ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ


Ανακοινώσεις
Η στάση μας στη ΔΟΕ

Η στάση μας στην ΑΔΕΔΥ
Οικονομικά
Σύλλογοι

Αδιόριστοι
Εκπαιδευτικά
Διεθνή
Φωτογραφίες
Εντυπα των Κινήσεων
Σχήματα
Αλλες διευθύνσεις

Νέα

 

ΑρχήΑρχή

 

Επικοινωνία:

Φόρμα επικοινωνίας

Βιβλίο Επισκεπτών

Η εθνική γιορτή στο σχολείο

Του Βασίλη Κρεμμυδά*

ομότιμου καθηγητή

Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Το πρώτο πράγμα που έχουμε να κάνουμε είναι να διακρίνουμε την εθνική γιορτή -και κάθε επετειακή εκδήλωση- στο Σχολείο από την παρέλαση, και, ασφαλώς, θα μιλήσουμε για το πρώτο, όχι για την παρέλαση, μολονότι τα δύο αποτελούν ενιαίο σύνολο. Επιτρέψτε μου πρώτα μερικές παρατηρήσεις. Επέτειος είναι η τιμή που αποδίδουμε, άλλοτε γιορτάζοντας, άλλοτε όχι, σε ένα γεγονός, σε κάτι που συνέβη στο παρελθόν, ό,τι συνέβη στο παρελθόν όμως, είναι Ιστορία. Γι'αυτό, ο επετειακός εορτασμός είναι ένα μάθημα Ιστορίας. Πρέπει να το σημειώσουμε αυτό, γιατί από εδώ αρχίζει η πολυπλοκότητα του ζητήματος. Αν δηλαδή συμφωνούμε όλοι μας ότι στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με μάθημα Ιστορίας -ή ότι οφείλουμε να έχουμε να κάνουμε με μάθημα Ιστορίας-, πρέπει τότε να δούμε τι περιμένουμε από ένα μάθημα Ιστορίας, οπότε οδηγούμαστε στις εκπαιδευτικές πολιτικές και στην ιδεολογία τους.
Ας συμφωνήσουμε όμως και σε τούτο: το μάθημα Ιστορίας, άρα και η εθνική επέτειος, δε διδάσκει και δε φρονηματίζει, προβληματίζει και εγείρει συνειδήσεις. Και αφού είμαστε στο Σχολείο και έχουμε να κάνουμε με μαθητές, πρέπει να τους δείχνει τι και πού να κοιτάζουν για να καταλαβαίνουν τον κόσμο, τον κόσμο το δικό τους. Η εθνική επέτειος ουδέποτε είχε τέτοιο σκοπό. Η εθνική επέτειος τιμά το γεγονός μόνο αν πει ποιο είναι αυτό, τι ακριβώς έγινε -να αιτιολογείται εν πάση περιπτώσει η τιμή που του αποδίδουμε. Και η πρώτη οφειλή προς αυτήν την τιμή είναι να πούμε ότι μπορεί να γιορτάζουμε μία ημερομηνία, μία στιγμή, αλλά αυτό που συνέβη εκείνη τη στιγμή συμβολίζει κάτι μεγάλο.
Για να δούμε λοιπόν ποιο είναι αυτό το μεγάλο που έτσι συμβολίζεται, προκειμένου για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940. Πρώτα όμως τι γίνεται σήμερα. Τι γιορτάζουμε; Λέμε: η επέτειος του ΟΧΙ συμβολισμός και αυτός, με σημασία. Ο πρωθυπουργός είπε "όχι'' στην παράδοση της χώρας στους Ιταλούς. Στις 28 Οκτωβρίου γιορτάζουμε την έναρξη ενός πολέμου. Δηλαδή; Γιατί η έναρξη ενός πολέμου;1 Ορίστηκε λοιπόν να τιμούμε αυτό το γεγονός, γιατί συνδέεται με τη στάση ενός δικτάτορα. Ας προσέξουμε τώρα, τι άλλο θυμόμαστε σ' αυτήν την επέτειο; Θυμόμαστε που από την πρώτη στιγμή ο λαός ξεσηκώθηκε για να πάει στο μέτωπο να πολεμήσει. Άρα, ο Μεταξάς εξέφρασε τη συνείδηση του λαού -καθαγίαση του δικτάτορα.

