Henry A. Giroux
Αύγουστος 2013
Μετάφραση: Ζαγουριανού Μαργαρίτα
Επίβλεψη : Παναγιώτα Γούναρη
Αν οι δεξιοί δισεκατομμυριούχοι μαζί με τους απόστολους της εταιρικής/κορπορατικής εξουσίας και των επιχειρήσεων πάρουν αυτό που θέλουν, τα δημόσια σχολεία θα μετατραπούν σε « ζώνες απονεκρωμένης φαντασίας», υποβαθμισμένα πλέον σε αντι-δημόσιους χώρους που θα ασκούν επιθέσεις στην κριτική σκέψη, τον πολιτικό γραμματισμό και την ιστορική μνήμη.[1]
Δεδομένου ότι από το 1980, τα σχολεία έχουν γίνει κέντρα εξετάσεων όπου οι εκπαιδευτικοί ολοένα και περισσότερο αποκαταρτίζονται και οι μαθητές αποδυναμώνονται.
Τα σχολεία έχουν επαναπροσδιοριστεί ως τιμωρητικά κέντρα για το κομμάτι εκείνο της νεολαίας που έχει χαμηλό εισόδημα και είναι μειονοτικό. Οι συνθήκες μηδενικής ανοχής υπό το καθεστώς της αυστηρής πειθαρχίας συχνά οδηγούν αυτό το κομμάτι της νεολαίας να συλλαμβάνεται να κατηγορείται για εγκλήματα που πρόδηλα, είναι τόσο ασήμαντα, όμως η τιμωρία τους είναι πολύ σκληρή. [2] Στο νέο πλαίσιο του καπιταλισμού-καζίνο όπου επιδιώκεται η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης , πολλά δημόσια σχολεία έχουν κλείσει σε πόλεις όπως η Φιλαδέλφεια, το Σικάγο και τη Νέα Υόρκη για να πάρουν τη θέση τους τα νέα σχολεία, τα charterschools. Τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών έχουν υποστεί επίθεση, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εκπαιδευτικοί δυσφημούνται και υποβιβάζονται σε ρόλους τεχνίτη κάτω από άθλιες συνθήκες, με ναρκωμένο μυαλό.[3]
Το κορπορατικό σχέδιο για την εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση δεν είναι απλά μια εμμονή για μετρήσεις οι οποίες υποβαθμίζουν κάθε βιώσιμη κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ της σχολικής εκπαίδευσης και της παιδείας των κριτικά ενεργών πολιτών. Το κίνημα της μεταρρύθμισης είναι αποφασισμένο να υποχρηματοδοτήσει και να αποεπένδυσει πόρους από τη δημόσια εκπαίδευση, έτσι ώστε η εκπαίδευση για όλους, η διδασκαλία και η μάθηση να μπορούν να διαχωριστούν πλήρως από κάθε δημοκρατική έννοια διακυβέρνησης, διδασκαλίας και μάθησης.
Στα μάτια των δισεκατομμυριούχων απο-μεταρρυθμιστών και τιτάνων της χρηματοδότησης, όπως ο Μπιλ Γκέιτς, ο Rupert Murdoch, η οικογένεια Walton και ο Michael Bloomberg, τα δημόσια σχολεία θα πρέπει να μετατραπούν, αν δεν ιδιωτικοποιηθούν, σε πρόσθετες λειτουργίες των εμπορικών κέντρων και των φυλακών.[4]
Όπως και το «νεκρό σημείο» του αμερικανικού εμπορικού κέντρου , τα εκπαιδευτικά συστήματα που προωθούνται από τους από- μεταρρυθμιστές προσφέρουν τον καταναλωτισμό, την κενή ιδεολογική αποπλάνηση ως την απόλυτη μορφή της ιδιότητας του πολίτη και της παιδείας. Και, υιοθετώντας τη σκληρή αποταμιευτική νοοτροπία των δεσμοφυλάκων , οι μη – μεταρρυθμιστές εγκρίνουν τη δημιουργία σχολείων για τους φτωχούς μαθητές που θα τους τιμωρούν αντί να τους εκπαιδεύουν με σκοπό τη διοχέτευση των μαθητικών πληθυσμών στο υπάρχον σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης, ώστε να τροφοδοτηθούν τα κέρδη των ιδιωτικών εταιρειών φυλακών .
Η στρατιωτικοποίηση των δημόσιων σχολείων που ο Γραμματέας για θέματα παιδείας Άρνι Ντάνκαν τόσο θαύμαζε και υποστήριζε, ενώ ήταν διευθύνων σύμβουλος του Σχολικού συστήματος του Σικάγο δεν ήταν μόνο ένα τέχνασμα για να ενσταλάξει αυταρχικές πρακτικές πειθαρχίας εναντίον των μαθητών που υποτιμητικά χαρακτηρίζονται ως απείθαρχοι, αν όχι αναλώσιμοι . Ήταν επίσης μια απόπειρα να σχεδιαστούν σχολεία που θα διέλυαν την ικανότητα των μαθητών να σκέφτονται κριτικά και να τους καθιστούν πρόθυμους να καταταγούν και να υπηρετούν τους παράλογους και θανατηφόρους πολέμους της αμερικανικής αυτοκρατορίας . Κι, αν αποτύχουν να καταταγούν, τότε οι μαθητές γρήγορα θα τοποθετούνται πάνω στον ιμάντα μεταφοράς «από το σχολείο προς τη φυλακή». Για πολλούς φτωχούς νέους των μειονοτήτων στα δημόσια σχολεία , οι φυλακές γίνονται μέρος της μοίρας τους , όπως ακριβώς και τα δημόσια σχολεία ενισχύουν την ιδιότητά τους ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας . Όπως επισημαίνει, η Michelle Alexander “Αντί τα σχολεία μας να γίνονται αγωγοί ευκαιριών για τους μικρούς μαθητές, τροφοδοτούν τις φυλακές, θα τροφοδοτούνται οι φυλακές με τους μικρούς μας μαθητές . ” [5]
Οι καθοδηγούμενες από την αγορά εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις , με την εμμονή τους στην τυποποίηση (standards) , στα τεστ υψηλού ρίσκου και την τιμωρητική πολιτική , μιμούνται μια κουλτούρα της σκληρότητας την οποία οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές φροντίζουν να εδραιωθεί στην ευρύτερη κοινωνία . Επιδεικνύουν περιφρόνηση στους εκπαιδευτικούς και δυσπιστία στους γονείς , καταστέλλουν τη δημιουργική διδασκαλία , καταστρέφουν δημιουργικά και ευφάνταστα προγράμματα σπουδών και αποδέχονται τους μαθητές ως απλές εισροές σε μια γραμμή συναρμολόγησης-παραγωγής .
Η εμπιστοσύνη, η φαντασία , η δημιουργικότητα και ο σεβασμός στην κριτική διδασκαλία και τη μάθηση πετιούνται στον κάλαθο των αχρήστων για το κυνήγι των κερδών και της διάδοσης των άκαμπτων, θανατηφόρων συστημάτων λογοδοσίας (αντίστοιχη της αυτοαξιολόγησης).
Όπως επισημαίνει ο John Tierney στην κριτική του για τις μεταρρυθμίσεις της εκπαίδευσης στο The Atlantic , τέτοιες προσεγγίσεις δεν είναι μόνο καταπιεστικές – είναι καταδικασμένες να αποτύχουν.
