ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΎ Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ανεξάρτητες  αυτόνομες  αγωνιστικές  ριζοσπαστικές

Π ΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ Π.Ε.

 

 

Από τον επιθεωρητισμό στην ολοκληρωτική αξιολόγηση

Μετά τις δύο πρώτες ιστορικές φάσεις της επιχείρησης αξιολόγησης του εκπαιδευτικού στην ελληνική εκπαίδευση ( επιθεωρητισμός και 30 χρόνια , 1982-2012, προτάσεων και ανεφάρμοστων νόμων και διατάξεων) , βρισκόμαστε μπροστά σε μια επιχειρούμενη ολοκληρωτική αξιολόγηση κάτω από το τρίπτυχο :  αξιολόγηση του εκπαιδευτικού,  αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και το πλαίσιο που διαμορφώνει η : «Ανεξάρτητη Αρχή διασφάλισης της Ποιότητας Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης».

Είναι φανερό όπως δείχνει και η ιστορική εμπειρία ότι η άσκηση εκπαιδευτικής πολιτικής δεν είναι θέμα  ψήφισης νόμων. Οι νόμοι είναι ανενεργοί όταν η κοινωνική δυναμική παρεμβάλλεται στις μονόπλευρες απόπειρες διαμόρφωσης του θεσμικού πλαισίου. Οι εκπαιδευτικοί της ζωντανής εκπαίδευσης δώσαμε  νικηφόρα τις μάχες κόντρα στις  όποιες απόπειρες για καθιέρωση  διαδικασιών και κριτηρίων αξιολόγησης. Όπως παρατηρεί  ο Μπάμπης  Νούτσος : « Κάθε νόμος που ψηφίζεται για να εφαρμοστεί , τουλάχιστον όσο αφορά την πολιτική εξουσία , πρέπει να έχει την καταρχήν συναίνεση των εκπαιδευτικών. Για να μπορέσει να λειτουργήσει στην πράξη , όπως σχεδιάστηκε , πρέπει να υπάρξει αυτή η συναίνεση». 

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση με στόχο το «Σχολείο της αγοράς»

Η τρέχουσα  πολιτική αξιολόγησης που επιχειρείται εγκαθιστά  μια διαδικασία πολυεπίπεδης ιεραρχικής  και γραφειοκρατικής επιτήρησης με προϋποθέσεις για αποτελεσματικότερη άσκηση  αυταρχικού και ολοκληρωτικού ελέγχου σε όλο το εύρος  της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δίνεται προτεραιότητα στο μάνατζμεντ  σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις,  η αξιολόγηση, έτσι όπως έχει σχεδιαστεί, έρχεται να επιτελέσει μια  ολοκληρωτική επιτήρηση σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Η αξιολόγηση είναι περιστασιακή, περιπτωσιακή και μηχανιστική. Καταργεί την «ιστορία» της τάξης και της σχολικής μονάδας και υποβιβάζει το εκπαιδευτικό έργο και την παιδαγωγική-διδακτική ικανότητα σε μετρήσιμο τεχνικό μέγεθος.  Η έκθεση αξιολόγησης καταγράφει αξιολογικές κρίσεις και μετατρέπει τον εκπαιδευτικό σε «ντοκουμέντο» για κάθε μελλοντική χρήση. Η λεγόμενη «αυτοαξιολόγηση» του εκπαιδευτικού, τοποθετημένη από τους «ειδήμονες» στην έναρξη της όλης διαδικασίας  ακυρώνεται στη συνέχεια , καθώς υπακούει και συμμορφώνεται στους σκοπούς, τις διαδικασίες και τις μεθοδολογικές προδιαγραφές της αξιολόγησης των αξιολογητών  και της «Ανεξάρτητης Αρχής».                                                                                                 Η σύνδεση της αξιολόγησης με την βαθμολογική εξέλιξη και τις ποσοστώσεις των προαγωγών επιτείνει τον ανταγωνισμό. Το κύρος που διαθέτει σαν έννοια η αξιολόγηση προσφέρεται για τη νομιμοποίηση απολύσεων κι αυτό ασκεί τρομοκρατία. Η συνάρτηση της αξιολόγησης με το «Πειθαρχικό Δίκαιο» καταργεί τα δικαιώματα των εκπαιδευτικών και θεσμοθετεί  τις πολιτικές  φόβου στην άσκηση  για πειθαρχία. Ο έντονος ανταγωνισμός εκπαιδευτικών  υπονομεύει τις διαδικασίες συλλογικότητας που υποτίθεται ότι επιδιώκονται με την «εσωτερική αξιολόγηση» των σχολικών μονάδων. Ο Σύλλογος Διδασκόντων χάνει, έτσι, την όποια συλλογική έκφραση και δυναμική για «ενίσχυση των σχέσεων και των συνεργασιών». Με την ευθύνη που αναλαμβάνει για τη διεκπεραίωση της «εσωτερικής αξιολόγησης» της σχολικής μονάδας, ο Σύλλογος μετατρέπεται σε προέκταση της κρατικής εξουσίας σε επίπεδο σχολικής μονάδας, μια και προδιαγράφεται επακριβώς κάθε τι που έχει σχέση με  τους σκοπούς, τις διαδικασίες, τα κριτήρια και τα αποτελέσματα.   Η ολοκληρωτική αξιολόγηση που σχεδιάζεται και προωθείται είναι το «Εργαστήριο» διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης και το όχημα για την εγκαθίδρυση και την καθιέρωση του «Σχολείου της Αγοράς», του σχολείου που κατ’ ευφημισμόν αποκαλείται «Νέο». Για να είναι αποτελεσματική η συγκρότηση του σχολείου της αγοράς απαραίτητη προϋπόθεση είναι η απόλυση μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών, η πειθάρχηση όσων εκπαιδευτικών εργάζονται, κάτω από νέες συνθήκες και εργασιακές σχέσεις, και η δραματική ανασυγκρότηση της επαγγελματικής τους ταυτότητας. 

