ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ |
Επικοινωνία:
|
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΖΩΝΗ Η αναφορά στο συνολικό πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι απαραίτητη για να κατανοηθεί η όποια αλλαγή στο χώρο του αναλυτικού προγράμματος ή το νόημα εισαγωγής της όποιας διδακτικής καινοτομίας. Καμιά παιδαγωγική πρακτική και διδακτική δραστηριότητα δεν υπάρχει ούτε λειτουργεί σε κοινωνικό και πολιτικό κενό. Μ' άλλα λόγια οι διαδικασίες που αφορούν την εσωτερική ζωή του σχολείου δεν είναι ανεξάρτητες από τον συνολικό προσανατολισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής. Για την περίπτωση της ευέλικτης ζώνης αυτό φαίνεται από την ανάλυση του σκοπού της όπως παρουσιάστηκε από τον πρώην πρόεδρο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Στ. Αλαχιώτη ως μια συνεχή προσαρμογή στα νέα δεδομένα , χωρίς παραπέρα προσδιορισμούς. Είναι φανερό ότι εννοείται η παθητική προσαρμογή του σχολείου στην κοινωνία της αγοράς και η αποδοχή των στόχων της. 31 Αυγούστου 2005 υπογράφεται σχετική απόφαση από την Υπουργό Παιδείας με την οποία γενικεύεται η εφαρμογή της ευέλικτης ζώνης σε όλα τα σχολεία. Η ημερομηνία υπογραφής της απόφασης φανερώνει αποσπασματικότητα, προχειρότητα – είναι μια απόφαση της τελευταίας στιγμής – που ενδιαφέρεται περισσότερο για την εικονική επίδειξη έργου. Μια στοιχειώδης έστω προσπάθεια ουσιαστικής εφαρμογής αυτών των επιλογών δεν ξεκινάει με μια υπουργική απόφαση την τελευταία μέρα των διακοπών , με την εκπαιδευτική κοινότητα να μην έχει ρωτηθεί ούτε για τα προαπαιτούμενα μιας τέτοιας επιλογής. Ωστόσο η κριτική μας στη σχετική εγκύκλιο του ΥΠΕΠΘ δεν επικεντρώνεται στους όρους με τους οποίους το Υπουργείο πάει να εφαρμόσει την ευέλικτη ζώνη , αν την εφαρμόζει σωστά ή όχι , αν εννοεί πραγματικά την εφαρμογή της ή όχι. Οι παραπάνω επισημάνσεις γίνονται απλά για την καλύτερη κατανόηση της συγκυρίας μέσα στην οποία υπογράφτηκε η σχετική απόφαση. Αν όμως η κριτική της συγκεκριμένης εγκυκλίου γίνονταν μόνο στους όρους εφαρμογής της τότε θα μέναμε στην περιφέρεια του ζητήματος , ενώ το ζητούμενο είναι να κριθεί και να κατανοηθεί το όλο εγχείρημα της ευέλικτης ζώνης και το νόημα της εισαγωγής της στην εκπαίδευση. Σχετικά με τους λόγους γενίκευσης της ευέλικτης ζώνης η σχετική εγκύκλιος κάνει λόγο για την προώθηση της πολιτικής του δημιουργικού σχολείου ''που αποτελεί όραμα και επιδίωξη της εκπαιδευτικής πολιτικής και άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης , αλλά και της Χώρας μας , τα τελευταία 15 έτη'' (σελ. 2) και ότι '' με την ευέλικτη ζώνη προωθούνται νέες παιδαγωγικές αντιλήψεις , οι οποίες συναρτώνται με την εφαρμογή του διαθεματικού Ενιαίου πλαισίου προγραμμάτων σπουδών και των αντίστοιχων Αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών , όπως η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση , η διαθεματική προσέγγιση της γνώσης , με έμφαση στην καθοδηγούμενη διεύρυνση και ανάπτυξη της κριτικής σκέψης , κ. α '' (σελ. 2) , ο δε ρόλος της στην εκπαιδευτική διαδικασία προσδιορίζεται ως '' δίαυλος διασύνδεσης μεταξύ των διδασκόμενων μαθημάτων , αφού προσφέρει ευκαιρίες για διαθεματικές διασυνδέσεις και διαθεματικές προεκτάσεις '' (σελ. 8) Στα πλαίσια αυτά διαμορφώνεται '' ένα αναλυτικό πρόγραμμα με δύο παιδαγωγικές ζώνες στο σχολείο : η ακαδημαϊκά προσανατολισμένη ζώνη η οποία στηρίζεται στη διδασκαλία διακριτών μεταξύ τους γνωστικών αντικειμένων , το αναλυτικό πρόγραμμα των ανεξάρτητων μαθημάτων όπως το γνωρίζουμε σήμερα και η οποία σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΥΠΕΠΘ θα αποβλέπει στην απόκτηση του απαραίτητου γνωστικού υπόβαθρου.'' (σελ. 8) Δηλ. το κέντρο βάρους της μαθησιακής διαδικασίας είναι το ακαδημαϊκό αναλυτικό πρόγραμμα , ενώ η δεύτερη παιδαγωγική ζώνη , αυτή της ευέλικτης , που είναι άμεσα συναρτημένη από την πρώτη ''προσφέρει την ευκαιρία για διεπιστημονικές διασυνδέσεις και διαθεματικές προεκτάσεις στην ήδη αποκτηθείσα πραγματολογική γνώση.''