Tίποτα δεν είναι τυχαίο σε μια επέτειο

Παρεμπιπτόντως: στις 25 Μαρτίου τι εορτάζουμε; Στις 25 Μαρτίου δε συνέβη τίποτε, απολύτως τίποτε. Εορτάζεται όμως την ημέρα εκείνη ο συμβολισμός της γέννησης του Χριστού -ας εορτασθεί μαζί και ο συμβολισμός της γέννησης του ελληνικού κράτους, ο συνδυασμός των δύο κάτι θα αφήσει στη σκέψη. Τι είναι όλα αυτά; Τυχαία δεν είναι, ούτε αθώα, ούτε ουδέτερα. Είναι μέρος ενός τεράστιου μηχανισμού που εκφράζει ένα πλήθος από σχέσεις, με κυριότερη τη σχέση στο επίπεδο της εξουσίας -των εξουσιών καλύτερα, πολιτικών, οικονομικών, εκκλησιαστικών, και όλες συμπυκνώνονται σε μία, στην κρατική εξουσία. Μέσα απ' αυτήν εκφράζονται όλες οι άλλες.
Η κρατική εξουσία πραγματώνει τις άλλες -όλες οι επαναστάσεις την κρατική εξουσία κατέλαβαν^ όσες απέτυχαν να την καταλάβουν είναι απλώς αποτυχημένες επαναστάσεις. Δε θέλω να προχωρήσω πολύ προς αυτήν την κατεύθυνση γιατί θα πάμε μακριά. Και γιατί εμάς εδώ μας ενδιαφέρει τώρα μια άλλη σχέση^ η σχέση της κρατικής εξουσίας, της συνισταμένης των εξουσιών, με την κοινωνία -με τις κοινωνικές σχέσεις. Η αναπαραγωγή της ίδιας κρατικής εξουσίας είναι συναρτημένη με την αναπαραγωγή των ίδιων κοινωνικών σχέσεων. Η τέτοια αναπαραγωγή περνάει αναγκαστικά από μία διαδικασία, τους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς: από τις μηχανές που εκπέμπουν τη γνώση, ενόψει παραγωγής σκέψης. Η επίδραση στη διαμόρφωση της σκέψης μας είναι πρώτιστο μέλημα όλων των εξουσιών μέσω του κράτους.
Επιτρέψτε μου να σας πω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Για να εδραιώσουν την εξουσία τους στις αποικίες, οι αποικιακές δυνάμεις χρησιμοποίησαν δύο τρόπους. Την επιβολή του χριστιανισμού και την εκπαίδευση. Αρκεί να σας πω ότι στο καράβι που ξεκινούσε για την κατάκτηση μιας λίγο-πολύ ή και καθόλου άγνωστης χώρας -που το λέμε "εξερεύνηση" - φόρτωναν στρατό, πολεμοφόδια, τροφές και ιεραποστόλους. Αυτοί οι τελευταίοι είχαν τη σημαντικότερη και δυσκολότερη αποστολή: να επιβάλουν το χριστιανισμό, ώστε να διαμορφωθεί μια κοινότητα πνευματικής επικοινωνίας του κατακτητή με τον κατακτημένο μέσω της θρησκείας και της αγαθοεργίας και να ιδρύσουν τα πρώτα σχολεία, γαλλικά, ισπανικά, αγγλικά, κλπ. Οι ντόπιοι που θα διακρίνονταν στο σχολείο προορίζονταν για τις κατοπινές elites της αποικίας, θα σπούδαζαν δωρεάν στην ευρωπαϊκή χώρα-κατακτητή και θα επέστρεφαν να καταλάβουν θέσεις-κλειδιά στο μηχανισμό αναπαραγωγής της αποικιακής εξουσίας στη χώρα τους, διαδίδοντας τη γλώσσα και την κουλτούρα του αποικιοκράτη, φυσικά, είχαν εντωμεταξύ γίνει χριστιανοί.