Γράφει χαρακτηριστικά : Πολιτικές και πρακτικές που βασίζονται στην καχυποψία και την έλλειψη σεβασμού για τους εκπαιδευτικούς θα αποτύχουν. Γιατί ; « Η τύχη των μεταρρυθμίσεων εξαρτάται τελικά από εκείνους που αποτελούν το αντικείμενο της δυσπιστίας ».Με άλλα λόγια, οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται τους εμπλεκόμενους εκπαιδευτικούς , την εμπιστοσύνη τους και τη συνεργασία τους για να πετύχουν. «Μεταρρυθμίσεις» που λακτίζουν τους δασκάλους και τους δείχνουν τα δόντια δεν πρόκειται ποτέ να πετύχουν. Επιπλέον , οι εκπαιδευτικές πολιτικές που σχεδιάζονται χωρίς τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών είναι καταδικασμένες στην αποτυχία . [6]
Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί περαιτέρω, και δεν είναι μονάχα το γεγονός πως τα δημόσια σχολεία υποχρηματοδοτούνται αλλά και οι δάσκαλοι των δημόσιων σχολείων δέχονται επίθεση ως «νέες βασίλισσες της πρόνοιας» (δηλαδή ως άνθρωποι που δεν δικαιούνται να λαμβάνουν επιδόματα πρόνοιας) κι επιπρόσθετα οι κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές που έχουν θεσπιστεί από τους Ρεπουμπλικάνους και τους υπόλοιπους δεξιούς διασφαλίζουν τη σχολική αποτυχία των μαθητών που προέρχονται από οικογένειες χαμηλών εισοδημάτων ή από τη φτωχή μειονότητα. Για παράδειγμα, πολλοί κυβερνήτες εκλεγμένοι με το Κόμμα του Τσαγιού (TeaParty) όπως στο Wisconsin, στη Βόρεια Καρολίνα και στο Μαίην, μαζί με δεξιούς πολιτικούς από το Κογκρέσο, θέσπισαν σκληρές και άγριες πολιτικές (όπως τη διακοπή χρηματοδότησης του προγράμματος για τα κουπόνια τροφίμων), που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην υγεία και στην ευημερία ή ακόμα και την επιβίωση των φτωχών μαθητών στα σχολεία. [7] Οι πολιτικές αυτές συρρικνώνουν, αν όχι καταστρέφουν, τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες των φτωχών νέων, στερώντας τους τις βασικές πρόνοιες που χρειάζονται για να μάθουν και, στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τα επακόλουθα αρνητικά εκπαιδευτικά αποτελέσματα, τα χρησιμοποιούν ως ένα ακόμη νόθο συμπέρασμα για να προσφέρουν τα δημόσια σχολεία στα ιδιωτικά συμφέροντα.
Όταν τα μέλη της λέσχης των δισεκατομμυριούχων, όπως ο Bill Gates και άλλοι χορηγοί της δεξιάς, όπως ο Art Pope, δεν υλοποιούν απευθείας τη διακοπή της χρηματοδότησης των σχολείων, χρηματοδοτούν ερευνητικά προγράμματα που μετατρέπουν τους μαθητές σε πειραματόζωα για έναν κόσμο που ακόμη και ο Τζορτζ Όργουελ θα ήταν δύσκολο να φανταστεί[8]. Για παράδειγμα, το Ίδρυμα Bill and Melinda Gates Foundation έχει προσφέρει επιχορήγηση $ 500.000 στο Πανεπιστήμιο Clemson για να κάνει μια πιλοτική μελέτη κατά την οποία οι μαθητές θα φορούν βιομετρικά βραχιόλια με επιδερμικούς ασύρματους αισθητήρες οι οποίοι θα παρακολουθούν τις φυσιολογικές αντιδράσεις τους σε διάφορα ερεθίσματα στο σχολείο. Ένας εκπρόσωπος του ιδρύματος διατείνεται υπερασπιζόμενος αυτήν την ανατριχιαστική ιδεοληψία για τη μέτρηση των συναισθηματικών αντιδράσεων των μαθητών υποστηρίζοντας ότι οι βιομετρικές συσκευές είναι μια βοήθεια για τους εκπαιδευτικούς που θα μπορούν να μετρούν τους μαθητές τους σε «πραγματικό χρόνο» (αντανακλαστικό feedback), κάτι σαν ένα βηματόμετρο. “[9]
Δεν είναι η ασάφεια αυτού του είδους της έρευνας και του στόχου που επιδιώκει να πετύχει, αλλά το πιο γελοίο και ηθικά προσβλητικό μέρος αυτής της έρευνας είναι : η αντίληψη ότι η ανακλαστική ανατροφοδότηση μπορεί να μειωθεί με τη μέτρηση των συναισθηματικών παρορμήσεων και δεν είναι αποτέλεσμα του διαλόγου και της επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών . Πώς αυτά τα βραχιόλια μπορούν να μετρήσουν γιατί επαναστατούν οι μαθητές όταν πεινάνε, βαριούνται, νιώθουν φόβο , αρρωσταίνουν ή υποφέρουν από έλλειψη ύπνου, γιατί οι γονείς τους μπορεί να είναι άστεγοι; Πώς τέτοιες μελέτες μπορούν να αντιμετωπίσουν σοβαρά ζητήματα , όπως το γεγονός πως 50 εκατομμύρια άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες πέφτουν για ύπνο νηστικοί κάθε βράδυ, κι από αυτούς το ένα τρίτο είναι παιδιά ; Και πώς θα καταφέρουν να αγνοήσουν τη δική τους σχέση με την αύξηση της κρατικής εποπτείας και τη συνεχιζόμενη διάλυση των πολιτικών δικαιωμάτων των παιδιών και όλων των υπολοίπων; Η έρευνα αυτού του είδους δεν έχει να πει τίποτα για την ανάδυση μιας φυλετικής κοινωνίας τύπου JimCrow όπου η μαζική φυλάκιση των φτωχών μειονοτήτων έχει φρικτή επίδραση στα παιδιά . Όπως επισημαίνει η MichelleAlexander, αυτά τα παιδιά , « έχουν ένα γονέα ή κάποιο πρόσωπο που τα αγαπά, ένα συγγενή , ο οποίος είτε έχει περάσει χρόνο από τη ζωή του πίσω από τα κάγκελα μιας φυλακής είτε έχει αποκτήσει ποινικό μητρώο κι, επομένως, αποτελεί μέρος της ομάδας εκείνης των ανθρώπων που θα υποστούν νομικές διακρίσεις για το υπόλοιπο της ζωής τους»[10]Και το αποτέλεσμα αυτής της καθημερινής πάλης είναι θανατηφόρο. Γράφει η MichelleAlexander:
….Γι΄ αυτά τα παιδιά, οι ευκαιρίες της ζωής τους έχουν μειωθεί σημαντικά. Είναι περισσότερο πιθανό να ζήσουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, οι γονείς τους είναι απίθανο να βρουν εργασία ή στέγη, ή ακόμη και κουπόνια τροφίμων. Τα παιδιά αυτά , την εποχή των μαζικών φυλακίσεων, ζουν τον αποχωρισμό από την οικογένεια, τη φτώχεια, τις διαλυμένες οικογένειες, και βιώνουν ένα πολύ, πολύ βαρύτερο φορτίο απελπισίας καθώς βλέπουν τόσους πολλούς από τους αγαπημένους τους να μπαινοβγαίνουν στη φυλακή. Τα παιδιά που έχουν γονείς στη φυλακή είναι πολύ πιο πιθανό να είναι τα ίδια οι έγκλειστοι του μέλλοντος.[11]
Σε αντίθεση με τις κοινωνικά και ηθικά μουδιασμένες μορφές εκπαιδευτικής έρευνας δρομολογήθηκε από τους αυτοαποκαλούμενους μεταρρυθμιστές , μια πρόσφατη έρευνα που έχει συνδέσει τα τεστ υψηλού ρίσκου με τα χαμηλότερα ποσοστά αποφοίτησης σε συνδυασμό με τα υψηλότερα ποσοστά φυλάκισης , υποδεικνύοντας ότι τέτοιες είδους τεστ παίζουν σημαντικό ρόλο στην επέκταση του σχεδιασμού «του αγωγού από το σχολείο στη φυλακή» , ειδικά για τους μαθητές χαμηλών εισοδημάτων και ιδιαίτερα για τους έγχρωμους μαθητές .[12] Οι περισσότεροι επικριτές του κλαμπ των δισεκατομμυριούχων αγνοούν αυτά τα ζητήματα . Όμως, μια σειρά κριτικών , σαν αυτή της καθηγήτριας Diane Ravitch στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, έχουν εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με αυτό το είδος της έρευνας. Η Ravitch υποστηρίζει ότι ο Gates θα έπρεπε ” να αφιερώσει περισσότερο χρόνο για τη βελτίωση του περιεχομένου αυτού που διδάσκεται . . . και να εγκαταλείψει όλη αυτή τη μανία της μέτρησης “.[13] Τέτοιες επικρίσεις είναι σημαντικές , αλλά θα μπορούσαν να πάνε παραπέρα. Τέτοιες προσπάθειες μεταρρύθμισης επιδιώκουν κάτι περισσότερο από την υποβιβασμό της διδασκαλίας και της μάθησης σε μια θεμελιώδη υποτίμηση που ορίζεται καλύτερα ως κατάρτιση παρά μόρφωση .
