ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΠΕ ΔΕ ΚΟΙΝΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ “ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ”

  «Εθνικός διάλογος» για την Παιδεία

Ή αλλιώς

Μονόλογος της εξουσίας για την εφαρμογή πολιτικών διάλυσης της εκπαίδευσης

Η συνέντευξη του υπουργού Παιδείας την Πέμπτη 26 Νοέμβρη με την οποία ανήγγειλε  την έναρξη του «εθνικού διαλόγου» για την Παιδεία, επιβεβαίωσε με τον καλύτερο τρόπο αυτό που η μαχόμενη εκπαίδευση καταλαβαίνει πολύ καλά και από τη μέχρι τώρα πολιτική που εφαρμόζει το υπουργείο Παιδείας: την αποδοχή της σκληρής πραγματικότητας της μνημονιακής δημοσιονομικής προσαρμογής και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής με βάση τους στόχους που καθορίζει η ΕΕ και ο ΟΟΣΑ. Οι διακηρύξεις για διάλογο «από μηδενική βάση» και σε «λευκό χαρτί» καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα, από τη στιγμή που και δια στόματος του κ. Φίλη τα παραπάνω θα αποτελέσουν  το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθούν οι «μεταρρυθμίσεις» που θα υλοποιηθούν από τη νέα σχολική χρονιά.

Ο «εθνικός διάλογος» για την Παιδεία εντάσσεται στο συνολικό πλαίσιο της στρατηγικής πολιτικής της κυβέρνησης για τη νομιμοποίηση της πολιτικής της μνημονίων και την εξασφάλιση πλατιάς συναίνεσης σε αυτή και σε κοινωνικό και σε πολιτικό επίπεδο. Οι συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών για το ασφαλιστικό και το προσφυγικό κινούνται στην ίδια κατεύθυνση. Μια συναίνεση που ήδη έχει εξασφαλιστεί από το καλοκαίρι με την υπερψήφιση του 3ου μνημονίου. Όσο για την Παιδεία,  ο τότε αρχηγός της ΝΔ Μεϊμαράκης είχε δηλώσει στη συνεδρίαση της Βουλής που ψήφιζε το μνημόνιο ότι «ειδικά για την Παιδεία πρέπει να υπάρχει και η δική μας συμφωνία και συναίνεση».

Οι «εθνικοί διάλογοι» για την Παιδεία δεν είναι φυσικά μια καινούρια επινόηση της παρούσας κυβέρνησης. Ακολουθεί την πεπατημένη των προηγούμενων κυβερνήσεων που κάθε φορά που ήθελαν να περάσουν συντηρητικές αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση το έκαναν χρησιμοποιώντας ως όχημα το «διάλογο».

Δημοσιονομική προσαρμογή, περικοπές, «εξορθολογισμός»: εδώ ο διάλογος έχει τελειώσει!

Η κυβέρνηση έχει ήδη αποφασίσει με συνομιλητή τους «θεσμούς», την ΕΕ και το ΔΝΤ

Ο υπουργός Παιδείας στην εισαγωγική του τοποθέτηση, αναφέρθηκε αναλυτικά στις προσλήψεις αναπληρωτών τη φετινή σχολική χρονιά, ισχυριζόμενος ότι είναι περισσότερες από την περσινή χρονιά. Εκείνο όμως που δεν είπε ο υπουργός είναι ότι όταν γίνουν και οι τελευταίες προσλήψεις τα κενά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση θα παραμείνουν 4000(!) σύμφωνα με δηλώσεις των ίδιων των συνεργατών του σε πρόσφατη συνάντησή τους με αδιόριστους εκπαιδευτικούς. Επίσης δεν είπε ότι τα κενά αυτά δεν υπολογίζουν τις πραγματικές ανάγκες για την πλήρη στελέχωση των ολοήμερων τμημάτων σε δημοτικά και νηπιαγωγεία, τα τμήματα που λειτουργούν με πάνω από 25 μαθητές, τα προνήπια που δε φοιτούν στα δημόσια νηπιαγωγεία…. ενώ μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να θεωρηθεί «η προτεραιότητα στην ειδική αγωγή», όταν υπάρχουν τμήματα ένταξης που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες και συναδέλφους που δουλεύουν στην παράλληλη στήριξη μετακινούμενοι σε δύο και τρία σχολεία!  Όσο για τους μόνιμους διορισμούς, οι διατυπώσεις του είναι πολύ προσεκτικές: «απαιτείται» η πρόσληψη 10.000 μόνιμων εκπαιδευτικών, το υπουργείο Παιδείας «έχει ζητήσει» να ενταχθεί στο σχεδιασμό των κατά προτεραιότητα προσλήψεων ένας σημαντικός αριθμός εκπαιδευτικών αναλόγως της πορείας των δημοσιονομικών μεγεθών». Καμία δέσμευση – πώς να την κάνει άλλωστε – ενώ ακόμα ψάχνουμε τους 5.000 διορισμούς που προβλέπονταν από τον προηγούμενο προϋπολογισμό…

