ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ |
Επικοινωνία:
|
«Γηράσκω αεί πιστοποιούμενος» To μεγαλύτερο μέρος του παρόντος σημειώματος είχε δημοσιευτεί στον τοπικό τύπο προ τριετίας. Με αφορμή ωστόσο την προσθήκη της φράσης «...ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ» στην προμετωπίδα του Υπουργείου Παιδείας, νομίζω πως πρέπει να υπενθυμίσουμε στους θιασώτες της πολιτικής «απασχολησιμότητα ως τα βαθιά γεράματα», κάποιες απλές μικρές αλήθειες, οι οποίες μονίμως τους «διαφεύγουν». Από την πρώτη στιγμή που, πριν κάποια χρόνια, ενέσκηψε η «αναγκαιότητα» των προγραμμάτων Διά Βίου Μάθησης- ΔΒΜ (ή Διά Βίου Εκπαίδευσης – ΔΒΕ) και στη χώρα μας, ολοφάνερη ήταν η εκ μέρους των εγχώριων σχεδιαστών τους προσπάθεια να ταυτίσουν τη φιλοσοφία της ΔΒΜ με το πνεύμα της αρχαιοελληνικής ρήσης «γηράσκω αεί διδασκόμενος» και κατ’ αυτόν τον τρόπο να αποκαταστήσουν κάποια ιστορική σύνδεση του τότε με το τώρα, να προσποριστούν κάποια ιδεολογική νομιμοποίηση των προγραμμάτων ΔΒΜ, παραπέμποντας στη φιλοσοφία και τη δημόσια στάση των αρχαίων Αθηναίων. Είναι όμως έτσι; Ας το δούμε. Ανοίγοντας κάποιος σχετικό ενημερωτικό φυλλάδιο του ΕΠΕΑΕΚ (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης), που κυκλοφορούσε εν αφθονία σε όλες σχεδόν τις δημόσιες υπηρεσίες, πληροφορείται για την ανάπτυξη των Ιστιτούτων ΔΒΕ. Εκεί εμφατικά δηλώνεται ότι όλα αυτά τα προγράμματα «οδηγούν σε Πιστοποιητικό Επιμόρφωσης, Συνεχιζόμενης και Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης» και ότι μέσω αυτών προωθείται «η υλοποίηση επιχειρησιακών σχεδίων και προγραμμάτων σπουδών σε αντιστοιχία με τα χορηγούμενα πιστοποιητικά». Γίνεται λοιπόν εξαρχής φανερό ότι βασικός στόχος και κατάληξη των προγραμμάτων είναι το πιστοποιητικό επιμόρφωσης. Και αυτό, με τη σειρά του, συμβαίνει για να συμβάλει «καθοριστικά στην ενσωμάτωση της Δια Βίου Εκπαίδευσης στη χώρα μας και των στόχων της Λισαβόνας». Είναι δε γνωστό ότι οι κυβερνήσεις των χωρών της ΕΕ στη σύνοδο της Λισαβόνας, καθώς και σε άλλες, συνομολόγησαν και συνυπέγραψαν τον προσανατολισμό της εκπαίδευσης στην εξυπηρέτηση των αναγκών και απαιτήσεων της αγοράς εργασίας. Τη συγχώνευση των εκπαιδευτικών συστημάτων των ευρωπαϊκών κρατών σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό χώρο εντός του οποίου καθετί θα μπορεί να αξιολογείται και να πιστοποιείται με κοινά κριτήρια προσαρμοσμένα στις προτεραιότητες και απαιτήσεις της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Με όρους καθημερινής πρακτικής αυτό σημαίνει ότι όλοι μας (εργαζόμενοι, άνεργοι, ημιεργαζόμενοι, απασχολήσιμοι και ό,τι άλλο) οφείλουμε δια βίου να επιμορφωνόμαστε, να εξεταζόμαστε, να αξιολογούμαστε και να πιστοποιούμαστε. Να είμαστε με λίγα λόγια ανά πάσα στιγμή πρόθυμοι και διαθέσιμοι προς κάλυψη των συγκυριακών αναγκών της αγοράς. Και αυτό δε συμβαίνει ασφαλώς «για την προσωπική, κοινωνική και συνολική ολοκλήρωσή» μας, όπως αναφέρεται στο φυλλάδιο. Εάν έτσι είχαν τα πράγματα, τότε δε θα χρειαζόταν κανένα απολύτως πιστοποιητικό, δε θα είχε νόημα κανένα επίσημο έγγραφο –κρατικό, ημικρατικό ή ιδιωτικό- πιστοποίησης προσόντων. Εάν το ευρωκράτος ενδιαφερόταν πραγματικά για τη «συνολική» μας ολοκλήρωση, θα έπρεπε να στραφεί προς άλλα, πολύ πιο απλά «προγράμματα», όπως:· Εργασία για όλους με αξιοπρεπείς μισθούς-μεροκάματα
·
Μείωση των ωρών