Όπως επισημαίνει ο Ken Saltman , οι νέοι απομεταρρυθμιστές είναι πολιτικοί αντιεπαναστάτες και όχι απλώς αποπροσανατολισμένοι εκπαιδευτικοί . [14]
Ο Νόαμ Τσόμσκι υποστηρίζει ότι τώρα είμαστε σε μια γενική περίοδο οπισθοδρόμησης που δεν επηρεάζει μόνο την εκπαίδευση. [15] Αυτή η περίοδος της οπισθοδρόμησης χαρακτηρίζεται από μαζικές ανισότητες στην ευημερία, στο εισόδημα και στην εξουσία και οι οποίες τροφοδοτούν τη φτώχεια, την οικολογική κρίση και την υπονόμευση κάθε κοινωνικού αγαθού στη δημόσια σφαίρα, υποσκάπτουν τη δημοκρατία, τον πολιτισμό και τις δομές που είναι απαραίτητες στους ανθρώπους για να ζήσουν μια ζωή με αξιοπρέπεια και ενεργής πολιτικής συμμετοχής[16]. Η σκληρότητα, η καταστολή και η διαφθορά έχουν βλάψει πισώπλατα τη δημοκρατία, που ήταν ωστόσο αδύναμη, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Αμερική δεν είναι πλέον μια δημοκρατία, ούτε απλά μια πλουτοκρατία. Έχει γίνει ένα απολυταρχικό κράτος βουτηγμένο στη βία που διοικείται από τους ισχυρούς οικονομικούς, πολιτιστικούς και πολιτικούς παράγοντες.
Αυτή η συντεχνιακή διακυβέρνηση έχει αντικαταστήσει την πολιτική κυριαρχία , κι εκτελεί ρόλο συμπληρωματικής λειτουργίας των τραπεζικών ιδρυμάτων και των βιομηχανιών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών . Εθισμένη στην «πολιτική αποστράτευση του πολίτη», η συντεχνιακή ελίτ επιτίθεται εναντίον όλων των ιδρυμάτων που εξυπηρετούν τη δημοκρατία για την προώθηση μιας κουλτούρας της αμφισβήτησης, του διαλόγου και του δικαιώματος στη διαφωνία . [17] Οι απόστολοι του νεοφιλελευθερισμού ενδιαφέρονται πρωτίστως να μετατρέψουν τα δημόσια σχολεία, στα πλαίσια του casino – καπιταλισμού , σε τόπους όπου όλοι οι μαθητές , εξαιρουμένων των προνομιούχων παιδιών του 1 %, θα μάθουν να πειθαρχούν και θα απαλλαγούν από τυχόν επικριτικές παρορμήσεις . Αντί να διδαχτούν να γίνουν ανεξάρτητοι στοχαστές , αποκτούν ανίσχυρες έξεις που θα μπορούσαμε να τις αποκαλέσουμε διαταραχή ελλειμματικής πολιτικής ηθικής και που τους καθιστά παθητικούς και υπάκουους σε μια κοινωνία που βασίζεται στις μαζικές ανισότητες στην εξουσία , στην ευημερία και στο εισόδημα . Οι σημερινές ισχυρές συντεχνιακές κινήσεις απομεταρρύθμισης συνδυάζουν μοντέλα διοίκησης, ιδεολογίες και παιδαγωγικές αποκλειστικά προσανατολισμένα να χαλιναγωγήσουν και να εμποδίσουν κάθε πιθανότητα ανάπτυξης στους μαθητές, κριτικών, δημιουργικών και συνεργατικών μορφών σκέψης και δράσης που απαιτούνται για τη συμμετοχή σε μια ουσιαστική δημοκρατία.
Στον πυρήνα της νέας μεταρρύθμισης υπάρχει η δέσμευση για μια παιδαγωγική της ανοησίας και της καταστολής που είναι προσανατολισμένη στην απομνημόνευση, στη συμμόρφωση, στην παθητικότητα και στα τεστ υψηλού ρίσκου. Αντί να δημιουργήσει αυτόνομους, με κριτική σκέψη , και βαθιά πολιτική συνείδηση και δέσμευση μαθητές, οι απομεταρρυθμιστές σκοτώνουν τη φαντασία ενώ ταυτόχρονα αποπολιτικοποιούν κάθε ίχνος της μάθησης και της διδασκαλίας.
Η μόνη γλώσσα που γνωρίζουν είναι η συζήτηση για το κέρδος και η ιεραρχική γλώσσα της πειθαρχίας. Ο John Taylor Gatto επισημαίνει ορισμένα στοιχεία αυτής της παιδαγωγικής της καταστολής δηλαδή ότι τα σχολεία διδάσκουν τη σύγχυση, αγνοώντας τα ιστορικά και σχεσιακά πλαίσια. [18]
Κάθε θέμα διδάσκεται απομονωμένο δια μέσου αποστειρωμένων κομματιών πληροφοριών που δεν τα συνδέουν κοινές έννοιες ή περιεχόμενο.
Μια παιδαγωγική της καταστολής καθορίζει τους μαθητές σε μεγάλο βαθμό από τις ελλείψεις της και όχι από τα ισχυρά της σημεία , και με αυτόν τον τρόπο τους πείθει ότι οι μόνοι άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν κάτι είναι οι εμπειρογνώμονες – που όλο και περισσότερο προέρχονται από τις τάξεις της ελίτ και τα σημερινά επιχειρηματικά στελέχη και οι οποίοι εισηγούνται τα νέα μοντέλα της ηγεσίας υπό το σημερινό καθεστώς του νεοφιλελευθερισμού. Μεγάλοι ιστορικοί ηγέτες, με αυξημένη κοινωνική συνείδηση και παρουσία, όπως ο Martin Luther King Jr. , Rosa Parks, ο Νέλσον Μαντέλα, ο John Dewey, ο Paulo Freire και ο Μαχάτμα Γκάντι παραπέμπονται στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Οι μαθητές διδάσκονται μόνο να νοιάζονται για τους εαυτούς τους και να αντιλαμβάνονται οποιοδήποτε νοιάξιμο για τους άλλους ως μια ευθύνη, αν όχι σαν κάτι παθολογικό. Οι ηθικές ανησυχίες υπό αυτές τις συνθήκες γίνονται αντιληπτές ως εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν. Ο ναρκισσισμός συνάμα με μια ακαθόριστη έννοια του ατομικισμού είναι η νέα κανονικότητα, ο νέος ηθικός κώδικας.
