ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΗ παρέμβαση ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ – ΜΟΣΧΑΤΟΥ
Η προσπάθεια να εμφανιστεί ο νέος υπουργός παιδείας ως υπερκομματικός, τεχνοκράτης που θα σώσει την παιδεία, είναι τουλάχιστον ανιστόρητες. Η επιλογή Μπαμπινιώτη, είναι πολιτική επιλογή για προχώρημα των αναδιαρθρώσεων σε όλη την κλίμακα της εκπαίδευσης, για βάθεμα και συνέχιση του καταστροφικού για την κοινωνία και την παιδεία, έργου της υπουργού Διαμαντοπούλου, για επιτάχυνση της εφαρμογής ενός πλήρως αγοραίου σχολείου.
Ο νέος υπουργός παιδείας έχει πλούσιο παρελθόν. Δεν μπορούμε να λησμονούμε την περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, στην οποία για μια ακόμη φορά κεντρική θέση στα εκπαιδευτικά ζητήματα είχε αναλάβει ο πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής εταιρείας και του Αρσακείου, κ. Μπαμπινιώτης.
Πολλά από τα μέτρα που είχε προτείνει, παρά την καθολική αντίδραση του εκπαιδευτικού κινήματος, είχαν εφαρμοστεί, και θα εφαρμόζονταν όλα αν η κυβέρνηση δεν έπεφτε κάτω από το βάρος των λαϊκών αντιδράσεων, έχοντας στην πλάτη της δολοφονημένο το Ν. Τεμπονέρα, και ένα πρόγραμμα επιθετικού ξεπουλήματος και ιδιωτικοποιήσεων κάθε δημόσιου πλούτου και αγαθού.
Κατά την θητεία του κ. Μπαμπινιώτη επανέρχονται οι εξετάσεις σε Ε’ και Στ’ Δημοτικού, ανά τρίμηνο, με διπλή βαθμολογία των μαθητών.
Προτείνεται η εφαρμογή περιφερειακών εξετάσεων για την εισαγωγή στο Γυμνάσιο, κατά τα Θατσερικά πρότυπα που διεύρυναν τον βαθύ ταξικό αποκλεισμό των μαθητών από τις βασικές σπουδές.
Προτείνεται η αποδέσμευση της εγγραφής των μαθητών από τον τόπο διαμονής τους, στοχεύοντας σαφώς στη δημιουργία κατά Δήμο ενός σχολείου για την ελίτ, κάποιων σχολείων που θα ανταγωνίζονται για να μπουν στην Α’ εθνική, και των υπολοίπων που θα λειτουργούν για την «πλέμπα». Η πρόταση αυτή που κατηγοριοποιούσε σχολεία, μαθητές, εκπαιδευτικούς θα σχετιζόταν σαφώς και με τη χρηματοδότηση των σχολείων.
Προτείνεται η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών με βάση τις επιδόσεις των μαθητών τους.(Να γιατί τέτοια επιμονή στις εξετάσεις !!), με στόχο την απόλυτη διαφοροποίηση στο εκπαιδευτικό σώμα και τη διάσπαση των ενιαίων δικαιωμάτων.
20 χρόνια μετά, η υπουργός παιδείας Διαμαντοπούλου, εφάρμοσε ακριβώς αυτή την επιθετική νεοφιλελεύθερη πολιτική γραμμή. Μια υπουργός παιδείας που χρεώνεται για την πολιτική επιλογή της μη παροχής των βιβλίων στους μαθητές και παίρνει επάξια τον τίτλο της «υπουργού της φωτοτυπίας», τη διάλυση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τη διάλυση του δημόσιου και δωρεάν σχολείου και την προώθηση του «νέου σχολείου της αγοράς». Μια υπουργός παιδείας που χρεώνεται για τους λιγότερους διορισμούς εκπαιδευτικών από την δεκαετία του 50, μια υπουργός παιδείας που πιστή στις αγορές και στους δείκτες της PISA, τις συμφωνίες της Μπολόνια, Λισαβόνας της Ε.Ε., του ΟΟΣΑ. Και πάνω από όλα μια υπουργός παιδείας μέλος μιας λαομίσητης κυβέρνησης των τραπεζών, του κεφαλαίου, του ΔΝΤ. Πιστή στις επιταγές των μνημονίων, της κοινωνικής βαρβαρότητας, της επίθεσης και διάλυσης των μορφωτικών, κοινωνικών, εργασιακών, ασφαλιστικών-συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων της εργαζόμενης πλειοψηφίας, της χούντας των αγορών.