καθημερινής εργασίας και συνταξιοδότηση σε έτσι ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής ελεύθερος χρόνος στους (Ευρωπαίους) πολίτες, δημιουργώντας παράλληλα και τις δυνατότητες ελεύθερης παρακολούθησης-συμμετοχής σε κύκλους μαθημάτων, σπουδών, εργαστηρίων (εικαστικών, μουσικών, θεατρικών κ. ά.) Και όταν λέμε ελεύθερης, σημαίνει χωρίς πιστοποιήσεις και φακέλους ατομικών δεξιοτήτων και προσόντων. Φαίνεται ωστόσο πως τα παραπάνω παραείναι «απλά» για τους ιθύνοντες της ΕΕ και του ΕΠΕΑΕΚ. Ας δούμε λίγο τώρα και τι γινόταν στο κλεινόν άστυ. Στο πλαίσιο της αθηναϊκής δημοκρατίας οι ελεύθεροι πολίτες πράγματι λειτουργούσαν δια βίου αυτο-παιδευόμενοι και αυτο-διδασκόμενοι, με τη διαφορά πως αυτό υπαγορευόταν από ένα ήθος και μια στάση ζωής, που για να ξεδιπλωθούν χρειαζόταν διττή ελευθερία. Από τη μια ελευθερία δημόσιου λόγου και δημόσιας κριτικής και από την άλλη ελευθερία χρόνου, ως απαραίτητη εξωτερική προϋπόθεση για την πραγμάτωση του δημόσιου αυτού λόγου. Την πρώτη ελευθερία την κέρδιζαν και την ανανέωναν με την καθημερινή συμμετοχή και τριβή τους στο δημόσιο βίο. (αθηναϊκή δημοκρατία) Τη δεύτερη τους την εξασφάλιζε η ύπαρξη των δούλων και ο πλούτος που η αθηναϊκή ηγεμονία συγκέντρωνε, συχνότατα όχι με θεάρεστο τρόπο. (Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.) Ένα ωστόσο είναι βέβαιο: ότι οι δια βίου αυτο-παιδευόμενοι Αθηναίοι πολίτες δεν έπαιρναν στο «τέλος των σπουδών» τους έγγραφα πιστοποιητικά δεξιοτήτων και προσόντων. Διότι απλούστατα η ανάδειξη και δημόσια αναγνώριση των όποιων ποιοτήτων τους έβρισκε πραγμάτωση στις υποθέσεις του δήμου, με το δημόσιο λόγο, με τη δημόσια κριτική, με τον κριτικό λόγο στη δραματική ποίηση και τη φιλοσοφία. Με ένα λόγο δηλαδή ο οποίος εισχωρούσε ως την κριτική θεώρηση των θεμελιακών βεβαιοτήτων της εποχής του. Και η διαλεκτική-μαιευτική μέθοδος αναζήτησης των οντολογικών θεμελίων της ζωής και της κοινωνίας δεν ήταν ασφαλώς μια κούρσα στο φίνις της οποίας μοίραζαν φακέλους ατομικών προσόντων, όπως συμβαίνει με τα προγράμματα Διά Βίου Μάθησης ή Εκπαίδευσης του ΕΠΕΑΕΚ. Οι πολίτες (της Ευρώπης) κατανοούμε πολύ καλά τις αδυσώπητες λογικές οι οποίες γέννησαν και υπαγορεύουν τα προγράμματα της ΔΒΜ. Κατανοούμε τις σκληρές αναγκαιότητες και πολιτικές που επιβάλλονται από τους νόμους της αγοραίας οικονομίας πάνω στις ζωές μας. Άλλο όμως αυτό και άλλο να πλασάρονται οι αναγκαιότητες και οι πολιτικές αυτές ως «προσωπική, κοινωνική και συνολική ολοκλήρωση» των πολιτών της Ευρώπης. Άλλο τα φύκια και άλλο οι μεταξωτές κορδέλες.Εάν, λοιπόν, μιλάμε στα σοβαρά για διαδικασίες και θεσμούς συνολικής ολοκλήρωσης των πολιτών μιας δημοκρατίας, αυτό μόνο υπό έναν όρο μπορεί να νοηθεί: Οι διαδικασίες αυτές και οι θεσμοί να προκύπτουν μέσα από ελεύθερες, αυτοκαθοριζόμενες επιλογές των πολιτών της και όχι επιβαλλόμενες άνωθεν, ετεροκαθοριζόμενες, ως αναγκαίοι όροι μιας απάνθρωπης επιβίωσης στο πλαίσιο της εξοντωτικής καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας (μονομάχοι στις αρένες της παγκόσμιας ελεύθερης αγοράς).