Η ιστορία του κ. Μπαμπινιώτη είναι προσωποποιημένη η ιστορία του συντηρητισμού (παλιού και μοντέρνου) στην εκπαίδευση και τη γλώσσα. Είναι η εχθρότητα και η υπονόμευση κάθε προσπάθειας δημοκρατικής και προοδευτικής αλλαγής από το 1974 και μετά στους δύο παραπάνω τομείς. Σε κάθε προσπάθεια γλωσσικής αλλαγής και αποδέσμευσης του σχολείου από τη στείρα προγονοπληξία στάθηκε φανατικός πολέμιος , παλεύοντας συστηματικά για το ξήλωμα των βασικότερων πλευρών της μεταρρύθμισης του 1976. Συνέχισε σ’ αυτό το σημείο την ιστορική αντιδραστική παράδοση της σχολής του (Χατζηδάκης , Κόντος , Σκιάς , Εξαρχόπουλος) , που από τις αρχές του 20ου αιώνα αντιτάχθηκε σφοδρά σε κάθε προσπάθεια αναγκαίας εκπαιδευτικής και γλωσσικής μεταρρύθμισης και στο κίνημα του Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού. Ο Μπαμπινιώτης υπήρξε οπαδός της καθαρεύουσας , την υπερασπίστηκε όσο μπόρεσε και , όταν αυτή μαζί με τη χούντα κατέρρευσε , τότε ο πόλεμος πήρε άλλη μορφή απέναντι στη ‘’μαλλιαρή’’ γλώσσα , που ήταν πλέον η επίσημη γλώσσα της εκπαίδευσης (1976) και της διοίκησης (1982). Με το εγκεφαλικό κατασκεύασμα της «νεοελληνικής κοινής πέραν της καθαρεύουσης και της δημοτικής» , δημιουργήθηκε ένα κίνημα γλωσσικού σωφρονισμού, που προσπαθούσε να διασώσει όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές του γλωσσικού λογιοτατισμού και της στείρας προγονοπληξίας στην εκπαίδευση. Η συντηρητική στροφή του ΠΑ.ΣΟ.Κ στα μέσα της δεκαετίας του 80 με τον Τρίτση Υπουργό Παιδείας , μαζί με την ιδεολογική συναίνεση που πρόσφερε σ’ αυτές τις απόψεις ένα κομμάτι της πολιτικά συμβιβασμένης και ιδεολογικά αφοπλισμένης αριστεράς (βλ. το συνέδριο του ΚΚΕ.εσ για τη γλώσσα το 1987) , έκανε να φαντάζουν οι ιδέες του κ. Μπαμπινιώτη ως φυσικές και αυτονόητες. Δεν ήταν όμως τίποτε περισσότερο από προσπάθεια ανασυγκρότησης της κοινωνικής και πολιτικής ηγεμονίας σε βάρος των σωστών επιλογών της πρώτης μεταπολίτευσης και ειδικά της μεταρρύθμισης του ΄76 , το θετικό πνεύμα της οποίας ξήλωσε , όσο μπόρεσε , «ο κορυφαίος» γλωσσολόγος μας. (κριτική των ιδεών του στο Α.Φραγκουδάκη , Ιδεολογία και Γλώσσα , εκδ. ΟΔΥΣΣΕΑΣ , Αθήνα 1987 , σελ. 216 -234 )
Η δεκαετία του 90 θα τον βρει στην πρωτοπορία του πολιτικού συντηρητισμού και του αποδίδεται η συμβολή στη σύνταξη του πολυνομοσχεδίου Κοντογιαννόπουλου αλλά και η συνεργασία με το Γ. Σουφλιά , όπου θα γίνει πραγματικότητα το παλιό του όνειρο για επαναφορά από το πρωτότυπο της διδασκαλίας των αρχαίων στα γυμνάσια.
Στη δεκαετία του 2000 θα τον βρούμε υποστηρικτή των ιδιωτικών Πανεπιστημίων , ελιτίστικων και σαφώς ταξικών λογικών για την αναμόρφωση του συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και σε αλληλογραφία με την Αμερικανική Πρεσβεία , καταγγέλοντας την ΠΟΣΔΕΠ , και όσους αντιτάχθηκαν σθεναρά στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Η συμμετοχή του στην κυβέρνηση του ΠΑΠΑΔΗΜΙΟΥ του ταιριάζει . Οι ιδέες του , βαθιά ελιτίστικες , αντιδημοκρατικές και ταξικές , στα πλαίσια ενός τέτοιου κυβερνητικού σχήματος μπορούν να βρουν δικαίωση. Μια κοινοβουλευτική χούντα της κοινωνικής καταστροφής , όπως η σημερινή , μπορεί να συμβάλλει στην καταστροφή της δημόσιας εκπαίδευσης και να ξηλωθεί ό,τι δεν μπόρεσαν να ξηλώσουν στις προηγούμενες δεκαετίες.
Μ’ αυτές τις σκέψεις καλωσορίζουμε τον νέο Υπουργό Παιδείας στο κατεξοχήν πεδίο της ταξικής πάλης , την πολιτική.
ΧΡ.ΡΕΠΠΑΣ