού τους παρελθόντος για να μπορέσουν να επιβεβαιώσουν τη συλλογικότητά τους σαν ιστορική διαφορά, γιατί η οικοδόμηση της συλλογικότητας δεν γίνεται μόνο πάνω στα πράγματα που ενώνουν μια συλλογικότητα, γίνεται στα πράγματα που την χωρίζουν, που τη διαφοροποιούν από τις άλλες. Είναι αυτό που νομίζω είχε πει ο Λίποβατς ότι "μία συλλογικότητα είναι ένα σύνολο διαφορών", των διαφορών της από τις άλλες συλλογικότητες που την περιβάλλουν.
Η οικοδόμηση των πολιτιστικών συνόρων, αυτού που λέμε πολιτισμικό ρατσισμό, είναι πολύ έντονη στην ελληνική κοινωνία. Φανατικά οχυρωμένη στην μονοπολιτισμική της ταυτότητα. Είναι χαρακτηριστικός ο μύθος, εκείνος ο μύθος του 2%, ότι δηλαδή μόνον το 2% του ελληνικού έθνους των κατοίκων της Ελλάδας είναι μέλη μειονοτήτων. Ο πραγματικός αριθμός είναι απείρως μεγαλύτερος, αν μάλιστα υπολογίσει κανείς και τους Αρβανίτες είναι πάνω από το μισό.
Η οικοδόμηση λοιπόν τέτοιων μύθων ήταν αναγκαία για να οικοδομηθεί η συνεκτικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Συνεκτικότητα που φτιάχνεται όχι με όρους συλλογικών βιωμάτων και οραμάτων αλλά με όρους κληρονομικών δικαιωμάτων και ιστορικών τίτλων ιδιοκτησίας και βεβαίως, όπου υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας υπάρχει και αρκετή απάτη, όπως ξέρετε. Κάθε τι που αμφισβητεί αυτούς τους τίτλους θέτει σε κίνδυνο τους μύθους της κοινωνίας μας και τις ισορροπίες που έχουν οικοδομηθεί πάνω σ' αυτούς.
Αυτό το μονοπολιτισμικό μοντέλο παράγεται και αναπαράγεται χάρις στην εκπαίδευση, χάρις στα Media, χάρις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αναπαράγεται κι από τις ίδιες τις λογικές, τη νοοτροπία, που επικρατεί στην κοινωνία μας. Να μη χαριστούμε στην κοινωνία για το ρατσισμό της, είναι κι αυτή υπεύθυνη γι' αυτό το ρατσισμό δεν είναι μόνον οι άλλοι. Τροφοδοτείται όμως, στηρίζεται, δικαιολογείται και δικαιώνεται απ' αυτό που λέμε κρατικό ρατσισμό, από τον ρατσισμό που βγαίνει μέσα από την ίδια τη νομοθεσία της, που βγαίνει μέσα από τις πρακτικές της διοίκησης, τις πρακτικές του κράτους.
Ξεκινώντας από το Σύνταγμα, όταν το Σύνταγμα το δικό μας και τα Συντάγματα όλου του κόσμου χωρίζουν ιθαγενείς και μη ιθαγενείς πολίτες, η ίδια η ιθαγένεια είναι ο πρώτος και κύριος όρος διάκρισης. Διακρίνει τους πολίτες και τους διακρίνει με στοιχεία ρατσιστικά κι είναι πηγή ρατσισμού. Το σημαντικότερο κεφάλαιο του Συντάγματος, το σημαντικότερο γιατί πιστεύω ότι είναι και το προοδευτικότερο του Ελληνικού Συντάγματος, το κεφάλαιο εκείνο που είναι αφιερωμένο στα ατομικά δικαιώματα, προβλέπει δικαιώματα, μία σειρά από τα ατομικά δικαιώματα, τις πανανθρώπινα αναγνωρισμένες θεμελιώδεις ελευθερίες μόνον για τους Έλληνες πολίτες και κάποια άλλα βεβαίως τα αναγνωρίζει για όλους τους ανθρώπους.
Το Σύνταγμά μας κάνει μια ακόμη διάκριση ορίζοντας την επικρατούσα Θρησκεία και χωρίζει επομένως τους ανθρώπους ρατσιστικά και με βάση της θρησκεία.
