Τοποθέτηση της Ασβεστά Ειρήνης, εκπροσώπου των Παρεμβάσεων στο ΔΣ της ΔΟΕ, στην ημερίδα της ΔΟΕ στην Πάτρα 29.5.2023 με θέμα «Εκπαίδευση με Παιδαγωγική θωράκιση ή έρμαιο της αντιεκπαιδευτικής αξιολόγησης ;»
Συναδέλφισσες και συνάδελφοι, φίλες και φίλοι, αν θέλουμε πραγματικά να ξεκαθαρίσουμε την αξιολόγηση η οποία επιχειρείται να εφαρμοστεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, δεν μπορούμε να επιτρέπουμε σε κανέναν να μιλά αφηρημένα για την αξιολόγηση.
Θα πρέπει να μιλάμε για ένα πολύ συγκεκριμένο εκπαιδευτικό μοντέλο, ένα μοντέλο που προωθείται, όπως περιγράφηκε προηγουμένως από τους ομιλητές, από συγκεκριμένους κύκλους.
Το Υπουργείο ακολουθεί ξεκάθαρα τα βήματα χωρών που έχουν καταστρέψει τα εκπαιδευτικά τους συστήματα για τα οποία πλέον αδυνατούν να προσελκύσουν εκπαιδευτικούς λόγω του γραφειοκρατικού φόρτου εργασίας, της εξουθένωσης, αλλά και των δεικτών που επηρεάζουν τη μισθολογική τους εξέλιξη.
Στην Αγγλία, όπου η αρνητική αξιολόγηση σχολείων οδήγησε όχι απλώς σε απολύσεις αλλά σε κλείσιμο ολόκληρων σχολικών συγκροτημάτων, από το 2000 ακόμα οργανώνονται καμπάνιες προσέλκυσης εκπαιδευτικών ενώ τόσο στη συγκεκριμένη χώρα, όσο και σε άλλες όπως η Αυστραλία, το φαινόμενο της παραίτησης των εκπαιδευτικών στα πέντε πρώτα χρόνια της εργασίας τους είναι εντυπωσιακό και αγγίζει το 50%.
Είναι ένα μοντέλο που ο δημόσιος χαρακτήρας των σχολείων βρίσκεται συνεχώς υπό αίρεση, αφού ανά πάσα στιγμή να διευκρινίσουμε ότι στις περισσότερες απ’ αυτές τις χώρες τα σχολεία δεν διαχειρίζεται το Κράτος αλλά διαχειρίζεται η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι Δήμοι, όπως ανάλογα με την περιοχή περιγράφονται, τα σχολεία αυτά, λοιπόν, ανά πάσα στιγμή, ο δημόσιος χαρακτήρας τους είναι υπό αίρεση και μπορούν ακόμα και να πουληθούν ή να παρακρατηθεί ολόκληρος ο προϋπολογισμός της σχολικής μονάδας.
Είναι ένα μοντέλο όπου οι αλλεπάλληλες εξετάσεις των μαθητών οι οποίες αποτελούν τη βάση για την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, υποβάθμισαν, όπως πολύ ορθά περιέγραψε η DianeRavitch, η πρώην Υπουργός των Ηνωμένων Πολιτειών τη δεκαετία του ’90 που εφάρμοσε την αξιολόγηση, υποβάθμισαν όλα τα υπόλοιπα γνωστικά αντικείμενα καταβαραθρώνοντας την ποιότητα της εκπαίδευσης, πλην των αντικειμένων της γλώσσας και των μαθηματικών, στο βαθμό των δεικτών και ενισχύοντας τους ταξικούς φραγμούς και τη σχολική διαρροή.
Πακέτο μ’ αυτό το εργαλείο της αξιολόγησης πηγαίνουν και δύο ιδεολογήματα. Αυτό της αριστείας και αυτό της ελεύθερης επιλογής, που συνδέονται στενά με το θέμα της αξιολόγησης και που απευθύνονται ιδιαίτερα στη μεσαία τάξη, η οποία αναζητά μια διέξοδο από την κρίση του δημόσιου σχολείου για τα παιδιά της.