Η ολοκληρωτική αξιολόγηση είναι το μέσο για την προώθηση μιας ανελεύθερης εκπαιδευτικής διαδικασίας όπου η διοικητική ιεραρχία θα ελέγχει και θα επιβάλλει, από τα πάνω προς τα κάτω, τις κοινωνικές σχέσεις και τις δραστηριότητες εκπαιδευτικών, διευθυντών και προϊσταμένων, με ρυθμίσεις που ευνοούν την καταστολή της ελεύθερης κρίσης και την περιστολή/περιφρόνηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους. Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα σύστημα αξιολόγησης/Εργαστήριο πολυεπίπεδου  ιεραρχικού πλαισίου, μέσα στο οποίο όλα θα είναι ορατά και παρακολουθήσιμα  και  που θα ευνοεί τη φίμωση, τη λογοκρισία, τον εκμαυλισμό, την κηδεμόνευση,  τη συμμόρφωση και τον εξανδραποδισμό. Κυρίαρχα όπλα στην υπόθεση αυτή θα είναι ο συγκεντρωτικός έλεγχος διαδικασιών και αποτελεσμάτων, ο αυταρχισμός, η αυθαιρεσία, η ανομία, ο ανταγωνισμός και η εξατομίκευση, οι πελατειακές σχέσεις και η διαπλοκή, ο προσεταιρισμός και η συναίνεση, το δέλεαρ, ο φόβος, η δυσφήμηση, ο ευφημισμός.  Όλα αυτά θα είναι διαβρωτικά των συλλογικών υποκειμένων και των συλλογικών δράσεων.                                                                                                                       Μέσα στη δίνη  των   αντιλαϊκών πολιτικών που εκπορεύονται από τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης και την υπογραφή των διαδοχικών μνημονίων και που  εφαρμόζονται τα τελευταία τρία χρόνια, στην Ελλάδα,  διαμορφώνονται τα προσδιοριστικά στοιχεία  μιας  αντίστοιχης εκπαιδευτικής πολιτικής που απορρέει από τις ίδιες νεοφιλελεύθερες/νεοσυντηρητικές κατευθύνσεις. Η προσπάθεια  για προώθηση των πολιτικών της λεγόμενης ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς και στην εκπαίδευση βρίσκεται σε έξαρση. Η συγκεκριμένη πολιτική  αξιολόγησης συνιστά μια ολοκληρωτική επίθεση  ενάντια στο δημόσιο σχολείο και στο δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα  της εκπαίδευσης που, σε συνδυασμό με την αποδιάρθρωση του κράτους πρόνοιας, προωθεί τη μετατροπή της σε προϊόν, εμπόρευμα και υπηρεσία στη λεγόμενη ελεύθερη αγορά.                                                                                                                                              Η ολοκληρωτική μορφή αξιολόγησης που επιχειρείται είναι σχεδιασμένη ώστε να μας υποβάλει σε διαδικασίες επαγγελματικής επανακοινωνικοποίησης, με στόχο τη  δραστική αλλαγή των απόψεών μας, των αντιλήψεών και των πρακτικών μας , με σαφείς νεοφιλελεύθερους προσανατολισμούς  για το «Νέο Σχολείο»  της αγοράς. Από αυτή την άποψη, το ζήτημα που τίθεται δεν είναι μόνο η απόρριψη του σχεδίου ολοκληρωτικής αξιολόγησης που επιχειρείται   αλλά ο αγώνας που θα χρειαστεί να γίνει ενάντια στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού που είναι το  όχημα για τη διάλυση του δημόσιου σχολείου.                                                             Ζούμε σε μια εποχή όπου βρίσκεται σε εξέλιξη η ολοκληρωτική ένταξη  όλο και περισσότερων δραστηριοτήτων, δημόσιων και κοινωνικών αγαθών και κοινωνικών υπηρεσιών,  στη λογική της ιδιωτικοποίησης και της κερδοφορίας. Είναι αυτό που αναφέρεται ως «ολοκληρωτικός» καπιταλισμός, όπου  το καθετί, από τις τηλεπικοινωνίες, τις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, τις συγκοινωνίες και  τις υποδομές (αεροδρόμια, λιμάνια, δρόμοι), την ενέργεια, την υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλεια και τις συντάξεις, την ύδρευση και τα τρόφιμα, έως τη διασκέδαση και τα απορρίμματα μετατρέπονται σε ανταγωνιστικά  πεδία  εμπορευματοποίησης  και οι πολίτες σε πελάτες/καταναλωτές.