Σύμφωνα με την παιδαγωγική της καταστολής, οι μαθητές προετοιμάζονται να λησμονούν το σεβασμό στη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, και οτιδήποτε θα μπορούσε να συνδέει την εκπαίδευση με την κοινωνική αλλαγή. Υποστηρίζουν πως δεν έχουν δικαιώματα και ότι τα δικαιώματα περιορίζονται μόνο σε όσους έχουν εξουσία. Πρόκειται για μια παιδαγωγική που σκοτώνει το πνεύμα, προμοτάρει τον κομφορμισμό, και είναι πιο κατάλληλη για μια απολυταρχική κοινωνία παρά για μια δημοκρατία. Αυτό που είναι ανησυχητικό σχετικά με τα απομεταρρυθμιστές της νέας εκπαιδευτικής πολιτικής δεν είναι μόνο πώς οι πολιτικές τους έχουν αποτύχει, αλλά ο βαθμός στον οποίο οι πολιτικές τους έχουν αγκαλιαστεί από τους φιλελεύθερους και τους συντηρητικούς, τόσο στο δημοκρατικό όσο και στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα παρά την προφανή τους αποτυχία.[19] Η Broader, Bolder Approach to Education σε μια μελέτη για την εκπαίδευση παρέχει έναν κατάλογο των εν λόγω ελλείψεων που είναι κατατοπιστικές. Τα αποτελέσματα των μέτρων της απομεταρρύθμισης που επισημαίνονται στη μελέτη οδηγούν στη διαπίστωση πως:[20]
Οι βαθμολογίες των test αυξήθηκαν λιγότερο και το χάσμα προόδου των μαθητών μεγάλωσε περισσότερο στις υπό «μεταρρύθμιση» περιοχές , σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι στις υπόλοιπες αστικές περιοχές. Οι δημοσιευμένες επιτυχίες συγκεκριμένων- στοχευμένων μαθητών εξατμίζονται με μια προσεκτικότερη ματιά. Κι όσον αφορά την άλλη κατηγορία των τεστ, τα τεστ αποτίμησης και λογοδοσίας, περισσότερο πυκνώνουν παρά αραιώνουν τις ταξινομήσεις των έμπειρων δασκάλων, αλλά αυτό δε σημαίνει αυτόματα πως είναι κακοί δάσκαλοι.
Το κλείσιμο των σχολείων δεν στέλνει τους μαθητές σε καλύτερα σχολεία και δεν εξοικονομεί χρήματα στις σχολικές περιφέρειες. Τα charterschools περισσότερο αποδιοργανώνουν, παρέχοντας ένα μείγμα παροχών, κυρίως για τους μαθητές με τις υψηλότερες ανάγκες. Η έμφαση σε αυτές τις ευρέως διαλαλημένες μεταρρυθμίσεις, τις υπαγορευμένες από τους νόμους της αγοράς, δίνεται στους πόρους από πρωτοβουλίες με τη μεγαλύτερη υπόσχεση. Οι μεταρρυθμίσεις δε λαμβάνουν υπόψη τους ένα σημαντικό παράγοντα που διευρύνει το χάσμα των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων: την επίδραση της φτώχειας στις ακαδημαϊκές επιδόσεις. Η πραγματική, σταθερή και διαρκή αλλαγή απαιτεί στρατηγικές που να είναι πιο ρεαλιστικές, πολύπλευρες, με περισσότερη καρτερικότητα.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ:ΓΡΑΨΕ 100 ΦΟΡΕΣ ΤΗ ΦΡΑΣΗ «ΤΑ ΤΕΣΤ ΥΨΗΛΟΥ ΡΙΣΚΟΥ ΑΥΞΑΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΜΑΘΗΣΗ»
Ο δουλοπρεπής ενθουσιασμός των cheerleaders των εκπαιδευτικών πολιτικών με γνώμονα τους νόμους της αγοράς καθίσταται ιδιαίτερα αστήρικτος ηθικά και πολιτικά υπό το πρίσμα του αυξανόμενου αριθμού των σκανδάλων που έχουν ξεσπάσει γύρω από τα διογκωμένα αποτελέσματα των test και άλλες μορφές εξαπάτησης που διαπράχθηκαν από τους υπερασπιστές των test υψηλού ρίσκου και των charterschools[21]. O David Kirp κάνει μια σημαντική αναφορά σχετικά με τη σοβαρότητα και την έκταση των σκανδάλων και τις πρόσφατες αποτυχίες αυτής της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Γράφει:
Στις τελευταίες εκλογές για τα σχολικά συμβούλια του Λος Άντζελες, ο υποψήφιος που τόλμησε να αμφισβητήσει την υπερβολική εξάρτηση των αποτελεσμάτων των test με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και την αδικαιολόγητη βιασύνη να εγκρίθούν τα charterschools, νίκησε παρά το γεγονός πως είχε συγκεντρωθεί το ποσό των $ 4.000.000, συμπεριλαμβανομένων και 1.000.000 δολαρίων από το Δήμαρχο της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ και 250 χιλιάδες δολάρια από τη Rupert Murdoch’s News Corp, για να τον συντρίψουν.
Η πρώην επικεφαλής της Ατλάντα στο Beverly Hall , που υποστήριζε πανηγυρικά την ενίσχυση εξεταστικών δοκιμασιών (test) των μαθητών με κάθε κόστος και πάση θυσία , έχει παραπεμφθεί σε δίκη για ένα τεράστιο σκάνδαλο εξαπάτησης. Η Michelle Rhee , η πρώην επικεφαλής των σχολείων στην Ουάσιγκτον που λάτρευε τα τεστ λογοδοσίας, αντιμετωπίζει κατηγορίες , με βάση ένα σημείωμα που δημοσιεύθηκε από το βετεράνο ανταποκριτή του PBS για τα εκπαιδευτικά θέματα John Merrow, ότι ήξερε, και δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει , την εκτεταμένη κλοπή. Σε μια επιφυλλίδα στην Washington Post , ο Bill Gates , ο οποίος έχει ξοδέψει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για την προώθηση των τεστ υψηλού ρίσκου και την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών με βάση τα τεστ , έκανε μεταβολή και παρακίνησε ευγενικά , για μια πιο ήπια προσέγγιση, ώστε οι εκπαιδευτικοί να μπορέσουν να την ενστερνιστούν. Οι γονείς στη Νέα Υόρκη οργάνωσαν μια διαμαρτυρία , δηλώνοντας πως δε θα επιτρέψουν στα παιδιά τους να λάβουν μέρος σε νέες εξετάσεις . [22]
Ενώ οι παιδαγωγικές μέθοδοι της καταστολής παρουσιάζονται με ποικίλες μορφές και απευθύνονται σε ομάδες ατόμων σε διαφορετικά πλαίσια, όλες αυτές οι μέθοδοι στηρίζονται στο αξίωμα πως η παιδαγωγική είναι ένα σύνολο στρατηγικών και δεξιοτήτων που ασκείται κάθε φορά με την ίδια χρονοσειρά όταν διδάσκεται κάποιο προαποφασισμένο θέμα[23]. Στο πλαίσιο αυτό, η παιδαγωγική γίνεται συνώνυμη με την κατάρτιση σε τεχνικές δεξιότητες ή εμπειρικές πρακτικές. Δεν γίνεται κανένας λόγος εδώ για τη σύνδεση παιδαγωγικής με την κοινωνική και πολιτική αποστολή της αντίστασης, της ενδυνάμωσης και της εκδημοκρατισμού. Δεν γίνεται καμία προσπάθεια να φανεί πώς οι γνώσεις, οι αξίες, οι επιδιώξεις και οι κοινωνικές σχέσεις έχουν πάντα σχέση με την εξουσία. Οποιαδήποτε βιώσιμη αντίληψη της κριτικής παιδαγωγικής πρέπει να απορρίψει τέτοιους ορισμούς της διδασκαλίας και των υπέρμετρων απομιμήσεων της ακόμα και όταν αυτά απαιτούνται ως μέρος μιας ριζοσπαστικής συζήτησης ή σχετικού έργου.