Το Σύνταγμά μας, μέχρι πριν ένα χρόνο, διατηρούσε εκείνη την επαίσχυντη διάταξη του άρθρου 19, σύμφωνα με την οποία πολίτες μη ομογενείς, οι αλλογενείς πολίτες, μπορούσαν να στερηθούν την ιθαγένειά τους κάτω από ορισμένους όρους. Η διάταξη του άρθρου 19 του Κώδικα περί Ιθαγένειας. Η διάταξη αυτή βέβαια καταργήθηκε πέρυσι, το χρόνο που μας πέρασε, δεν έχει αναδρομική ισχύ, έχει αφήσει χιλιάδες ίσως πολίτες μη ομογενείς, αλλογενείς έξω από τα σύνορά της αλλά το κυριότερο, η αλλογένεια, διατηρείται ακόμα στην νομοθεσία μας αφού οι ομογενείς έχουν μία διαφορετική μεταχείριση από τους αλλογενείς.
Η ομογένεια προβλέπεται σαν όρος στους νόμους μας τόσο για την απόκτηση της ιθαγένειας, είναι ειδικές οι διατάξεις, είναι προνομιακές οι διατάξεις, οι όροι για την απόκτηση της ιθαγένειας από έναν ομογενή σε σχέση μ' έναν αλλογενή κι είναι γνωστό το πόσο δύσκολα η Ελλάδα δίνει την Ιθαγένειά της σε ξένους, διατηρείται ακόμα σ' εκείνη τη βασική διάταξη για την επάνοδο των πολιτικών προσφύγων, οι οποίοι μπορούν να επανέλθουν μόνον αν είναι Έλληνες το γένος. Διάταξη, με βάση την οποία εξαιρέθηκαν από την επάνοδό τους στην Ελλάδα τα μέλη μίας μειονότητας, της Σλαβόφωνης μειονότητας της Δυτικής Μακεδονίας.
Βλέπουμε λοιπόν και στους νόμους μας διατάξεις διακριτικές ως προς το θρήσκευμα, διατάξεις διακριτικές ως προς άλλα ζητήματα. Ο νόμος κύρια για τους αλλοδαπούς είναι μια πηγή διάκρισης και ρατσισμού. Κύρια όμως βλέπουμε τη διακριτική μεταχείριση του κράτους, τη ρατσιστική, τη δυσανεκτική συμπεριφορά στις πρακτικές της Διοίκησης, τη δυσανεκτική αντίληψη στις πρακτικές της Διοίκησης. Και πού να σταθούμε; Να σταθούμε στις εισβολές στους καταυλισμούς με τις κάμερες συνοδεία και τους ξυλοδαρμούς των ανύποπτων Τσιγγάνων; Να σταθούμε στα σχολεία, στο διώξιμο των παιδιών έξω από τα σχολεία, των Τσιγγάνων.
Ας σταθούμε στους Τσιγγάνους. Οι διακρίσεις που γίνονται σε βάρος των Τσιγγάνων. Στο κάψιμο του καταυλισμού του Ασπροπύργου από τον ίδιο το Δήμαρχο και τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου- το παραδέχθηκε ο ίδιος πριν από μερικές ημέρες. Στις αυθαιρεσίες που έκανε η Δημοτική Αρχή στα Α. Λιόσια, εδώ που βρισκόμαστε, επί σειρά ετών σε βάρος των Τσιγγάνων αποκλείοντάς τους από την απόκτηση γης, εμποδίζοντάς τους να αποκτήσουν γη, εμποδίζοντάς τους να κτίσουν πάνω στη γη που νόμιμα αν τα κατάφερναν είχαν αποκτήσει, εμποδίζοντάς τους να εγκατασταθούν στην περιοχή των Λιοσίων, να γραφτούν στα Δημοτολόγια. Θυμάμαι κι εκείνο το περίφημο οικόπεδο που είχε αγοράσει ο Δήμος των Α. Λιοσίων στον Διόνυσο, για να εγκαταστήσει τους άστεγους Δημότες-Τσιγγάνους του, σε δύο βίλες που θα έφτιαχνε. Δεν ξέρω τι απόγινε αυτή η ιστορία.