Η ιστορική στιγμή, το πριν και το μετά

Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με ιδεολογικούς μηχανισμούς προκειμένου να διαμορφωθούν σκέψεις και συνειδήσεις. Η Ιστορία είναι γι' αυτό το σκοπό το καταλληλότερο όχημα. Είναι η γνώση που περιλαμβάνει απ' όλα. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί ή συμβαίνει σήμερα. Οι συνειρμοί μας με αναφορά στο παρελθόν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διδασκαλία και φρονηματισμό. Πιάνει εύκολα: να μάθουμε ποια λάθη έκαναν οι πρόγονοί μας για να μην τα κάνουμε και εμείς. Παρουσιάζουμε, μεγεθύνοντας κιόλας αν χρειάζεται, τον Πελοποννησιακό πόλεμο ως Εμφύλιο, ενώ ήταν πόλεμος ανάμεσα σε κράτη, για να πούμε ότι δεν πρέπει να γίνονται εμφύλιοι πόλεμοι. Λέμε ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι στην Επανάσταση του '21 παραλίγο να οδηγήσουν στην αποτυχία της ίδιας της επανάστασης, για να πετύχουμε το ίδιο. Παρουσιάζουμε το σύγχρονό μας Εμφύλιο ως ξένη παρέμβαση μέσω του ΚΚΕ, που υπηρετούσε ξένα συμφέροντα. Θα μπορούσα να παραθέσω άπειρα τέτοια.
Ας επιστρέψουμε τώρα σε πιο πεζά και πιο χειροπιαστά πράγματα. Λέγαμε στην αρχή ότι μια επετειακή ημερομηνία συμβολίζει ένα μεγάλο γεγονός, ανεξάρτητα αν συνέβη κάτι σημαντικό και σημαδιακό εκείνη την ημερομηνία, ας προσθέσουμε ότι το γεγονός είναι κυρίως τα πριν και τα μετά. Τι να καταλάβουμε από το Εικοσιένα αν δεν ξέρουμε τις κοινωνικές πραγματικότητες του Ελληνισμού κατά τα πενήντα, τουλάχιστον, χρόνια που προηγήθηκαν. Χωρίς αυτή τη γνώση εύκολα θα μας πουν -και εμείς θα το πιστέψουμε- ότι η Επανάσταση οφειλόταν στον πόθο των Ελλήνων για ελευθερία, κατηγορώντας τους ουσιαστικά ότι εκατό χρόνια, ας πούμε, πριν δεν είχαν πόθο για ελευθερία και τους ήρθε ξαφνικά στις 25 Μαρτίου του 1821. Χωρίς αυτή τη γνώση θα μας πουν -και εμείς θα το πιστέψουμε- ότι ο εμφύλιος πόλεμος μέσα στο Εικοσιένα ήταν για να φάνε μερικές φατρίες τα λεφτά του Δανείου. Χωρίς αυτή τη γνώση θα συνεχίσουν να μας λένε ότι, αν δεν έρχονταν οι ξένοι στο Ναβαρίνο, δε θα βλέπαμε ελευθερία -ήρθαν όμως και δεν ήρθαν από φιλανθρωπικά ή φιλελληνικά αισθήματα-, κάτι που παραπέμπει στη γνωστή εθνική φοβία για τον ισχυρό ξένο, που μας διακατείχε μέχρι τα τελευταία χρόνια, για να μη μας αφήνει να μάθουμε ποιο χαρακτήρα έχει κάθε ξένη επέμβαση και γιατί γίνεται.
Αν μαθαίνουμε, τιμώντας τα, τα πολεμικά μόνον κατορθώματα, αποδίδοντάς τα μάλιστα στον ατομικό ηρωισμό, τι θα καταλάβουμε από την ιδεολογία της Επανάστασης, τους θεσμούς που αυτή ίδρυσε, τι θα καταλάβουμε από την πολιτική του Καποδίστρια, και με το ψέμα μάλιστα ότι τον δολοφόνησαν δύο κακοί γιατί τους έβαλε να πληρώνουν φόρο που δεν πλήρωναν ούτε στους Τούρκους, και έτσι σκότωσαν τον τύραννο!
Από την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, το Όχι του Μεταξά και τη λαϊκή φυγή προς το μέτωπο, δε θα καταλάβουμε τίποτε, αν δεν έχουμε μελετήσει και δεν έχουμε αντιληφθεί τι ήταν η ελληνική κοινωνία κατά τα τελευταία χρόνια πριν ο 1940, τι ήταν πράγματι η Αντίσταση και πώς φτάσαμε στον Εμφύλιο. Να το πω αλλιώτικα. Την 28η Οκτωβρίου δε θα την καταλάβουμε, αν δεν έχουμε στο μυαλό μας μια συνολική εικόνα από το 1922 έως το 1950, όταν λέω συνολική εικόνα, εννοώ εικόνα της κοινωνίας, των κοινωνικών σχέσεων, των ραγδαίων αλλαγών, των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων -την έκφρασή τους στην Αντίσταση και την κορύφωση του δράματος με τον Εμφύλιο.
Ένας Εμφύλιος δε γίνεται ξαφνικά, επειδή το αποφάσισε το ΚΚΕ, ας πούμε, γιατί ήθελε να προασπίσει τα συμφέροντα του διεθνούς σοσιαλισμού, ούτε γιατί κάποιοι κακοί είχαν ανάγκη να σκοτώνουν. Ένας Εμφύλιος εκφράζει την επαναστατική κρίση μιας κοινωνίας. Αυτής της κοινωνίας που βρέθηκε σε κρίση από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, την ίδια κρίση που εκφράστηκε με τον εθνικό ξεσηκωμό για το μέτωπο του πολέμου, σαν σε απελευθέρωση. Μη σας ακούγεται παράδοξο, στις 28 Οκτωβρίου 1940 έληξε η δικτατορία του Μεταξά, μέσω του πολέμου, με την ίδιαν όμως να πιστεύει ότι η αντικατάστασή της από την ξενική κατοχή θα της παρέτεινε τη ζωή.