Σε αντίθεση με τον ουσιαστικό υποβιβασμό της παιδαγωγικής σε μια απλή μέθοδο, η οποία δεν συσχετίζει το άτομο με τη δημόσια ζωή, την κοινωνική ευθύνη ή τις απαιτήσεις της ιδιότητας του πολίτη, η κριτική παιδαγωγική προσπαθεί να φωτίσει τις σχέσεις μεταξύ γνώσης, εξουσίας και δύναμης. [24]
Για παράδειγμα, εγείρει ερωτήματα σχετικά με το ποιος έχει τον έλεγχο για την παραγωγή της γνώσης, όπως για το αναλυτικό πρόγραμμα που προωθείται από τους δασκάλους, τις εκδοτικές εταιρείες, τα επιχειρηματικά συμφέροντα ή άλλες δυνάμεις;
Σημαντικό σε οποιαδήποτε βιώσιμη αντίληψη του ορισμού της παιδαγωγικής ως κριτικής είναι εν μέρει η αναγνώριση ότι αυτή η παιδαγωγική είναι πάντα μια σκόπιμη, προμελετημένη προσπάθεια από την πλευρά των εκπαιδευτικών να επηρεάσουν το τι και το πώς στις μορφές της γνώσης και να επηρεάσουν τις υποκειμενικότητες που παράγονται σε συγκεκριμένα κοινωνικά σχεσιακά πλαίσια.
Σε αυτή την περίπτωση η κριτική παιδαγωγική εφιστά την προσοχή στους τρόπους με τους οποίους παράγεται η γνώση, η δύναμη, οι επιδιώξεις, οι εμπειρίες σε συγκεκριμένες συνθήκες μάθησης και με τον τρόπο αυτό απορρίπτει την ιδέα πως η διδασκαλία είναι απλά μια μέθοδος άσχετη με θέματα όπως αξίες , πρότυπα ,εξουσία – ή, κάθε θέμα , και προβάλλει τον αγώνα αυτό καθαυτό και το μέλλον που προτείνει για τους νέους ανθρώπους.
Αντί να προβάλει τη δική της επιρροή, προκειμένου να ασκήσει εξουσία πάνω σε παθητικά υποκείμενα, η κριτική παιδαγωγική καθορίζεται μέσα σε ένα πλαίσιο που θεωρεί την εκπαίδευση ως το επίκεντρο δημιουργώντας μαθητές που είναι κοινωνικά υπεύθυνοι και πολιτικά συνειδητοποιημένοι . Αυτό το είδος της παιδαγωγικής ενισχύει την αντίληψη ότι τα δημόσια σχολεία αποτελούν μέρος της δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας, η εκπαίδευση είναι το θεμέλιο για κάθε δημοκρατία σε εξέλιξη και οι δάσκαλοι είναι οι πιο καθοριστικοί και υπεύθυνοι παράγοντες για την προώθηση της εν λόγω εκπαίδευσης.
Αυτή η προσέγγιση της κριτικής παιδαγωγικής δεν μειώνει την εκπαιδευτική πρακτική σε μια τεχνογνωσία μεθοδολογιών. Τονίζει, αντίθετα, τη σημασία της κατανόησης του τι πραγματικά συμβαίνει μέσα στην τάξη και σε άλλα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα εγείροντας ερωτήματα όπως: Ποια είναι η σχέση μεταξύ της μάθησης και της κοινωνικής αλλαγής; Ποια είναι η γνώση που αξίζει περισσότερο; Τι σημαίνει να ξέρεις κάτι; Και ποια κατεύθυνση πρέπει να επιδιώκουμε; Ωστόσο, οι αρχές και οι στόχοι της κριτικής παιδαγωγικής εμπεριέχουν περισσότερα. Η Παιδαγωγική αφορά ταυτόχρονα τις γνώσεις και τις πρακτικές των εκπαιδευτικών και των μαθητών που συμμετέχουν από κοινού καθώς και τις αξίες, τις κοινωνικές σχέσεις και τα οράματα που νομιμοποιούνται από αυτές τις γνώσεις και πρακτικές. Μια τέτοια παιδαγωγική αφουγκράζεται τους μαθητές, τους δίνει φωνή και ρόλο στη δική τους μάθηση, και αναγνωρίζει ότι όχι μόνο οι εκπαιδευτικοί εκπαιδεύουν τους μαθητές αλλά και ότι κι εκείνοι μαθαίνουν από τους μαθητές τους .
Επιπλέον , η παιδαγωγική νοείται ως ηθική και πολιτική πρακτική που εμπλέκεται πάντα με τις σχέσεις εξουσίας , διότι προσφέρει ιδιαίτερες ερμηνείες και οράματα για την κοινωνική ζωή , την κοινότητα , το μέλλον , και πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε αναπαραστάσεις του εαυτού μας , των άλλων, του φυσικού και κοινωνικού μας περιβάλλοντος . H Παιδαγωγική προάγει το διάλογο για την εξουσία, τις αξίες , τις κοινωνικές σχέσεις , και τι σημαίνει το μέλλον . Νομιμοποιεί ιδιαίτερους τρόπους μάθησης , πηγάζει από την υπάρχουσα πραγματικότητα ,και φέρνει στο φως τους συσχετισμούς με όλα τα υπόλοιπα. Όπως παρατήρησε ο Roger Simon , “αντιπροσωπεύει μια εκδοχή των ονείρων για τον εαυτό μας , τα παιδιά μας και τις κοινότητές μας . Αλλά αυτά τα όνειρα δεν είναι ποτέ ουδέτερα ·στο βαθμό που έχουν εμπλακεί στη συνδιοργάνωση του μέλλοντος για τους άλλους, έχουν πάντα μια ηθική και πολιτική διάσταση.”[25] Από την άποψη αυτή , κάθε ενασχόληση με την παιδαγωγική πρέπει να ξεκινά με μια συζήτηση για τις εκπαιδευτικές πρακτικές ως συγκεκριμένους τρόπους που ορίζουν την αίσθηση της ταυτότητας , του χώρου, του κόπου, και πάνω απ ‘όλα , της αξίας που σχηματίζεται από πρακτικές που οργανώνουν τη γνώση και τη νοηματοδότηση της.
Κεντρικό επιχείρημα μου είναι η παραδοχή ότι η πολιτική δεν είναι μόνο ό, τι αφορά την εξουσία, αλλά επίσης, “έχει να κάνει με πολιτικές κρίσεις και επιλογές αξιών”, [26] που υποδεικνύει ότι τα ζητήματα της αστικής παιδείας και η κριτική παιδαγωγική (η εκπαίδευση πώς να γίνει κάποιος ικανός πολίτης) είναι κεντρικής σημασίας θέμα στον αγώνα για την πολιτική διαμεσολάβηση και τη δημοκρατία.