Πιο καθαρά τοποθετήθηκε ο κ. Κουζέλης, μέλος της Επιτροπής για το διάλογο και πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής ο οποίος στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής δηλώνει ότι είναι αναγκαίος «ο εξορθολογισμός των εκπαιδευτικών διαδικασιών, χρειάζονται δείγματα απλοποίησης εντός του σχολείου που σημαίνει εξοικονόμηση πόρων δηλαδή δυναμικού εντός της εκπαίδευσης». Αν φέτος έμειναν χιλιάδες εκπαιδευτικοί έξω από το σχολείο στο όνομα της δημοσιονομικής προσαρμογής από του χρόνου θα μένουν απ’ έξω και στο όνομα της παιδαγωγικής.

Ο «διάλογος» θα γίνει με βάση τα ….. «σκονάκια» του ΟΟΣΑ

«Η αντιμετώπιση δομικών προβλημάτων της εκπαίδευσης συναρτάται με την αξιολόγηση της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την αξιολόγηση της εκπαίδευσης στη βάση των βέλτιστων διεθνών πρακτικών» διαμηνύει ο υπουργός.  Μάλιστα θα συγκροτηθεί στα πλαίσια της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής «επιτροπή εμπειρογνώμων» που μαζί με τον ΟΟΣΑ θα διαμορφώσουν τις θέσεις του υπουργείου για την αξιολόγηση και το ωράριο των εκπαιδευτικών, καθώς και την αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό. Εδώ να θυμίσουμε τα εξής: η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής του ΟΟΣΑ όσον αφορά στις εργασιακές σχέσεις και τη μονιμότητα του εκπαιδευτικού. «….οι εκπαιδευτικοί εξασφαλίζουν ασφάλεια απασχόλησης εξακολουθώντας να κάνουν καλή δουλειά κι όχι επειδή η απασχόλησή τους ουσιαστικά διασφαλίζεται από τις νομοθετικές ρυθμίσεις…» γράφεται στην έκθεση του ΟΟΣΑ του 2011. Σε απλά ελληνικά η νομοθετική διασφάλιση της μονιμότητας του εκπαιδευτικού αποτελεί ενοχλητικό παράγοντα στο καπιταλιστικό όραμα για ελαστικοποίηση κάθε εργασιακής σχέσης. Σε συνδυασμό και με τη διαπίστωση του ίδιου οργανισμού ότι στην Ελλάδα υπάρχει η μικρότερη αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό, μπορούμε να καταλάβουμε τι θα συμβεί στο πεδίο των εργασιακών μας σχέσεων. Ο βουλευτής της ΝΔ Φορτσάκης σε ερώτησή του στη Βουλή δηλώνει ότι χρειαζόμαστε λιγότερους εκπαιδευτικούς που θα δουλεύουν περισσότερο, αφού σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ έχουμε τη μικρότερη αναλογία μαθητών ανά εκπαιδευτικό και τις λιγότερες ώρες διδασκαλίας ανά διδάσκοντα!  Αυτές είναι οι «βέλτιστες πρακτικές» του ΟΟΣΑ που θέλει να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση στην εκπαίδευση. Για του λόγου το αληθές, αντιγράφουμε το αντίστοιχο απόσπασμα όπως καταγράφεται στο 3ο μνημόνιο:

«….Οι αρχές θα διασφαλίσουν τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό του τομέα της εκπαίδευσης σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ…σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και ανεξάρτητους  εμπειρογνώμονες, θα επικαιροποιήσουν, έως τον Απρίλιο του 2016, την αξιολόγηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ το 2011. Μεταξύ άλλων, η επανεξέταση θα αξιολογήσει την υλοποίηση της μεταρρύθμισης του “Νέου Σχολείου”, το περιθώριο περαιτέρω εξορθολογισμού (των τάξεων, σχολείων και πανεπιστημίων), …την αποδοτικότητα και αυτονομία των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων και την αξιολόγηση και διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα. Η επανεξέταση θα προτείνει συστάσεις σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ.
Με βάση τις συστάσεις της επανεξέτασης, οι αρχές θα εκπονήσουν επικαιροποιημένο εκπαιδευτικό σχέδιο δράσης και θα υποβάλουν προτάσεις για δράσεις το αργότερο έως τον Μάιο του 2016, οι οποίες θα εγκριθούν έως τον Ιούλιο του 2016, και εφόσον είναι δυνατόν, τα μέτρα θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ πριν από το ακαδημαϊκό έτος 2016 – 2017.

Ειδικότερα, οι αρχές δεσμεύονται να ευθυγραμμίσουν τον αριθμό διδακτικών ωρών ανά μέλος του προσωπικού , καθώς και την αναλογία μαθητών ανά τάξη και ανά εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων θα συνάδει με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της δημόσιας διοίκησης.»    (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, Αρ. Φύλλου 94, Νόμος 4336/14-8-2015, σελ.1026-1027) 

Στο «διάλογό» τους απαντάμε με τη δύναμη του κινήματος και των αγώνων μας!

Ο υπουργός Παιδείας δηλώνει ότι «θέλει να ακουστεί η εμπειρία και η φωνή των εκπαιδευτικών», ότι θέλει να «αποκτήσει μεγαλύτερη αξιοπιστία η δημόσια εκπαίδευση». Λέει ότι χρειάζεται διάλογος «για να ξαναγίνει η παιδεία φορέας ελπίδας για τη δημοκρατική και πολιτιστική αναγέννηση της χώρας….για τη διαμόρφωση ενός παράλληλου προγράμματος που θα αντιμετωπίζει τις συνέπειες της κρίσης».

Μόνο που η κυβέρνηση θέλει να ακούσει τη «φωνή του εκπαιδευτικού» μέχρι εκεί που δε θα θίγει τα ιερά και τα όσια των εκπαιδευτικών πολιτικών όπως έχουν διαμορφωθεί χρόνια τώρα και που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ εξακολουθεί να εφαρμόζει, μέχρι εκεί που δεν θα αμφισβητεί την υπακοή στις ευρωενωσιακές επιταγές, τις αξιολογήσεις του ΟΟΣΑ, τις μνημονιακές πολιτικές. Γιατί αυτό είναι για μας και το πραγματικό ζητούμενο: χωρίς την ανατροπή του συνολικού ασφυκτικού πλαισίου μέσα στο οποίο διαμορφώνεται η εκπαιδευτική πολιτική, όλα τα άλλα είναι απλά μια προσπάθεια να εξασφαλίσει τη συναίνεσή μας στη συνέχιση αυτής της πολιτικής.

Ο  κ. Φίλης αλλά και οι προκάτοχοί του έχουν ακούσει πολλές φορές, στα συνθήματα και στα αιτήματα των διαδηλώσεών μας στους δρόμους και έξω από το Υπουργείο Παιδείας τα αιτήματά μας για μόνιμους διορισμούς, για αύξηση των δαπανών για την Παιδεία από τον κρατικό προϋπολογισμό, χωρίς  ΕΣΠΑ και τους περιορισμούς που επιβάλλει. Έχουν ακούσει πολλές φορές στις απεργίες και στις κινητοποιήσεις μας ότι θέλουμε ένα δημόσιο σχολειό που θα χωρά όλους τους μαθητές, που δεν θα είναι δέσμιο των επιλογών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΟΣΑ.

Ας συζητούν οι πανεπιστημιακοί «ειδήμονες» της Επιτροπής για το διάλογο όσο θέλουν. Τη δική μας φωνή θα εξακολουθούν να την ακούν με τον τρόπο εκείνο που ξέρουμε ότι είναι ο μόνο αποτελεσματικός για να κατακτήσουμε αυτά που διεκδικούμε: με τους αγώνες μας.