Να θυμηθούμε τις διώξεις στις χωματερές; Όπου το έσχατο μέσο βιοπορισμού που έμενε στους ανθρώπους των καταυλισμών, να μαζεύουν πράγματα από τις χωματερές, χαρακτηρίστηκε από την Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων, από τους Εισαγγελείς και από τους Δικαστές, διατάραξη της οικιακής ειρήνης της χωματερής! Και οι άνθρωποι που συλλαμβανόντουσαν να μαζεύουν σκουπίδια μέσα από τον χώρο των χωματερών, οδηγούνταν στα δικαστήρια, δικαζόντουσαν και καταδικαζόντουσαν.
Να θυμηθούμε τις ανοικτές πληγές σαν αυτή της Κεφαλονιάς, όπου ο καταυλισμός των Τσιγγάνων διαλύθηκε, ο καταυλισμός που από χρόνια είχαν εγκατασταθεί οι Τσιγγάνοι διαλύθηκε, για να μεταφερθεί υποχρεωτικά με απόφαση του Δήμου και με συνέργια της Νομαρχίας και μ' εχθρική αντιμετώπιση των δικαστικών αρχών σε οποιαδήποτε διαμαρτυρία, μεταφέρθηκε και εγκαταστάθηκε δίπλα στο χώρο των Σφαγείων, κολλητά στο χώρο των Σφαγείων, όπου 80-100 άνθρωποι και 15 με 20 παιδιά είναι υποχρεωμένοι να ζουν όλη μέρα με τις τεράστιες μύγες των Σφαγείων, με τις μυρωδιές από τα σφάγια, με τις μυρωδιές από την κοπριά των ζώων και με τεράστιους αρουραίους, οι οποίοι πέρα από το να τρέφονται με τα εντόσθια που απομένουν, τρέφονται και με το τρυφερό κρέας των μικρών παιδιών.
Δε θα σταμάταγε ο κατάλογος της διακριτικής μεταχείρισης των Αρχών σε βάρος των Τσιγγάνων. Αυτό που ενδιαφέρει - και σε βάρος όλων των μειονοτήτων στάθηκα τώρα στο θέμα των Τσιγγάνων- να δει κανείς είναι ότι το εξαιρετικά ισχυρό οπλοστάσιο της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας για την προστασία αυτών των ανθρώπων ελάχιστα ή καθόλου και μάλλον καθόλου μπορεί να συνεισφέρει για να βελτιώσει την κατάστασή τους.
Ελάχιστους Τσιγγάνους είδαμε να καταφεύγουν στα Δικαστήρια για να καταγγείλουν τις σε βάρος τους παραβιάσεις και όποτε κατέβηκαν είδαμε να κινητοποιούνται οι Αρχές του τόπου, κύρια η Αστυνομία, για να πιέσει αυτούς, τους συγγενείς και τον περίγυρο να ανακαλέσουν τη μήνυση. Και ανακάλεσαν.
Ελάχιστους Τσιγγάνους είδαμε να καταφεύγουν στα Δικαστήρια για να μπορέσουν και να μπορούν να καταφύγουν στα Δικαστήρια για να μπορέσουν να διεκδικήσουν δικαιώματα ή στο Σ.τ.Ε. για να μπορέσουν να ανατρέψουν τις άδικες πράξεις που λαμβάνονται, τις άδικες αποφάσεις που παίρνονται σε βάρος τους. Κανέναν Τσιγγάνο δεν είδα να καταφεύγει βέβαια στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για να υπερασπιστεί τα όποια δικαιώματά του.
Το πλαίσιο που προβλέπουν οι νόμοι μας για την προστασία, ακόμα και στο εσωτερικό επίπεδο, θα μπορούσε να είναι ισχυρό. Η Ελλάδα έχει υπογράψει και τη Σύμβαση για τις φυλετικές διακρίσεις, κατά των φυλετικών διακρίσεων, την έχει υπογράψει εδώ και πολλά χρόνια. Δεν έχει όμως τολμήσει να επιτρέψει την προσφυγή των ατόμων στην Επιτροπή που προβλέπεται από αυτήν τη Σύμβαση, η οποία ελέγχει τα Κράτη για την εφαρμογή των διατάξεών της. Η Ελλάδα δεν είχε υπογράψει το Σύμφωνο για τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, που προβλέπει την προστασία των μειονοτήτων στο άρθρο 27 μέχρι και πριν από δύο χρόνια. Πριν από δύο χρόνια εδέησε να υπογράψει, να κυρώσει μάλλον με νόμο το Σύμφωνο για τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Η Ελλάδα έχει υπογράψει τη Σύμβαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων. Δεν την έχει όμως κυρώσει και δεν νομίζω ότι προβλέπεται να την κυρώσει άμεσα στο μέλλον με νόμο.