Το διεθνές πλαίσιο όπως διαμορφώνεται από τον παγκόσμιο ολοκληρωτικό καπιταλισμό.

Από την νότια Αμερική ( Χιλή ,Μεξικό ,Κολομβία Βραζιλία κλπ ) όπου η εκπαιδευτική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό, καθώς η μία κυβέρνηση μετά την άλλη προωθούν μεταρρυθμίσεις που κάτω από τον μανδύα της αξιολόγησης και της «πιο αποτελεσματικής Παιδείας» επιδιώκουν απολύσεις, περικοπές, κατάργηση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και συρρίκνωση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης ,  μέχρι τις χώρες της Νότιας Ευρώπης,  ιδίως στην Ελλάδα και την Πορτογαλία,   οι ομοιότητες  δεν είναι συμπτωματικές. Οι εμπνευστές των πανομοιότυπων σχεδόν «μεταρρυθμίσεων» , ΟΟΣΑ , ΔΝΤ, ΕΕ  εξαπολύουν προπαγανδιστικούς μηχανισμούς για αξιοκρατία, για συντεχνίες που αρνούνται κάθε αλλαγή ώστε να μην χάσουν τα προνόμιά τους. Οι περίφημες «αξιολογήσεις», έτσι όπως προωθούνται, δεν αποτελούν παρά το πρώτο βήμα για την υλοποίηση της συρρίκνωσης του κράτους. Το επόμενο βήμα, είναι η εισαγωγή επιχειρηματικών κριτηρίων κέρδους και ανταγωνισμού στα σχολεία με απώτερο στόχο την ιδιωτικοποίησή τους. Οι εμπνευστές του νόμου με τον πολλά υποσχόμενο τίτλο, «Κανένα παιδί να μη μείνει πίσω» (NCLB), επί εποχής Μπους τζούνιορ,  όρισαν ως βασικό πρόβλημα της Παιδείας την κακή ποιότητα των εκπαιδευτικών και των συνδικάτων τους που απλώς προασπίζονται αδιάλλακτα τα πρόνομιά τους. Με βάση τον νέο νόμο εφαρμόστηκαν τυποποιημένες εξετάσεις και αξιολογήσεις για τη μέτρηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων έτσι που ανάλογα με τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να απολυθούν οι πρώτοι και να κλείσουν τα δεύτερα. Οι συνέπειες ήταν καταστροφικές για τα παιδιά και τους νέους των πιο φτωχών και περιθωριακών στρωμάτων του πληθυσμού. Το χάσμα ανάμεσα στις επιδόσεις των φτωχών και των πλούσιων μαθητών αυξήθηκε κατά 50%. Η ίδια η Ντάιν Ράβιτς, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης που διορίστηκε υφυπουργός Παιδείας από τον Μπους (πρεσβύτερο) και μετείχε ενθουσιωδώς στην εφαρμογή του φιλελεύθερου εκπαιδευτικού μοντέλου, σήμερα είναι πολέμιά του και τονίζει πως «το μόνο που προωθείται μέσα από ψεύτικες υποσχέσεις είναι να πλήξουν τα ιδιωτικά συμφέροντα τη δημόσια Παιδεία».                                                                                                                                              Τα λατινοαμερικανικά συνδικάτα των εκπαιδευτικών, τα οποία μήνες τώρα έχουν ξεσηκωθεί ενάντια στα σχέδια για μια ιδιωτικοποίηση της Παιδείας που προπαγανδίζονται με τον μανδύα της «αξιοκρατίας και αποτελεσματικότητας» θυμίζουν στους συναδέλφους στην Ευρώπη πως οι «νέες μεταρρυθμίσεις» που προωθούνται και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού δεν είναι παρά παλιές αποτυχημένες συνταγές. Το βασικό τους αποτέλεσμα είναι η υπονόμευση της ποιότητας της εκπαίδευσης και της ισότητας όλων των παιδιών στην μάθηση και την Παιδεία, η απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης και η ολοκληρωτική διάλυση του δημόσιου σχολείου .

Τι κάνουμε                                                                                                                                                         

Σε επίπεδο τάξης : Υπερασπιζόμαστε τη σχετική αυτονομία μας μέσα στη σχολική τάξη, δεν επιτρέπουμε σε κανένα να την απομειώσει  ή να την υποβαθμίσει κατά την άσκηση του έργου μας. Ο δάσκαλος,  είναι ενεργό υποκείμενο και οι επιλογές τους προκύπτουν από τις διευθετήσεις που κάνει μπροστά στις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα διλήμματα που αντιμετωπίζει καθημερινά. Εμπίπτει απόλυτα  στην αρμοδιότητα μας  να κρίνουμε  πως θα υπερασπισθούμε  ενεργά ή και θα διευρύνουμε τα περιθώρια σχετικής αυτονομίας που διαθέτουμε, για να προστατεύσουμε το διδακτικό και το παιδαγωγικό μας έργο από τη βίαιη εισβολή των αξιολογητών και τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις που αυτή θα έχει για το δημόσιο σχολείο. Κάθε πρόταση και αίτημα προϋποθέτει την άρνηση της ιδεο­λογικής χειραγώγησης και συμμόρφωσης.  Προϋποθέτει, ωστόσο, την καθημερινή ατομική και συλλογική δράση μας  για την ανατροπή όλων εκείνων των κοι­νωνικών και εκπαιδευτικών παραγόντων που  επηρεάζουν αρνητικά το εκπαιδευτικό έργο. Διεκδικούμε την ανάπτυξη της Δημοκρατίας και της  Συλλογικότητας στο σχολείο. Η ανάπτυξη της συνεργασίας, της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ των εκπαιδευτικών, ενάντια στην αξιολόγηση του ανταγωνισμού, της κατηγοριοποίησης, της ε­νοχοποίησης και απόρριψης των εκπαιδευτικών τίθενται σαν προτεραιότητα. Οι   επιλογές μας μπορούν να  διαμορφώνονται  μέσα από συλλογικές ζυμώσεις και κινητοποιήσεις σε επίπεδο σχολικής μονάδας ή συνδικαλιστικών οργάνων.                                                                                                                                                        Σε επίπεδο σχολικής μονάδας : Σαν εκπαιδευτικοί και σαν Σύλλογος Διδασκόντων οφείλουμε να  αντιμετωπίζουμε και να αναδεικνύουμε τα μικρά και μεγά­λα προβλήματα που αντιμετωπίζει κάθε σχο­λείο και γενικότερα η εκπαίδευση, διεκδικώ­ντας με την οργανωμένη δράση μας λύσεις. Η προώθηση των αιτημάτων του εκπαιδευτικού κινήματος μπορεί να διαμορφώσει ευνοϊκότε­ρες συνθήκες για την άσκηση του εκπαιδευτι­κού μας  ρόλου.   Μπορούμε και έχουμε κά­θε δικαίωμα να κρίνουμε τις υλικές συνθή­κες και το παιδαγωγικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ασκούμε το εκπαιδευτικό μας έργο.                                                                                Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ανάπτυξη πνεύματος και θεσμικού πλαισίου δημοκρατικών συλλογικών αποφάσεων προγραμματισμού και απολογισμού που να ορίζεται «από τα κάτω» και «από τα μέσα». Το να εμπλεκόμαστε , να υποστηρίζουμε, να εμπλουτίζουμε  και να ενθαρρύνουμε  αυτά που συμβαίνουν προς την κατεύθυνση αυτή είναι μια πολιτική παιδαγωγική με ουσιαστικές επιπτώσεις στην ποιότητα της διδασκαλίας, της μάθησης, της εργασίας, της ανάπτυξης και της ζωής εκπαιδευτικών και μαθητών. Η σχετική αυτονομία της σχολικής μονάδας καταχτιέται με τη διαμόρφωση και την άσκηση εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής της μονάδας που προκύπτει ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων, των αντιφάσεων και των διλημμάτων στα οποία  καλούμαστε  να δώσουμε  άμεσες λύσεις. Συνειδητοποιώντας τα όρια της σχετικής μας αυτονομίας μπορούμε να την αξιοποιήσουμε με μετασχηματιστικό προσανατολισμό.  Ο βαθμός και η έκταση, αυτής της αξιοποίησης εξαρτάται από τους τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι παρεμβαίνουμε στην καθημερινή εκπαιδευτική μας πράξη. Πρακτικές π.χ. παραίτησης, απόσυρσης, ιδιώτευσης και μετάθεσης των ευθυνών στο σύστημα ή ακόμα και στα συνδικάτα συντελούν στη συρρίκνωση της σχετικής μας αυτονομίας. Αποκτούμε  θεμελιωμένη εμπειρία από την πράξη , όταν αυτή πλαισιώνεται θεωρητικά. Για να  πλαισιώσουμε  θεωρητικά την εμπειρία μας ενεργοποιούμε  τις στοχαστικές/κριτικές διαδικασίες και γινόμαστε  συνειδητά υποκείμενα των πρακτικών επιλογών μας . Έτσι, ουσιαστικά δημιουργούμε προϋποθέσεις ώστε να αποφεύγουμε  τις οριστικές και τελεσίδικες διευθετήσεις και να  μετασχηματίζουμε  τις συνθήκες και όρους εργασίας μας, μέσα από τη διαλεκτική σχέση θεωρίας-πράξης, γνώσης-εμπειρίας, , παράδοσης-αλλαγής. Η σχολική μονάδα και ο Σύλλογος Διδασκόντων είναι τα πεδία στα οποία διαμορφώνουμε  μια διαβίου σχέση ζωής, συλλογικής διαπραγμάτευσης και πάλης στο σχολείο και για το σχολείο και την κοινωνία.                                                                                                                                                              Έχουμε κάθε δικαίωμα να  αντισταθούμε στους “αξιολογητές – επιθεωρητές” ως εκπροσώπους του κράτους, ως εντολοδό­χους της κυβερνητικής πολιτικής, που επιδιώ­κουν την τυποποίηση του εκπαιδευτικού έργου και τη συμμόρφωση μας προς τις ‘άνωθεν” οδηγίες και υποδείξεις.                                                                                       Οποιαδή­ποτε εναλλακτική πρόταση προϋποθέτει ότι δε θα αποδε­χτούμε κανέναν “αξιολογητή – επιθεωρητή” στην τάξη και στο σχολείο. Γιατί, έτσι, αρνούμαστε να υπονομεύσουν το έργο μας.                                                                                                                                       Επιβάλλεται ακόμα η αξιολό­γηση των περικομμένων μισθών μας.  Γιατί οι μισθοί αυτοί συνιστούν μια σκληρότατη έκφραση της κρατικής αξιολόγησης, που απαξιώνει τους εκπαιδευτικούς και το έργο τους, με οδυνηρές συνέπειες στη λειτουργία του σχολείου. Δεν μπορούμε παράλληλα  παρά να απορρίψουμε  κάθε πρόταση που συνδέ­ει την αξιολόγηση ή την υπηρεσιακή κρίση με τη μισθολογική και βαθμολογική εξέλιξη.     Οργανώνοντας τον αγώνα μας. Κάθε πρόταση μας,  προϋποθέτει την ανάδειξη και διεκδίκηση όλων εκείνων                                                                                                                                                   των αι­τημάτων του εκπαιδευτικού κινήματος, για ένα σχολείο χωρίς ταξικούς φραγμούς και διακρί­σεις, σε μια κοινωνία που να κατοχυρώνει τα δικαιώματα στη μόρφωση, στην εργασία και τον πολιτισμό.                                                                                              .     Είμαστε  εκείνοι που έχουμε τη δύναμη και την αρμοδιότητα να αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία της δράσης    και να προστατεύουμε  την εκπαίδευση από το δίδυμο αξιολόγησης-αγοράς που για μια ακόμη φορά μας απειλεί.                                                                                                                                                                                              .     Είμαστε  εκείνοι που σχεδόν εδώ και τριάντα χρόνια υπερασπιζόμαστε ένα  δημόσιο δωρεάν σχολείο ουσιαστικής παιδείας για όλους. Δεν ξεχνάμε ότι το ανεξάρτητο ταξικό ρεύμα όρθωσε την ξεκάθαρη αντίθεσή του στην επελαύνουσα αξιολόγηση από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 – αρχές της δεκαετίας ’90 όταν το σύνολο του επίσημου κομματικού συνδικαλισμού συναινούσε με αυτήν. Ο πόλεμος  στον οποίο έχουμε  εμπλακεί, μέχρι σήμερα, με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, είναι μια παρακαταθήκη για το «νέο μέτωπο» που καλούμαστε να συγκροτήσουμε για νέες συλλογικότητες και νέες αντιστάσεις, μέσα στη δίνη του μνημονίου, της ανεργίας, των απολύσεων, των περικοπών και της φτώχειας .

Αρνούμαστε να συναινέσουμε στην εφαρμογή ενός συστήματος που αποσκοπεί:

  • Στη βαθμολογική και μισθολογική μας καθήλωση
  • Στην διαμόρφωση των δεξαμενών διαθεσιμότητας
  • Στην απόλυση μας και τελικά
    • Στην κατηγοριοποίηση των σχολείων και προοπτικά στην εξαφάνιση τους από το σχολικό χάρτη με την αξιοποίηση της επιστημονικής επίφασης ενός στρεβλού αξιολογικού αποτελέσματος ανεπάρκειας και αναποτελεσματικότητας

Καλούμε:

  • Τους διευθυντές των σχολικών μονάδων να μη συμμετέχουν στα επιμορφωτικά σεμινάρια για την αξιολόγηση και τους σχολικούς συμβούλους να μη συμπράξουν στην προετοιμασία τους.

Δηλώνουμε:

  • ότι οι σύλλογοι διδασκόντων θα επικαιροποιήσουν τις αποφάσεις τους σχετικά με την απροθυμία τους να προχωρήσουν καταρχήν στην αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας
  • θα μπλοκάρουμε τη διεξαγωγή των σεμιναρίων που πρόκειται να γίνουν στα στελέχη της εκπαίδευσης.
  • με βάση και τις αποφάσεις των επιμέρους ΓΣ θα διαγράφεται από το σύλλογο όποιος/α συμμετέχει στη διαδικασία αξιολόγησης συναδέλφων

 

Τριάντα χρόνια χωρίς επιθεωρητές και γραφειοκράτες ελεγκτές και αξιολογητές είναι, έτσι κι αλλιώς, μια μεγάλη νίκη του σχολείου. Είναι αυτή που μας δείχνει το δρόμο.