Πιο συγκεκριμένα και για να δούμε τις ευθείες αναλογίες και αναφορές:
Επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου προωθείται η σύνδεση της αξιολόγησης των σχολείων και των πανεπιστημίων με τη χρηματοδότησή τους με βάση τις «επιδόσεις» τους.
Προωθείται η σύνδεση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με βάση τις επιδόσεις των μαθητών τους.
Προωθείται το πρόγραμμα PISA που στοχεύει (εκτός των άλλων) στη διαμόρφωση τυποποιημένων και αγοραίων κριτηρίων για τη μέτρηση των επιδόσεων των μαθητών και του εκπαιδευτικού έργου. Οι επιδόσεις των υποκειμένων και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων χρησιμοποιούνται ως μονάδες μέτρησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Η λογική αυτή οδηγεί στην εφαρμογή μοντέλων αξιολόγησης και ελέγχου με «πιστοποιητικά ποιότητας» σύμφωνα με τα πρότυπα της βιομηχανίας και του εμπορίου. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ορισμένων σχολείων της Μ. Βρετανίας που χρησιμοποιούν το διεθνές εμποροβιομηχανικό πρότυπο ISO 9000 ως πιστοποιητικό ποιότητας για την ικανοποίηση των μαθητών και των γονέων που αντιμετωπίζονται ως «καταναλωτές»-«πελάτες».Με άλλα λόγια, η αγορά διεισδύει παντού: «γνώση που δεν πουλάει δεν είναι γνώση», «ικανότητες που δεν εμπορευματοποιούνται δεν είναι ικανότητες», κι αφού το σχολείο «παράγει» ικανότητες, μπορεί κι αυτό να αλωθεί από τους νόμους της αγοράς .
Επανέρχεται η εξεταστική αντίληψη των περιφερειακών τυποποιημένων τεστ.
Εισάγεται η έννοια της «ενότητας σχολείων», με προφανή στόχο την κατάργηση των εσωτερικών ορίων για τις εγγραφές των μαθητών.
20 χρόνια μετά, όταν ο υπουργός Μπαμπινιώτης επανέρχεται ως «βαθύς γνώστης των ζητημάτων της παιδείας και της εκπαίδευσης», είναι φανερό ότι έρχεται να υλοποιήσει την αντιεκπαιδευτική πολιτική που πρώτος εδίδαξε. Μια πολιτική γραμμή που ταυτόχρονα περιέχει άρωμα από το «tea party» του νεοσυντηρητισμού και τη λατρεία της ιεραρχίας.
Οι αναδιαρθρώσεις αυτές στοχεύουν στην πλήρη ανατροπή κάθε κοινωνικού και συλλογικού δικαιώματος στην εργασία και ταυτόχρονα στην ανατροπή κάθε συλλογικού και κοινωνικού δικαιώματος στη γνώση και την ενιαία μόρφωση. Θέλουν ένα φτηνό, ευέλικτο και ελεγχόμενο σχολείο που θα κατατάσσει και θα προσαρμόζει τους μαθητές του στο θρυμματισμένο κόσμο μιας φτηνής, ακατοχύρωτης, ασταθούς και ελεγχόμενης εργασίας.
Όλα αυτά, ενώ πάνω από την κοινωνία, απλώνεται η σκιά της ανεργίας, της απόλυτης ένδειας, των εκατομμυρίων ανέργων και των δεκάδων χιλιάδων άστεγων, των κλειστών σχολείων, των διαλυμένων νοσοκομείων και των πεινασμένων παιδιών. Αυτή είναι η επιλογή που κάνει ο κόσμος του κεφαλαίου και του πλούτου για να αντιμετωπίσει την καπιταλιστική κρίση : μια τεράστια, ιστορικής σημασίας καταστροφή. Καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και υποδομών. Καταστροφή πάνω απ’ όλα, ανθρώπινων ζωών.
Το εκπαιδευτικό κίνημα, απέναντι σε όλους αυτούς που θέλουν απολύσεις, «σχολείο ΑΕ» και το δάσκαλο σκυφτό, θα δυναμώσει τις συλλογικές και αγωνιστικές διαδικασίες.
Ή αυτοί ή εμείς