(σελ.9) Το τελευταίο κομμάτι έχει μια ιδιαίτερη σημασία καθώς αναφέρεται στη σχέση ανάμεσα στο παραδοσιακό και ακαδημαϊκά προσανατολισμένο πρόγραμμα και στην ευέλικτη ζώνη. Είναι φανερό ότι το πρώτο διατηρεί την απόλυτη κυριαρχία του και ποσοτικά από την άποψη του συνολικού διδακτικού χρόνου αλλά και ποιοτικά αφού σ΄ αυτό στηρίζεται η απόκτηση του απαραίτητου γνωστικού υποβάθρου των μαθητών. Έτσι ο ρόλος της ευέλικτης ζώνης είναι συμπληρωματικός και δευτερεύων και περιορίζεται στο να προσφέρει διαθεματικές προεκτάσεις στην ήδη αποκτηθείσα πραγματολογική γνώση. Σαφώς εδώ στενεύει και το πεδίο της περίφημης '' διαθεματική προσέγγισης '' , αφού περιορίζεται στη διαχείριση - κατεργασία της με τον ακαδημαϊκό – παραδοσιακό τρόπο αποκτηθείσας σχολικής γνώσης. Σιωπηρά κάτι τέτοιο αναγνωρίζεται και από τους συντάκτες της εγκυκλίου , οι οποίο κάνουν λόγο για διαθεματική προέκταση της ήδη αποκτηθείσας γνώσης και όχι φυσικά για μια αυτοτελή μέθοδο μέσω της οποίας πρωτογενώς παράγεται γνώση. Εξαρχής δηλ. το πεδίο είναι υπονομευόμενο , παρά τις ρητορικές για παιδαγωγική του δημιουργικού σχολείου , για καινοτόμες μεθόδους κλπ. και θα γίνει ακόμα πιο πολύ με την υλοποίηση διακηρύξεων για εισαγωγή εξετάσεων σ' όλη την υποχρεωτική εκπαίδευση. Η δομή του εκπαιδευτικού συστήματος παραμένει γραφειοκρατική (δεν υπαινισσόμαστε ως λύση εδώ την όποια αγοραία αποκέντρωση) και η εισαγωγή ''καινοτόμων δράσεων'' γίνεται σ΄ ένα γραφειοκρατικά επιτηρούμενο εκπαιδευτικό περιβάλλον όπου οι σχολικοί σύμβουλοι εποπτεύουν κάθε δραστηριότητα που εφαρμόζεται στο χρόνο της ευέλικτης ζώνης '' ( σελ 11) και είναι αυτοί και όχι για παράδειγμα οι σύλλογοι διδασκόντων των σχολείων που σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΥΠΕΠΘ '' έχουν τη ευθύνη εφαρμογής , παρακολούθησης και στήριξης της ευέλικτης ζώνης. (σελ. 11) Αυτό σε συνδυασμό με τον έντονα εξατομικευμένο χαρακτήρα διαμόρφωσης των προγραμμάτων, τα οποία εκπονούνται 2-3 ανά τμήμα μαθητών άρα από τον κάθε εκπαιδευτικό ξεχωριστά, μπορεί άνετα να διαμορφώσει κλίμα εξατομίκευσης και ανταγωνισμού μεταξύ των εκπαιδευτικών , αλλά και να είναι η αρχή εφαρμογής της αξιολόγησης απ' την πλευρά του ΥΠΕΠΘ. Μέσω της διαθεματικότητας αλλά και της ευέλικτης ζώνης αλλάζει ο τρόπος της διάθρωσης των διαφόρων γνωστικών αντικειμένων. Ο βαθμός που αυτή διάρθρωση είναι πραγματικά διαθεματική έχει αμφισβητηθεί στην επιστημονική βιβλιογραφία1. Ωστόσο αυτός ο τρόπος διάρθρωσης των γνωστικών αντικειμένων εξυπηρετεί την είσοδο χορηγών στα σχολεία και γενικά την εμπορευματοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παράλληλα μπορεί ν΄ αποτελέσει όχημα για την παραπέρα υπονόμευση των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών με την προώθηση της ελαστικής (μαύρης) εργασίας. Η ρητορική των καινοτομιών από την οποία διακατέχεται η συγκεκριμένη απόφαση δεν πρέπει να δίνει την αίσθηση ότι η αλλαγή του χαρακτήρα του σχολείου είναι ζήτημα εισαγωγής μόνο κάποιων νέων διδακτικών μεθόδων ή μεταρρύθμισης της εσωτερικής λειτουργίας του. Σε οποιαδήποτε εκπαιδευτική αλλαγή καθοριστικό είναι το ζήτημα των προσανατολισμών της και η σχέση της εκπαίδευσης με την κοινωνία. Θα υπενθυμίσουμε σ' αυτό το σημείο τη γνωστή ρήση ότι το σχολείο δεν αλλάζει αλλάζοντας μόνο το σχολείο. Και σε τελική ανάλυση το ερώτημα δεν είναι απλά αν αλλάζει η εκπαιδευτική διαδικασία , αλλά σε ποια κατεύθυνση και το ποιος ωφελείται απ' αυτή την αλλαγή. Στο βαθμό που τέτοιες διδακτικές καινοτομίες γίνονται για να ενισχύσουν τον προσανατολισμό της εκπαίδευσης προς την αγορά εύκολα αφυδατώνεται η ριζοσπαστικότητα που φέρουν μέσα από την ιστορική τους καταγωγή και αποκτούν συμβατικό χαρακτήρα. ΧΡ. ΡΕΠΠΑΣ [1] Χ. Νούτσος : Ενιαίο Πλαίσιο Σπουδών : η ιδεολογία του αχταρμά , περ. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ , τευχ. 67 , 2003 , σελ. 24 - 29 , στο ίδιο κείμενα των Γ. Γρόλλιου σελ. 30 - 37 και Κ Θερειανού, σελ. 18 - 23 |
|