Η Ελλάδα από το 1979 έχει κυρώσει, έχει περάσει, έχει ψηφίσει νόμο ενάντια στις ρατσιστικές διακρίσεις. Νόμο με τον οποίο καταδικάζονται, διώκονται και καταδικάζονται, είναι ποινικό αδίκημα, η προτροπή σε ενέργειες ρατσιστικές και η προπαγάνδιση λόγου ρατσιστικού. Απ' ότι ξέρω, ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί αυτός ο νόμος.
Η Ελλάδα έχει υπογράψει κι αυτόν τον περίφημο νόμο για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Νομίζω ότι μιλάω ένα 25λεπτο. Ήθελα να πω δυο λόγια γι' αυτόν τον νόμο και θα πρέπει μάλλον σύντομα να κλείνω. Ο νόμος λοιπόν για την "διαπολιτισμική εκπαίδευση", στον οποίο αναφέρθηκαν και οι προηγούμενοι, θα ήθελα κι εγώ να αναφερθώ, έγινε με μια εξαίρετη προοπτική η οποία περιγράφεται στην εισηγητική έκθεση που προηγείται. Θα ήθελα να σας διαβάσω δύο κομματάκια απ' αυτήν την εισηγητική έκθεση. Λέει, λοιπόν, η εισηγητική έκθεση ότι:
" Οι πολιτισμοί σήμερα δεν γνωρίζουν σύνορα, τα εκπαιδευτικά συστήματα όμως των χωρών υποδοχής μεταναστών μέχρι την δεκαετία του '70 αδιαφόρησαν παντελώς για την πολιτισμική ποικιλία των κοινωνιών τους, εφάρμοσαν μια πολιτική αφομοίωσης και πολιτισμικής ομοιομορφίας μέσα από την μία μονογλωσσική και μονοπολιτισμική εκπαιδευτική πολιτική, με στόχο τη δημιουργία ενιαίας εθνικής συνείδησης και ενιαίας εθνικής ταυτότητας. Την δεκαετία αυτή όμως η τακτική αυτή αρχίζει κι αλλάζει".
Και σημειώνει για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα:
"Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα όμως, συγκεντρωτικό, ισοπεδωτικό και γραφειοκρατικό, από την μία δεν αναγνώριζε και δεν αξιοποιούσε τις ιδιαιτερότητες των μαθητών και περιφερειών στην χώρα μας κι από την άλλη στο εξωτερικό τυποποιούσε την ελληνική παιδεία, χάνοντας με τον τρόπο αυτό έναν ανεκτίμητο πλούτο αυτών των παραδόσεων και της γνώσης της ελληνικής διασποράς".
Και προχωρεί και λέει ότι:
"Η διαπολιτισμική εκπαίδευση ξεκινά από την αναγνώριση της πολυπολιτισμικότητας των κοινωνιών και της ιδιαίτερης αξίας όλων των πολιτισμών, στοχεύει στο άνοιγμα του σχολείου στον κοινωνικό περίγυρο όπως αυτός παρουσιάζεται με τις αντιθέσεις και τις συγκρούσεις του. Αναγνώριση της γλωσσικής και πολιτισμικής ετερότητας από την πλευρά του σχολείου σημαίνει, απαλλαγή από τη λανθασμένη αντίληψη ότι η κυρίαρχη γλωσσική και πολιτισμική εκδοχή που μεταδίδει στους μαθητές είναι η μόνη και νόμιμη μορφή επικοινωνίας.
Όλοι οι μαθητές θα πρέπει να κατανοήσουν ότι σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία υπάρχει μία ποικιλία γλωσσών και διαλέκτων που ισχύουν και λειτουργούν σε διάφορα κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια".
Αυτό ήταν το πλαίσιο με πολλά άλλα ακόμα πολύ αξιόλογα πάνω στο οποίο στήθηκε ο Νόμος για την "διαπολιτισμική εκπαίδευση".