Η κατίσχυση ενός πνεύματος σκληρού ατομισμού και ανταγωνισμού, οι κατακερματισμένες γνώσεις, πληροφορίες και δεξιότητες, αλλά και η κυνική περιθωριοποίηση ομάδων του μαθητικού πληθυσμού όπως τα παιδιά με τις μαθησιακές δυσκολίες ή όσα προέρχονται από φτωχά κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα, εκπαιδεύουν ουσιαστικά στον κοινωνικό και εργασιακό μεσαίωνα και κανιβαλισμό, ενώ η αγωγή, η κριτική, η δημοκρατική συνείδηση, η ενσυναίσθηση, η αλληλεγγύη, η ελευθερία έκφρασης, η αποδοχή της διαφορετικότητας, η συλλογική εργασία παραμένουν μόνο στη ρητορική των αναλυτικών προγραμμάτων.
Τα παιδιά και οι ανάγκες τους αντιμετωπίζονται ως βαρίδια σ’ αυτό το μοντέλο, στον σκληρό κόσμο του ανταγωνισμού των σχολείων, που διαλέγουν τους καλύτερους πελάτες προκειμένου να εξασφαλίσουν την καλύτερη αξιολόγηση.
Ωστόσο, ο στόχος της δημόσιας εκπαίδευσης δεν μπορεί να ταυτίζεται με τον ωφελιμισμό της μεσαίας τάξης, αλλά είναι κυρίως στο να δημιουργεί ανθρώπους ικανούς να σκέφτονται, να εξηγούν τον κόσμο γύρω τους και να αμφισβητούν. Στοιχεία, δηλαδή, ουσιαστικά για τη συλλογική πρόοδο.
Υπό την έννοια αυτή, η δημόσια εκπαίδευση των νέων ανθρώπων θα πρέπει, οφείλει να εμπεριέχει τις επιστήμες για την εξήγηση του κόσμου, τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τη σκέψη πάνω στο πολιτικοκοινωνικό γίγνεσθαι, τη γλώσσα και την τέχνη για την ανάπτυξη της επικοινωνίας και της αισθητικής.
Όλα τα μοντέλα αξιολόγησης που νομοθετήθηκαν μετά το ’97 και έμειναν στα χαρτιά λόγω των σθεναρών αντιστάσεων που πρόβαλαν οι εκπαιδευτικοί και τα σωματεία τους, όπως και το πρόσφατο θεσμικό πλαίσιο όπως εκφράζεται από τον 4692 του ’20 και τον 4823 του ’21, διακρίνονται από μία σειρά κοινά χαρακτηριστικά, όπως 1ον) η ποσοτικοποίηση ποιοτικών παραμέτρων της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ο αυθαίρετος κατακερματισμός της, 2ον) η συγκρισιμότητα είτε σε χρονολογικές σειρές, είτε ανά εκπαιδευτικό, είτε ανά σχολική μονάδα, είτε ανά εκπαιδευτική περιφέρεια, 3ον) ο ανταγωνισμός και η κατηγοριοποίηση μαθητών, εκπαιδευτικών, σχολικών μονάδων, 4ον) η πλήρης συμμόρφωση και πειθάρχηση των εκπαιδευτικών σε κάθε κυβερνητικό μέτρο, ανεξάρτητα αν αυτό λειτουργεί σε βάρος της παιδαγωγικής τους υπόστασης και των μαθητών τους, 5ον) η μετατόπιση της κρατικής ευθύνης για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στους ίδιους που καλούνται να διαμορφώσουν ένα προσωπικό προσοντολόγιο, ακριβοπληρωμένων προσόντων, 6ον) η μετατόπιση της κρατικής ευθύνης για τη χρηματοδότηση, τη συντήρηση και τις σχολικές υποδομές στα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς που καλούνται ως προς αυτό να αξιολογηθούν, πριμοδοτούμενοι για την ανεύρεση χορηγών, 7ον) η σύνδεση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με τις επιδόσεις των μαθητών και φυσικά 8ον) η σύνδεση της πρώτης με τη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών, είτε ως εξαγγελία, είτε ως άμεσα εφαρμοστέα.