Εθνικό είναι το κοινωνικό

Εντούτοις ο πόλεμος δεν λύνει προβλήματα, τα οξύνει και παράγει και άλλα πολύ περισσότερο που είναι ένα κατεξοχήν οικονομικό γεγονός που καταστρέφει οικονομικές σχέσεις και διαμορφώνει άλλες. Όλα αυτά αυξάνουν και κορυφώνουν την ανάγκη για απελευθέρωση, απελευθέρωση της κοινωνίας. Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι το εθνικό είναι άλλο και το κοινωνικό άλλο, εθνικό είναι το κοινωνικό. Η απελευθέρωση της κοινωνίας είναι ταυτόσημη με την εθνική απελευθέρωση, και αντίστροφα, εθνική απελευθέρωση δε νοείται χωρίς κοινωνική απελευθέρωση. Η εν πολλοίς αυθόρμητη και ενθουσιώδης- πορεία προς το μέτωπο του πολέμου δεν αποδεικνύει την υπακοή του λαού στο κάλεσμα του Δικτάτορα, όπως μας λένε, την ανυπακοή αποδεικνύει.
Στο ίδιο πλαίσιο της απελευθέρωσης των κοινωνικών δυνάμεων γίνεται κατανοητή και η Αντίσταση: και η Αντίσταση την προπολεμική κρίση της κοινωνίας εξέφρασε και την κοινωνική απελευθέρωση επιδίωξε. Η απελευθέρωση από τον κατακτητή όφειλε να σημάνει την απελευθέρωση της κοινωνίας από όλα της τα δεσμά, όφειλε να σημάνει την αποσαφήνιση των κοινωνικών σχέσεων. Ας προσέξουμε: η Αντίσταση δεν ήταν ενιαία, δεν ήταν μόνον το ΕΑΜ, ήταν και άλλες οργανώσεις με διαφορετικό πρόγραμμα -Αντίσταση στον κατακτητή έκαναν και μερικές απ' αυτές, έκαναν αντίσταση και στο ΕΑΜ όμως. Όπως και αντίστροφα, και το ΕΑΜ αντιστεκόταν σ' αυτές -δεν είναι ανάγκη όλες οι αντιστασιακές πράξεις να είναι αιματηρές -αυτό μπορούσε να περιμένει. Η παρουσία και άλλων κοινωνικών κόσμων ήταν τώρα το σημαντικό, να μην μονοπωλήσει το ΕΑΜ την Αντίσταση, μολονότι αυτό δεν ήταν πολιτικά και κοινωνικά μονοσήμαντο.
Θέλησα να μείνω σε δύο σημεία που το ένα προϋποθέτει το άλλο, ότι η Ιστορία κινείται ως σύνολο σε τρεις χρόνους, το μακρό, το μέσο και το βραχύ, και ότι το σύνολο αυτό δεν είναι άλλο από την κοινωνία. Η μελέτη της Ιστορίας μέσα από τέτοια αιτήματα, η κατανόηση της κοινωνίας με αυτά τα ερωτήματα, έχει πολύ μεγάλη σημασία σήμερα γιατί ξανααμφισβητείται. Κατά τα λίγα τελευταία χρόνια έχει ενσκήψει μια λαίλαπα που έρχεται από τη μητέρα όλων των καταστροφών, την Αμερική, και που αρνείται τη συνολική θέαση των πραγμάτων και που ακυρώνει την κοινωνία ως μονοκεντρικό σημείο έρευνας όλων των σχέσεων. Αυτό, στο όνομα ενός κακομασημένου πλουραλισμού που καταλήγει δήθεν στη λεγόμενη αντικειμενικότητα. Τι λένε αυτοί που "κομίζουν" τη λαίλαπα; Λένε: υπάρχουν πολλές αλήθειες. Για να καταλήξουμε όμως σε πολλές, ισότιμες μάλιστα, αλήθειες δεν έχουμε παρά να παραποιήσουμε τα γεγονότα, χρησιμοποιώντας για πηγές αυτά που δεν είναι πηγές, και να ενεργοποιήσουμε παλαιά και εν πολλοίς νεκρά ιδεολογήματα και να παραγάγουμε νέα, να πούμε ψέματα δηλαδή. Ας δούμε ένα παράδειγμα.