Αντίθετα με όλα αυτά τα πάρα πολύ ωραία, που περιγράφει η εισηγητική έκθεση, στόχος του Νόμου, όπως καταγράφεται στον 2413, είναι η ανάδειξη της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας, η διαμόρφωση της προσωπικότητας των ελληνοπαίδων, η προβολή και διάδοση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής και ορθόδοξης παράδοσης και του ελληνικού πολιτισμού. Είναι χαρακτηριστική η αντίφαση ανάμεσα σ' αυτό που σκόπευαν και σ' αυτό που φτιάξανε. Πολύ περισσότερο σ' ένα νόμο πολυσέλιδο, άπειρων σελίδων, όπως βλέπω εδώ σ' αυτό που κρατάω, ο χώρος που διατίθεται για την διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι ένας χώρος 1/4 σελίδας, 1/4 σελίδας στον οποίο όμως το διαπολιτισμικό σχολείο είναι ένα σχολείο που παγιώνει την διάκριση, ένα σχολείο που δεν απευθύνεται σ' όλους τους μαθητές, δεν απευθύνεται και στα δύο μέρη, δεν απευθύνεται σε όλη την κοινότητα, απευθύνεται ειδικά στους μαθητές εκείνους που ανήκουν, σε νέους με εκπαιδευτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και μορφωτικές ιδιαιτερότητες. Και οι άλλοι; Πόσοι άλλοι θα συμμετάσχουν λοιπόν στον πολιτισμικό πλούτο; Πόσοι θα συμμετάσχουν στην όσμωση των πολιτισμών; Πώς θα μπορέσουμε να φτιάξουμε την πολυπολιτισμική, πολυσυνθετική κοινωνία;
Ένας αποτυχημένος νόμος λοιπόν, που παγιώνει κι αυτός τη διάκριση, είναι ο νόμος για την "διαπολιτισμική παιδεία".
Και για να κλείσω θα έλεγα ότι, υπάρχει ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο, νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των μειονοτήτων. Ένα πλαίσιο όμως το οποίο αποδεικνύεται άχρηστο στην πράξη, αφού αυτοί που έχουν την ανάγκη του δεν μπορούν να κάνουν χρήση των διατάξεών του. Άχρηστο στην πράξη και για έναν πρόσθετο λόγο, γιατί δεν αρκούν οι νόμοι, δεν αρκούν τα Συνέδρια, δεν αρκεί η Εκπαίδευση των ειδικών, χρειάζεται απεύθυνση στην κοινωνία και σημειώνω ότι λυπάμαι γιατί εδώ μέσα δεν είναι η κοινωνία, εγώ θα 'θελα να δω την κοινωνία των Λιοσίων, που είναι και βασανισμένη κοινωνία, μέσα σ' αυτήν την αίθουσα, χωρίς απεύθυνση στην κοινωνία δεν καταπολεμάται ο ρατσισμός, δεν πετυχαίνεται ο διαπολιτισμός, δεν πετυχαίνεται η διαπολιτισμικότητα μάλλον, δεν πετυχαίνεται η πολυπολιτισμική ταυτότητα της κοινωνίας.
Και τρίτο, αυτή η πολυπολιτισμική ταυτότητα της κοινωνίας έχω έναν φόβο ότι μπορεί και να είναι και μια απάτη. Συχνά λέμε ότι είμαστε μια πολυπολιτισμική κοινωνία. Δεν είμαστε πολυπολιτισμικές κοινωνίες της Ευρώπης. Είμαστε κοινωνίες έντονα μονοπολιτισμικές, αυταρχικές και εθνικά προσανατολισμένες. Νομίζω όμως ότι είναι πολυπολιτικές, πολυπολιτισμικές οι κοινωνίες υπό την έννοια της παρουσίας πολλών κοινοτήτων.
Η σύνθεση αυτών των κοινοτήτων, για να φτιαχτεί ένα καινούριο πολιτιστικό πρόσωπο της Ευρώπης, θα έπρεπε να είναι ο στόχος. Η σύνθεση αυτή είναι δυνατή; Οι δρόμοι είναι δύο:
- Ο ένας είναι η προστασία της ταυτότητας με το φόβο της κατάληξης στην γκετοποίηση και την περιθωριοποίηση.
- Ο δεύτερος είναι οι διαδικασίες της ένταξης, οι οργανωμένες και έντονες διαδικασίες της ένταξης με τον φόβο της αφομοίωσης. Και το ένα και το άλλο εμπεριέχουν την διάκριση. Και το ένα και το άλλο στηρίζονται στη διάκριση και την τροφοδοτούν.
Είναι ένα δίλημμα που θέλει συζητήσεις.