Επιπλέον δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η αξιολόγηση αποτελεί βασικό εργαλείο και εντάσσεται σε ένα γενικότερο πολιτικό σχεδιασμό, που ξεδιπλώνεται όλο το προηγούμενο διάστημα με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: την απαξίωση του δημόσιου τομέα. Κάποιοι μίλησαν για το βαθύ κράτος του αναχρονισμού και την προσπάθεια να κυριαρχήσει η αντίληψη πως το δημόσιο είναι μία κατασκευή που περίπου λειτουργεί και σαν ανάχωμα στην ατομική ελευθερία. Την απαξίωση όσων αντιστέκονται και την κατασυκοφάντηση των σωματείων, των συνδικαλιστών αλλά και κάθε μορφής συλλογικής οργάνωσης των εργαζομένων, που χαρακτηρίζονται συντεχνίες, που αντιμάχονται τις δήθεν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και επιδιώκουν τη συντήρηση. Την κατηγοριοποίηση σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, με όχημα το ιδεολόγημα της αριστείας και της καινοτομίας και την υπεράσπιση της αυστηρής ιεραρχίας και του μάνατζμεντ. Της ιδιωτικοποίησης και την εκχώρηση μέρους της ευθύνης του κράτους για την κάλυψη βασικών αναγκών των πολιτών, όπως η εκπαίδευση, η υγεία, η ασφάλιση και οι μεταφορές με τα γνωστά αποτελέσματα. Τον αυταρχισμό, την καταστολή για όσους αντιστέκονται και την ποινικοποίηση των αγώνων των εργαζομένων.
Μέσα σ’ αυτό το δυστοπικό περιβάλλον οι εκπαιδευτικοί οφείλουμε να σταθούμε στο ύψος του ρόλου μας, κλείνοντας τις πόρτες του δημόσιου σχολείου στο νέο επιθεωρητισμό. Αναλαμβάνοντας τη συλλογική ευθύνη και υπερασπίζοντας τον κοινωνικό άνθρωπο.
Οι εκπαιδευτικοί αποτελούν ένα από τα πιο οργανωμένα και μαζικά σωματεία εργαζομένων. Διαθέτουν μαζικά και ισχυρά συνδικάτα, με πλούσια αγωνιστική παράδοση, δημοκρατικές συλλογικές διαδικασίες και το σημαντικότερο, συνεχίζουν εδώ και δεκαετίες έμπρακτα να αποδεικνύουν πως μπορούν να οργανώνουν μαζικούς και αποτελεσματικούς αγώνες, χτίζοντας κοινωνικές συμμαχίες αλλά και να δίνουν μικρές καθημερινές μάχες μέσα στις σχολικές τάξεις, υπερασπίζοντας το δικαίωμα όλων των παιδιών στη μόρφωση, συμβάλλοντας στη διαπαιδαγώγησή τους ως σκεπτόμενους ελεύθερους ανθρώπους, που μπορούν να ερμηνεύουν τον κόσμο γύρω τους και να αγωνίζονται για ένα καλύτερο μέλλον.
Οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να αναδειχθούν σε ένα πραγματικό πρωταγωνιστή στις ιστορικής σημασίας μάχες της περιόδου, που μακριά από τις λογικές της αδράνειας και της ήττας θα ξεδιπλώνουν τη δράση τους με αυτοτέλεια από το κράτος και τους μηχανισμούς του, με μοναδική δέσμευση την υπεράσπιση των μορφωτικών αναγκών της νέας γενιάς.
Ας ζωγραφίσουμε πάνω στον μαυροπίνακα της αποσύνθεσης του δημόσιου σχολείου τη λευτεριά της γνώσης και του αγώνα. Καλή δύναμη σε όλους και όλες και καλή συνέχεια.