Πόσες ιστορικές αλήθειες υπάρχουν;

Έχετε παρακολουθήσει ίσως μερικοί τη συζήτηση που διεξάγεται στις σελίδες της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ για την Αντίσταση και τον Εμφύλιο. Η συζήτηση προκλήθηκε, στην κυριολεξία, από μια ομάδα νέων πολιτικών επιστημόνων και κοινωνικών ανθρωπολόγων που ισχυρίζονται ότι η ιστοριογραφία γι' αυτές τις κρίσιμες στιγμές δε λέει την αλήθεια γιατί την κοιτάζει μονόπαντα -από την πλευρά του ΕΑΜ και του ΚΚΕ- και ότι πρέπει να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια, γιατί η επιστήμη πρέπει να είναι αντικειμενική. Υιοθετούν τη μεταμοντέρνα θεωρία για τις πολλές αλήθειες και διαμορφώνουν ένα νέο, όπως ισχυρίζονται, κεφάλαιο, τίτλος του: "η κόκκινη βία". Τι λένε λοιπόν. Το ΕΑΜ σκότωσε περισσότερους Έλληνες αμάχους παρά Γερμανούς, που ήταν ο εχθρός. Άρα, ότι οι Γερμανοί σκότωναν αμάχους και όσους υποψιάζονταν απλώς ότι ανήκουν στο ΕΑΜ ή, έστω, το συμπαθούσαν, δεν είναι η μόνη αλήθεια, υπάρχει και η αλήθεια της "κόκκινης βίας". Για να δούμε λοιπόν, είναι δύο οι αλήθειες;
Τι κάνουν λοιπόν αυτοί. Κάνουν αλχημεία: ως ένοπλες στη διάρκεια της κατοχής θεωρούν δύο παρατάξεις, το ΕΑΜ και τους Γερμανούς. Αφήνουν έτσι το πεδίο ελεύθερο ώστε όλοι οι άλλοι να είναι άμαχοι, τι θα ήταν; Μετά την αλχημεία έρχεται το ψεύδος: οι εν λόγω αναθεωρητές της ιστορικής αλήθειας και ανανεωτές της Ιστοριογραφίας, όπως ισχυρίζονται ότι είναι, γνωρίζουν ότι οι ένοπλες παρατάξεις δεν ήταν μόνον αυτές οι δύο. Οι "άμαχοι" που τους σκότωνε το ΕΑΜ χύνοντας το αίμα αθώων για να εκφοβίσει και να κάνει τη δουλειά του δεν ήταν άμαχοι, ήταν οι ταγματασφαλίτες, ένοπλοι Έλληνες στην υπηρεσία των Γερμανών, για τη δίωξη του ΕΑΜ. Κάνουν και άλλη αλχημεία, ανηθικότητα θα την έλεγα, με την κοινωνική σημασία της λέξης: μιλούν για ένοπλες παρατάξεις (Γερμανοί-ΕΑΜ) που πολεμούσαν, αφήνονταν να καταλάβουμε ότι πρόκειται για δύο "όμοια" αντίπαλα στρατόπεδα, χωρίς να κάνουν τη διάκριση σε "παράνομο" κατακτητή και σε "νόμιμη" και "ηθικά καταξιωμένη" αντίσταση των κατακτημένων. Τέλος, για να πετύχουν αυτό που επιδιώκουν χρησιμοποιούν τη λεγόμενη επιτόπια έρευνα, παίρνουν δηλαδή συνεντεύξεις από ζώντες της περιπέτειας της Αντίστασης και από επιγόνους που έχασαν τότε συγγενείς τους. Ρωτούν λοιπόν κάποιον σε κάποιο χωριό πώς σκοτώθηκε ο πατέρας του, εκείνος απαντά ότι τον σκότωσαν οι κομμουνιστές, ενώ ήταν αθώος, ένας ήσυχος άνθρωπος που κοίταζε πώς να συντηρήσει την οικογένειά του. Ποιος θα πει ότι ο πατέρας του ήταν ταγματασφαλίτης που είχε ρημάξει τα διπλανά χωριά σκοτώνοντας και καίγοντας σπίτια πραγματικά ή φανταστικά αριστερών. Ψάχνουν δηλαδή την ιστορική αλήθεια χρησιμοποιώντας εργαλεία άλλης επιστήμης, της Ανθρωπολογίας.