Οι φάκελοι ατομικών προσόντων («πτυχία» για μέλλοντες εργοδότες), στις σημερινές συνθήκες της πολύμορφης κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, καμία απολύτως σχέση δεν έχουν με ολοκλήρωση προσωπικοτήτων. Απεναντίας μάλιστα. Αυτό που κάνουν είναι να διαλύουν το κοινωνικό-συλλογικό υπόβαθρο, που στοιχειοθετεί την ανάδειξη της προσωπικότητας και να ενισχύουν στο έπακρο τις ατομικές συμπεριφορές και λύσεις. Διαλύουν το πρόσωπο –το κοινωνικό στοιχείο του ανθρώπου, που μπορεί να αντισταθεί στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού- για να «χτίσουν» το εύκολα διαχειρίσιμο και πειθήνιο άτομο, το οποίο, αποξενωμένο από τη συνολική εικόνα και κατανόηση του κόσμου, πορεύεται στο μοναχικό μονοπάτι της ατομικής επιβίωσης, αγκιστρώνεται στην απάνθρωπη αυταπάτη της ατομικής σωτηρίας. (Καθένας για τον εαυτό του κι ο Θεός για όλους)Γνώσεις και δεξιότητες στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ Καλό θα ήταν να ρίξει κανείς μια ματιά και στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ για την παιδεία. Στις δύο κιόλας πρώτες σειρές του περικλείεται και εμπεριέχεται –σε λανθάνουσα μορφή ή ανοιχτά και απερίφραστα- το βασικό ιδεολογικοπολιτικό στίγμα που συγκροτεί την αντίληψη του εγχώριου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος σχετικά με το ρόλο της παιδείας –του εκπαιδευτικού συστήματος, για την ακρίβεια- στην εποχή μας. «Στη νέα εποχή με τις νέες απαιτήσεις, όπου οι γνώσεις απαξιώνονται γρήγορα, η οργάνωση της εργασίας αλλάζει και η μάθηση γίνεται διαδικασία ολόκληρης ζωής, θέλουμε παιδεία με αξίες, ...». Αυτές είναι οι εναρκτήριες προτάσεις του προγράμματος. Μια κατ’ αρχήν σημαντική παρατήρηση είναι ότι οι γνώσεις δεν απαξιώνονται ποτέ. Βέβαια, μέσα στις συνθήκες του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού και με στόχο τη μέγιστη δυνατή κερδοφορία του κεφαλαίου εκείνο που απαξιώνεται γρήγορα είναι οι εκάστοτε τεχνολογικές εφαρμογές (των γνώσεων) και οι απαιτούμενες προς τούτο δεξιότητες, ποτέ όμως οι γνώσεις, αφού αυτές αποτελούν συστατικό στοιχείο του ίδιου του πολιτισμού και της ανθρώπινης προόδου. Κατά την οπτική ωστόσο του ΠΑΣΟΚ - ταυτόσημη με αυτή της κυρίαρχης ευρωπαϊκής ελίτ- οι γνώσεις αξίζουν και υπάρχουν μόνον ως δεξιότητες. Και με ιδεολογικές λαθροχειρίες αλχημιστικού τύπου συγχωνεύονται και υποβιβάζονται σε δεξιότητες, οι οποίες ασφαλώς και υπόκεινται σε συνεχή απαξίωση, λόγω των ραγδαία μεταβαλλόμενων αναγκών και απαιτήσεων της καπιταλιστικής αγοράς εργασίας. Αυτό ακριβώς που διαφαίνεται στην πρώτη πρόταση του προγράμματος («νέα εποχή-νέες απαιτήσεις») διατυπώνεται ξεκάθαρα στην τρίτη («η οργάνωση εργασίας αλλάζει και η μάθηση γίνεται διαδικασία ολόκληρης ζωής»).
Αυτό λοιπόν φαίνεται να ενδιαφέρει το
ΠΑΣΟΚ: Η γνώση όχι ως οντολογικό υπόβαθρο και δομικό στοιχείο του ίδιου του
ανθρώπου, ως απελευθερώνουσα λειτουργία των κοινωνικών υποκειμένων, ως
διαδικασία για την κατανόηση και αλλαγή του κόσμου, αλλά η γνώση σε
ποικιλώνυμες συσκευασίες δεξιοτήτων με ημερομηνία λήξης προς
κάλυψη των στιγμιαίων απαιτήσεων της ελεύθερης αγοράς. Η εγγενής λογική στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ για την παιδεία διακηρύσσει: Στη «νέα εποχή με τις νέες απαιτήσεις» μόνο οι χαμαιλέοντες της προσαρμοστικής μάθησης και εκπαίδευσης αποκτούν πρόσβαση στο «δικαίωμα» να ελπίζουν πως θα σταθούν τυχεροί στην αναζήτηση εργασίας. Αυτοί που θα αποτελέσουν και τις πειθαναγκαστικά «πρόθυμες» στρατιές των υποψηφίων της απασχολησιμότητας. Πάνω σ’ αυτούς θα δοκιμαστούν και θα «ευδοκιμήσουν» τα διάφορα προγράμματα ΔΒΜ. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου τυχαίο το ότι προστέθηκε και το «ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ» στην ταμπέλα του Υπουργείου Παιδείας. Αθανάσιος Μπόϊκος Σέρρες, Οκτώβριος 2009 |
Επιστροφή |
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ |
Περιεχόμενα |