Η κριτική παιδαγωγική δεν αποδέχεται τον ισχυρισμό πως οι μαθητές είναι αποταμιευτικά δοχεία που παθητικά αφομοιώνουν νεκρές γνώσεις. Αντίθετα εμπεριέχει μορφές διδασκαλίας που προσφέρουν στους μαθητές την πρόκληση να μεταμορφώσουν τη γνώση και όχι απλά να «μεταποιήσουν τις γνώσεις που έχουν ήδη διδαχτεί»[27]
Υπό αυτές τις συνθήκες αυτές, η κριτική παιδαγωγική γίνεται οδηγία και παρεμβαίνει σε εκείνη την πλευρά της που παράγει την ουσιαστική δημοκρατική κοινωνία. Αυτό είναι που κάνει την κριτική παιδαγωγική διαφορετική από την κατάρτιση. Και αυτό ακριβώς είναι η αποτυχία της διασύνδεσης της κατάρτισης με τις δημοκρατικές λειτουργίες και στόχους, που προάγει λογικές παιδαγωγικών προσεγγίσεων, οι οποίες απογυμνώνουν τη σημασία αυτού που πρέπει να διδάσκεται από τις κριτικές και δημοκρατικές του δυνατότητες.[28]
Η Κριτική παιδαγωγική γίνεται επικίνδυνη για την τρέχουσα ιστορική στιγμή διότι υπογραμμίζει την κριτική αντανάκλαση, γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ μάθησης και καθημερινής ζωής, εμβαθύνει στην κατανόηση της σύνδεσης μεταξύ εξουσίας και δύσκολης γνώσης, διευρύνει τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ταυτότητες, χρησιμοποιώντας ιστορικές πηγές.Αντί να αντιλαμβανόμαστε τη διδασκαλία, ως τεχνική μεθοδολογία , η παιδαγωγική, στην ευρύτερη κριτική έννοια της ορίζει πως η μάθηση δεν είναι οι απομνημονευμένες νεκρές γνώσεις και δεξιότητες που σχετίζονται με την κατάρτιση, τις εξετάσεις, τα διαγωνίσματα , αλλά επιδίδεται σε έναν εκτεταμένο αγώνα για τα ατομικά δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Η βασική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί μέσα στην τρέχουσα εποχή του νεοφιλελευθερισμού, του μιλιταρισμού, του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, είναι η δημιουργία προϋποθέσεων για τους μαθητές ώστε να αντιληφθούν τον τρόπο μετάδοσης της γνώσης σε σχέση με τη δύναμη του αυτοπροσδιορισμού τους και της κοινωνικής τους αυτονομίας. Εν μέρει, αυτά που παρέχει στους μαθητές, είναι οι δεξιότητες, οι ιδέες, οι αξίες και το κύρος για να θρέφουν μια ουσιαστική δημοκρατία, να αναγνωρίζουν την αντιδημοκρατική μορφή της εξουσίας και να αγωνίζονται για να ξεριζώσουν τις βαθιά ριζωμένες αδικίες σε μια κοινωνία και ευρύτερα σε ένα κόσμο που στηρίζεται στις συστηματικές οικονομικές , φυλετικές ανισότητες και διακρίσεις.
Οποιαδήποτε βιώσιμη έννοια της κριτικής παιδαγωγικής , πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως σχέση κεντρικής σημασίας με την ίδια την πολιτική ως και όχι να αποσυνδεθεί η δημόσια εκπαίδευση από τα ευρύτερα κοινωνικά , οικονομικά και πολιτικά ζητήματα , θα πρέπει να συνδεθεί με τέτοιες δυνάμεις , ως μέρος μιας ευρύτερης κρίσης τόσο στην εκπαίδευση όσο και στη δημοκρατία . Τουλάχιστον , η εκπαίδευση πρέπει να θεωρηθεί ως μέρος ενός απελευθερωτικού έργου που απορρίπτει την ιδιωτικοποίηση και τον κορπορατισμό των δημόσιων σχολείων και τις φορολογικές και οικονομικές δυνάμεις που υποστηρίζουν αυτά τα άδικα σχολικά συστήματα . Η παιδαγωγική της πράξης , θα πρέπει να υποστηρίξει την κουλτούρα και τις σχέσεις εξουσίας που παρέχουν στους εκπαιδευτικούς την αίσθηση της αυτονομίας και του ελέγχου στις συνθήκες της εργασίας τους . Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να θεωρούνται ως δημόσιοι διανοούμενοι και ένα πολύτιμοι κοινωνικοί πόροι , και οι συνθήκες εργασίας τους και η αυτονομία τους , πρέπει να προστατεύονται . Σε αυτήν την περίπτωση , ο αγώνας για τη διατήρηση των εργατικών συνδικάτων πρέπει να επικεντρωθεί στη προστασία των δικαιωμάτων και των συνθηκών εργασίας που είναι απαραίτητες για τους εκπαιδευτικούς των δημόσιων σχολείων που διδάσκουν με αξιοπρέπεια σε συνθήκες σεβασμού κι όχι εξευτελισμού.
Η κριτική παιδαγωγική απορρίπτει τον υποβιβασμό της διδασκαλίας που στηρίζεται στην τυποποίηση της, τις μανίες μέτρησης και τα τεστ υψηλού ρίσκου. Τα τελευταία αποτελούν μέρος της παιδαγωγικής της κατάθλιψης και της συμμόρφωσης και δεν έχουν καμία σχέση με την παιδαγωγική της ενδυνάμωσης. Κεντρικό ζήτημα για την κριτική παιδαγωγική και τη διαμόρφωση και την καθιέρωση κουλτούρας που την καθιστά πιθανή , είναι η ανάγκη να επαναδιαμορφωθούν οι κρατικές δαπάνες και το αίτημα της μείωσης των δαπανών του πολέμου και του θανάτου, ώστε να χρηματοδοτηθούν η εκπαίδευση και τα κοινωνικά προγράμματα που ισχυροποιούν τη θεμελίωση μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Τα σχολεία είναι κάτι περισσότερο από μετρήσιμα ιδρύματα κοινής ωφέλειας, στη λογική της διαμεσολάβησης, των άθλιων τεστ και της βαρετής κατάρτισης. Στην πραγματικότητα τα προαναφερθέντα δεν έχουν καμία σχέση με την κριτική εκπαίδευση και παιδαγωγική και πρέπει να απορριφθούν ως κομμάτι της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων σχεδιασμών που είναι βαθιά αντιπνευματικοί, απολυταρχικοί και αντιδημοκρατικοί.
Η παιδαγωγική ως ηθικό και πολιτικό σχέδιο ,είναι ζωτικής σημασίας για τη δημιουργία των απαραίτητων παραγόντων μιας ριζοσπαστικής δημοκρατίας. Επιπλέον είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε πως η εκπαίδευση και η παιδαγωγική είναι συνδεδεμένες και εμπλέκονται στην παραγωγή όχι μόνο των ειδικών παραγόντων, μιας ιδιαίτερης άποψης για το παρόν και το μέλλον, αλλά και για το πώς οι γνώσεις, οι αξίες και οι επιθυμίες, και οι κοινωνικές σχέσεις είναι πάντα εμπλεκόμενες με την εξουσία. Εξουσία και ιδεολογία διαπερνούν όλες τις πτυχές της παιδείας και γίνονται μια πολύτιμη πηγή για κάποιον που καταπιάνεται με θέματα που προβληματίζουν όπως η σχέση εξουσίας και ελευθερίας, γλώσσας και εμπειρίας, διαφορετικής ανάγνωσης των κειμένων, και για τη διερεύνηση της δυναμικής των πολιτιστικών ρευμάτων. Η κριτική παιδαγωγική εξετάζει την εξουσία ως μια σχέση στην οποία οι συνθήκες παραγωγής επιτρέπουν στους μαθητές να συμμετάσχουν σε έναν πολιτισμό της ερώτησης, της αμφισβήτησης, της έγερσης, της απεύθυνσης ερωτημάτων που τους προβληματίζουν και τους ανησυχούν για την κοινωνία που βιώνουν, και για τον καθορισμό των ερωτήσεων που μπορεί να θέσει και τα πειθαρχικά σύνορα που μπορεί να ξεπεράσει.
Η εκπαίδευση ως ένα δημοκρατικό σχέδιο είναι μια ουτοπία ως προς το στόχο της επέκτασης και της εμβάθυνσης των ιδεολογικών και των υλικών συνθηκών που καθιστούν μια δημοκρατία πιθανή. Οι δάσκαλοι χρειάζεται να είναι ικανοί να δουλέψουν μαζί, να συνεργαστούν, να έρθουν σε επαφή με την κοινότητα, να εμπλακούν στη έρευνα που τροφοδοτεί τη διδασκαλία τους. Σε αυτήν την περίπτωση, η κριτική παιδαγωγική αρνείται την ατομική δομή της διδασκαλίας, η οποία τροφοδοτεί τις παραδοσιακές και τις ελεγχόμενες από τους νόμους της αγοράς, αντιλήψεις για την παιδαγωγική. Επιπλέον η κριτική παιδαγωγική πρέπει να παρέχει στους μαθητές γνώσεις, διάφορες μορφές εγγραματισμού, δεξιότητες, κριτική ικανότητα, κοινωνική ευθύνη και το πολιτικό κουράγιο που είναι απαραίτητο για να εμπλακούν ως κριτικά σκεπτόμενοι πρόθυμοι πολίτες στον αγώνα για μια σταθερή και δίκαιη κοινωνία.
Η κριτική παιδαγωγική είναι ένα κρίσιμο αντίδοτο κατά της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στη δημόσια εκπαίδευση, αλλά πρέπει να συνοδεύεται και να ενημερώνεται από ριζοσπαστικά και κοινωνικά κινήματα πρόθυμα για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση προς την κατεύθυνση της δημοκρατικής αλλαγής.[29] Ο αγώνας για τη δημόσια εκπαίδευση είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον αγώνα κατά της φτώχειας, του ρατσισμού, της βίας, του πολέμου, των υπερφίαλων αμυντικών εξοπλισμών, του μόνιμα κράτους- πολέμου , των καθιερωμένων κρατικών δολοφονιών, των βασανιστηρίων, της ανισότητας και μια σειρά άλλων αδικιών που φέρνει στο φως μια γρήγορη ματιά που σοκάρεται από το γεγονός τι είναι πια Αμερική και γιατί δεν μπορεί πλέον αναγνωρίσει τον εαυτό της μέσα από την ηθική και πολιτική των οραμάτων και των υποσχέσεων για μια ουσιαστική δημοκρατία. Και μια τέτοια προσπάθεια απαιτεί τόσο την αλλαγή στη συνείδηση και την οικοδόμηση κοινωνικών κινημάτων που είναι ευρεία και παγκόσμια , στην υλοποίησή τους.
Ο αγώνας της αναμόρφωσης της δημόσιας εκπαίδευσης στη δημοκρατική δημόσια σφαίρα απαιτεί την αμφισβήτηση των οπισθοδρομικών παιδαγωγικών, των γκετοποιημένων κοινοτήτων και τις πολιτιστικές και πολιτικές ζώνες πολέμου που χαρακτηρίζουν τη σημερινή Αμερική. Αυτές οι θέσεις των θανατηφόρων αποκλεισμών απαιτούν κάτι περισσότερο από το θέαμα της αγριότητας και της βίας που χρησιμοποιείται για να ενεργοποιήσει τους παρακμάζοντες πολιτιστικούς μηχανισμούς του casino καπιταλισμού. Απαιτείται η αντιμετώπισή τους με νέες φόρμες παιδαγωγικής , τρόπους ηθικής μαρτυρίας ς, συλλογική δράση και νέους τρόπους κοινωνικής ευθύνης. Όπως ο Martin Luther King «Καλούμαστε να μιλήσουσε για τον αδύναμο, για αυτόν που του έχουν στερήσει τη φωνή, για τα θύματα του έθνους μας και για αυτούς που αποκαλούν εχθρούς, γιατί κανένα έγγραφο γραμμένο από ανθρώπινα χέρια δε μπορεί να μας κάνει να πιστέψουμε πως αυτοί οι άνθρωποι είναι κάτι λιγότερο από αδέλφια μας.[30] Μπορούμε να επικαιροποιήσουμε το λόγο του King ενσωματώνοντας στην αδυναμία, στη σιωπή , τα θύματα του έθνους μας που είναι αυτοί που έχουν χαμηλό εισόδημα και τη φτωχή νεολαία των μειονοτήτων που βρίσκεται είτε στα δημόσια σχολεία είτε στις φυλακές με ολοένα και αυξανόμενους ρυθμούς. Αυτά τα παιδιά είναι μια γενιά για πέταμα για την απολυταρχική Αμερική. Είναι το περίσσευμα που με οδυνηρό τρόπο υπενθυμίζει στην ελίτ την ανάγκη των κοινωνικών παροχών, τη βιωσιμότητα του δημοσίου συμφέροντος και αυτές οι αρχές της οικονομικής ζωής υπάρχει ανάγκη να επανεξεταστούν ουσιαστικά.
Στις συνθήκες του νεοφιλελευθερισμού, έχει γίνει πιο δύσκολη η ανταπόκριση στις απαιτήσεις του κοινωνικού συμβολαίου, του δημόσιου αγαθού, και του κοινωνικού κράτους, που έχουν μείνει πλέον στο περιθώριο της κοινωνίας και προβάλλονται τόσο ως εμπόδιο αλλά και ως παθολογία. Ακόμα κι αυτές οι δυσκολίες πρέπει να ξεπεραστούν στο δρόμο της μεταρρύθμισης της δημόσιας εκπαίδευσης.
Ο αγώνας για τη δημόσια εκπαίδευση είναι ο πιο σημαντικός αγώνας στον 21ο αιώνα γιατί είναι μία από τις ελάχιστες δημόσιες σφαίρες όπου απέμειναν ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις, ανάπτυξη παιδαγωγικών , ενεργοποίηση τρόπων δόμησης του ενεργού πολίτη, σε διαμορφωτικά πολιτιστικά πλαίσια που να μπορούν να βελτιώσουν και να θρέψουν την κριτική σκέψη, την αμφισβήτηση, τον πολιτικό εγγραμματισμό και κοινωνικά κινήματα ικανά να μάχονται ενάντια στις αντιδημοκρατικές δυνάμεις που οδηγούν στο σκοτάδι, σε άγριες και τρομερές στιγμές. Ρίχνουμε κλεφτές ματιές σε τέτοιους αγώνες , όπως στο Σικάγο και σε άλλες πολιτείες ή σε άλλα μέρη του πλανήτη και μπορούμε μονάχα να ελπίζουμε πως αυτά τα κινήματα δε θα προσφέρουν απλά μια νέα αντίληψη- κατανόηση της σχέσης ανάμεσα στην πολιτική την παιδαγωγική και τη δημοκρατία, αλλά θα συμβάλλουν στη φαντασία και στην ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο.
[1]
[1] Έχω δανειστεί αυτόν τον όρο από τον DavidGraeber, “DeadZonesoftheImagination,” HAU: JournalofEthnographicTheory 2 (2012): 105-128.
[2]
[2] Έχω αναλύσει διεξοδικά αυτό το θέμα στο Henry A. Giroux , «Νεολαία σε μια ύποπτη Κοινωνία»
Democracy or Disposability (New York: Palgrave, 2010).
[3]
[3]Δες Michael D. Yates, “Public School Teachers: New Unions, New Alliances, New Politics,” http://truth-out.org/opinion/item/17756-public-school-teachers-new-unions-new-alliances-new-politics Truthout (July 24, 2013). Δείτε επίσης το Ιούνιο του 2013 ειδικό τεύχος του Monthly Review, επιμέλεια από τον Michael Yates, on “Public School Teachers Fighting Back.”
[4]
[4] Για μια εξαιρετική κριτική αυτού του τύπου των εταιρικών εκπαιδευτικών μη-μεταρρύθμισεων, βλέπε KennethJ. Saltman, TheFailureofCorporateSchoolReform (Boulder: ParadigmPublishers, 2013).
[5]
[5]JodySokolower , «Σχολεία και ο νέος JimCrow (φυλετικοί νόμοι που ίσχυσαν από το 1876 ως το 1965 , οι οποίοι συστηματοποίησαν μια σειρά οικονομικών , κοινωνικών και εκπαιδευτικών μειονεκτημάτων): Μια συνέντευξη με τη MichelleAlexander
Truthout (4 Ιουνίου 2013).
Τα θέματα αυτά αναπτύσσονται πληρέστερα από τη Michelle Alexander , «Jim Crow : Μαζική Φυλάκιση στην εποχή της Αχρωματοψίας» ( New York : New Press, 2012 )
[6]
[6]John Tierney, “The Coming Revolution in Public Education,” The Atlantic (April 25, 2013). http://www.theatlantic.com/national/archive/2013/04/the-coming-revolution-in-public-education/275163
[7]
[7] Βλέπε, για παράδειγμα, KristinRawls, «Η εκπαίδευση στη Βόρεια Καρολίνα γίνεται ο πρώτος στόχος μιας βάναυσης επίθεσης που μαίνεται στην Αμερική,” AlterNet (31 Ιούλη 2013). http://www.alternet.org/activism/moral-monday-and-education
[8]
[8] Δύο παραδείγματα των χρηματοδοτήσεων των εταιρειών- δωρητών και ιδρυμάτων τους, βλέπε KatherineStewart, “TheRight–wingDonorsWhoFuelAmerica’sCultureWars,” TheGuardian (23 Απριλίου 2013),: http://www .theguardian.com/commentisfree/2013/apr/23/rightwing–donors–fuel–america–culture–wars? και JohnNicholsκαι RobertW. McChesney, Dollarocracy: HowtheMoneyandMediaElectionComplexisDestroyingAmerica (NewYork: NationBooks, 2013).
[9]
[9]Luisa Kroll, “Gates Foundation Responds to GSR Bracelets Controversy,” Forbes (June 13, 2012). Online: http://www.forbes.com/sites/luisakroll/2012/06/13/gates-foundation-responds-to-gsr-bracelets-controversy
[10]
[10]Sokolower, «Schools and the New Jim Crow»
[11]
[11]Sokolower, «Schools and the New Jim Crow»
[12]
[12] Jaisol Noor, “Study Links High Stakes Testing to Higher Incarceration Rates,” The Real News Network (July 20, 2013). http://therealnews.com/t2/index.php?option=com_content&task=view&id=31&Itemid=74&jumival=10458
[13]
[13]Stephanie Simon, “Biosensors to Monitor Students’ Attentiveness,” Reuters (June 12, 2012). Online: http://www.reuters.com/article/2012/06/13/us-usa-education-gates-idUSBRE85C01820120613
[14]
[14]Kenneth Saltman, The Gift of Education: Public Education and Venture Philosophy (New York: Palgrave Macmillan, 2012).
[15]
[15] Daniel Falcone, “Noam Chomsky on Democracy and Education in the 21st Century and Beyond,” Truthout (June 1, 2013).
http://www.truth-out.org/opinion/item/16651-noam-chomsky-on-democracy-and-education-in-the-21st-century-and-beyond
[16]
[16]David Sirota, “It’s No Coincidence that the Public Education and Poverty Crises Are Happening at the Same Time,” Alternet (June 3, 2013).
http://www.alternet.org/education/us-department-education-releases-study-schools-and-poverty-rate
[17]
[17]Sheldon S. Wolin, Democracy Incorporated: Managed Democracy and the Specter of Inverted Totalitarianism (Princeton University Press, 2008), p. ix.
[18]
[18]John Gatto, Dumbing Us Down: The Hidden Curriculum of Compulsory Schooling, second revised edition (Gabriola Island, Canada: New Society Publishers, 2002).
[19]
[19] Για τη επιθετική φύση αυτών των μεταρρυθμίσεων βλ. HenryA. Giroux, EducationandtheCrisisofPublicValues (NewYork: PeterLang, 2012); andMichaelGecan, “HowPredatoryReformersAreDestroyingEducationandProfitingatOurChildren’sExpense,” AlterNet (June 14, 2013), online: http://www.alternet.org/education/how–predatory–reformers–are–destroying–education–and–profiting–our–childrens–expense.Για την αποτυχία αυτών των μεταρρυθμίσεων , οι εργασίες των:KennethSaltman, DianeRavitch, HenryA. Giroux, JonathanKozol, ShirleySteinberg, bellhooks, andothers
[20]
[20]Elaine Weiss and Don Long, Market-oriented education reforms’ rhetoric trumps reality: The impacts of test-based teacher revaluations, school closures, and increased charter school access on student outcomes in Chicago, New York City, and Washington, D.C. (Washington, DC: Broader, Bolder Approach to Education (April 22, 2013).
http://www.epi.org/files/2013/bba-rhetoric-trumps-reality.pdf
[21]
[21]Jaisol Noor, “Massive Cheating ScandalsRockSchool Districts Nationwide,” The Real News Network (April 20, 2013). Online: http://therealnews.com/t2/index.php?option=com_content&task=view&id=31&Itemid=74&jumival=10102.
[22]
[22]Kirp, “Why Cheating Scandals and Parent Rebellions Are Erupting in Schools in New York, Washington, D.C., and Atlanta.” http://www.slate.com/articles/news_and_politics/science/2013/05/cheating_scandals_and_parent_rebellions_high_stakes_school_testing_is_doomed.h
[23]
[23] Σημείωση δική μου: Η αντιμετώπιση της παιδαγωγικής ως τυποποιημένης επαναλαμβανόμενης ενέργειας έχει στόχο τη «μηχανοποίηση» της στο μέλλον
[24]
[24]Maria Nikolakaki (ed.), Critical Pedagogy in the Dark Ages: Challenges and Possibilities (New York: Peter Lang, 2012); and Henry A. Giroux, On Critical Pedagogy (New York: Continuum, 2011).
[25]
[25]Roger Simon, “Empowerment as a Pedagogy of Possibility,” Language Arts 64:4 (April 1987), p. 372.
[26]
[26] Cornelius Castoriadis, “Institutions and Autonomy.” In Peter Osborne (ed.), A Critical Sense (New York: Routledge, 1996), p. 8.
[27]
[27] Chandra Mohanty, “On Race and Voice: Challenges for Liberal Education in the 1990s,” Cultural Critique (Winter 1989-1990), p. 192.
[28]
[28]Amy Gutman, Democratic Education (Princeton: Princeton University Press, 1999).
[29]
[29]Stanley Aronowitz, “Education Rediscovered,” The Indypendent, Issue #155 (September 9, 2010)
[30]
[30] Martin Luther King, Jr., “Beyond Vietnam: A Time to Break Silence.” Information Clearing House. April 4, 1967http://www.informationclearinghouse.info/article2564.htm