Και έχει συμβεί το εξής παράδοξο και αποκαλυπτικό. Πριν από λίγο καιρό, γνωστός λογοτέχνης υποστηρικτής της "νέας ματιάς" όπως τη λένε, στην ιστορία της Αντίστασης και του Εμφυλίου, έδωσε συνέντευξη σε άλλη γνωστή λογοτέχνη σε κυριακάτικη εφημερίδα και εκεί έγινε ο εξής διάλογος. Ερώτηση: "Πώς θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας ως παιδί;" - Απάντηση: "Χαρακτηρισμός εκ των υστέρων. Όχι έγκυρος δηλαδή". Αυτός λοιπόν ο λογοτέχνης που γνωρίζει ότι αυτό που θυμόμαστε για το παρελθόν δεν είναι έγκυρο, χρησιμοποίησε τη μέθοδο των συνεντεύξεων από επιζώντες της Αντίστασης και του Εμφυλίου και έγραψε μυθιστόρημα θεωρώντας έγκυρες τις απαντήσεις των επιζώντων.
Για να τελειώνω μ' αυτό: η μόνη έγκυρη πηγή για να μάθουμε τι έγινε στο παρελθόν, για την Ιστορία, δηλαδή, είναι τα Αρχεία, οποιαδήποτε άλλη πληροφορία γίνεται έγκυρη μόνον αν τεκμηριώνεται μέσα από τα Αρχεία.
Θέλω να πω δυο λόγια για τα σχολικά βιβλία. Δε χωράει αμφιβολία ότι το σχολικό βιβλίο, επειδή είναι γραπτό και μένει και επειδή έχει το τεκμήριο της εγκυρότητας (είναι γραμμένο από καθηγητές πανεπιστημίου, ας πούμε), συνιστά την αιχμή του δόρατος αυτού του συνόλου που ονομάζουμε εκπαιδευτικοί μηχανισμοί -το σχολικό βιβλίο δεν μπορεί να είναι άλλο από αυτό που είναι οι μηχανισμοί. Το σχολικό βιβλίο το γράφει καταρχήν η κρατική εξουσία μέσω του Αναλυτικού Προγράμματος. Όσο το σχολικό βιβλίο δε γίνεται εγχειρίδιο και παραμένει η αρχή και το τέλος της ιστορικής γνώσης, δεν μπορούμε να περιμένουμε ανάπτυξη στην εκπαίδευση. Όσο οι εξουσίες φοβούνται και την Ιστορία και την κοινωνία, όσο οι εξουσίες δεν επιτρέπουν στις κοινωνικές δυνάμεις να απελευθερωθούν μέσω της ιστορικής γνώσης, όσο οι εξουσίες στηρίζουν την αναπαραγωγή τους στην προβολή του "εθνικού" χωρίς να το ταυτίζουν με τι "κοινωνικό", η δική μας αντίσταση δεν μπορεί να περιορίζεται στα εκπαιδευτικά πράγματα. Εμείς οφείλουμε να μελετούμε την Ιστορία ως κοινωνικό προϊόν και αγαθό.

1.Των επαναστάσεων μόνο τιμάται η έναρξη (1821, 1789, 1917). Ας σκεφτούμε και κάτι άλλο, γιατί δεν εορτάζουμε τη λήξη των βαλκανικών πολέμων, ύστερα από τόσες επιτυχίες;

* Εισήγηση στην ημερίδα που διοργάνωσε ο Παιδαγωγικός Όμιλος των Παρεμβάσεων Κινήσεων Συσπειρώσεων στις 17/10/2004, με θέμα: «Ιστορία και σχολείο. Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Φασισμός, Εθνικισμός και Αντίσταση». Κυριακή 17 Οκτωβρίου


ΕπιστροφήΕπιστροφή

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠεριεχόμεναΠεριεχόμενα