ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ |
Επικοινωνία:
|
Ευέλικτη Ζώνη και Διαθεματικότητα: η κριτική του ΠΑΜΕ και η συντηρητική παιδαγωγική Κώστας Θεριανός Σε κείμενο τους στο Ριζοσπάστη (12/11/20005) οι συνάδερφοι Ηρακλέους και Παπλωματά ασκούν κριτική στην Ευέλικτη Ζώνη και τη Διαθεματικότητα. Αυτό που διαφαίνεται μέσα από το κείμενο τους είναι δύο προτάσεις συγκεκριμένης πολιτικής δράσης: 1) Τα αναλυτικά προγράμματα των διακριτών μαθημάτων πρέπει να παραμείνουν ως έχουν στο ελληνικό σχολείο καθώς δεν είναι αυτά «η πρωταγωνιστική αιτία της αδυναμίας της γνώσης και της επιστήμης να αντιμετωπίσει τα πολύπλοκα προβλήματα του ανθρώπου και της κοινωνίας». 2) Το σχολείο θα αλλάξει «από έξω» και πιο συγκεκριμένα «μέσα με τους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού στις αλάνες της μαζικής λαϊκής αντεπίθεσης». Όμως, αυτή η θέση υποτιμά εντελώς αυτό που γίνεται καθημερινά μέσα στο σχολείο και δεν δίνει εφόδια για παρεμβάσεις που θα κινητοποιήσουν ιδεολογικά και πολιτικά τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και ενδεχόμενα τους γονείς. Επίσης, αφήνει το περιεχόμενο της σχολικής γνώσης και τις μορφωτικές πρακτικές του αστικού σχολείου στο απυρόβλητο. Αυτό δεν σημαίνει ότι υποστηρίζουμε ότι δεν πρέπει να αγωνιστούμε, παράλληλα, για την αλλαγή της κοινωνίας και πιο συγκεκριμένα οι αγώνες μας να έχουν κομμουνιστική προοπτική (ελπίζω με αυτή την προοπτική να συμφωνούν και οι Ηρακλέους και Παπλωματά). Οι συνάδερφοι Ηρακλέους και Παπλωματά πριν προχωρήσουν στην ανάπτυξη των επιχειρημάτων τους κρίνουν σκόπιμο να διαφοροποιηθούν από τις Παρεμβάσεις και το Συνασπισμό. Για τις Παρεμβάσεις αναφέρουν ότι η βασική τους θέση για το ΔΕΠΣ και την ΕΖ είναι ότι η «η εφαρμογή δεν τροποποιεί τίποτα από το σχολικό πλαίσιο, απλά ανακυκλώνει το γνωσιοκεντρικό σχολείο, καταργεί τα τελευταία ίχνη παιδαγωγικής ελευθερίας για την οποία πρέπει να αγωνιζόμαστε». Αν και στα κείμενα μας δεν χρησιμοποιούμε τον όρο «γνωσιοκεντρικό» αλλά «νοησιαρχικό», που είναι κάτι τελείως διαφορετικό, οι συνάδερφοι προσθέτουν ότι οι Παρεμβάσεις αδιαφορούν για τη «για τη διαφοροποίηση των σχολικών μονάδων και προγραμμάτων» καταλήγοντας ότι «Η θέση αυτή είναι ανοιχτή συγκάλυψη του συγκεκριμένου κρίκου της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης». Ποια θέση όμως υπηρετεί την αναδιάρθρωση; Ότι τα ΔΕΠΣ δε θίγουν το σχολικό πλαίσιο ή ότι δεν μας ενδιαφέρει η διαφοροποίηση των σχολείων; Αν και δεν φαίνεται καθαρά τι εννοούν οι Ηρακλέους και Παπλωματά με τον όρο «διαφοροποίηση» (αφού κάθε σχολείο εκ των πραγμάτων είναι ένας κοινωνικός μικρόκοσμος διαφορετικός από άλλους) ας υποθέσουμε ότι εννοούν την ιεραρχική αξιολογική κατάταξη των σχολείων με ταξικά κριτήρια. Για αυτό το θέμα τόσο οι Παρεμβάσεις όσο και «κάποιοι σε άρθρα τους» έχουν κάνει εκτεταμένες αναλύσεις. Περιορίζομαι στην πιο πρόσφατη, στο ένθετο της εφημερίδας ΑΥΓΗ «ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» (Οκτώβριος 2005) όπου αναφέρω ότι: «Μπορεί, επίσης, η Ε.Ζ. να αναπτύξει ανταγωνισμό ανάμεσα στα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς στη λογική του ποιος παρέδωσε το καλύτερο πρόγραμμα ή ποιος ήταν πιο «καπάτσος» και βρήκε χρηματοδότη για τις ανάγκες της δραστηριότητας του. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο ανοίγει το δρόμο στο «μεταλλαγμένο» νεοφιλελεύθερο credo της εκπαιδευτικής πολιτικής, όπου τα σχολεία θα πρέπει να εκπονούν προγράμματα μέσω των οποίων θα αναζητούν χρηματοδότηση. Όμως, ορισμένα σχολεία (πειραματικά, ονομαστά ιστορικά σχολεία, σχολεία σε καλά προάστια κ.λπ.) διαθέτουν συμβολικό κεφάλαιο (για να μην αναφερθούμε απευθείας στο οικονομικό κεφάλαιο των γονιών) που τους επιτρέπει να κινηθούν αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα στην αγορά των χρηματοδοτών από σχολεία εργατικών περιοχών, στα οποία φοιτούν παιδιά εργατών και φτωχών μεταναστών. Και σε κάθε περίπτωση απώτερος σκοπός μιας δραστηριότητας σε κάθε σχολείο είναι η καταλληλότητα της για να μάθουν οι μαθητές και όχι αν ελκύει χρηματοδότες». Αυτό το απόσπασμα τι λέει σε απλά ελληνικά; Αναμένουμε λοιπόν ότι οι συνάδερφοι Ηρακλέους και Παπλωματά θα παραπέμψουν σε κάποιο κείμενο των Παρεμβάσεων ή ανθρώπων που «γράφουν άρθρα» και κινούνται σε αυτό το χώρο όπου θα αναφέρεται ότι «εμάς δεν μας ενδιαφέρει η διαφοροποίηση των σχολείων». Αν και επαναλαμβάνω ότι ο όρος «διαφοροποίηση» δεν λέει τίποτα αν δεν οριστεί το «ως προς τι» της διαφοροποίησης. Αυτό που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής στη θέση των συναδέρφων Ηρακλέους και Παπλωματά είναι ότι ενώ ξεκινούν να ασκήσουν κριτική στα ΔΕΠΣ, τελικά δεν ασκούν κριτική σε αυτά αλλά σε όλους όσους ασκούν κριτική στα παραδοσιακά αναλυτικά προγράμματα μαθημάτων είτε αυτοί ανήκουν στο χώρο του εποικοδομητισμού είτε στο χώρο της κριτικής παιδαγωγικής. Να επισημάνουμε εδώ ότι το ΔΕΠΣ διατηρεί ακέραια τα υπάρχοντα μαθήματα στο σχολείο και υποστηρίζει ότι διαχέοντας βασικές έννοιες σε αυτά προκαλεί την μερική ενιαιοποίηση τους στην διδακτική πράξη. Έτσι, από την στιγμή που οι Ηρακλέους και Παπλωματά δηλώνουν οπαδοί των παραδοσιακών αναλυτικών προγραμμάτων δεν καταλαβαίνει κάποιος προς τι η κριτική προς τα ΔΕΠΣ που παραμένουν τέτοια; Έτσι, σύμφωνα με τους δύο συναδέρφους όσοι υποστηρίζουν ότι «η εξειδίκευση και τα διακριτά μαθήματα είναι η πρωταγωνιστική αιτία της αδυναμίας της γνώσης και της επιστήμης να αντιμετωπίσει τα πολύπλοκα προβλήματα του ανθρώπου και της κοινωνίας» είναι όλοι τους υποκειμενικοί ιδεαλιστές και αποδέχονται το «ενιαίο μιας πραγματικότητας νοητής και υπερβατικής, η οποία αρνείται την υλική - αντικειμενική βάση ύπαρξης και λειτουργίας του κόσμου». Μάλλον, οι Ηρακλέους και Παπλωματά θέλουν να ασκήσουν κριτική στον κονστρουκτιβισμό. Διότι ο κονστρουκτιβισμός (και πιο συγκεκριμένα η ριζοσπαστική εκδοχή του που σήμερα έχει ελάχιστους οπαδούς) δίνει βαρύτητα στα «εννοιολογικά δομήματα» των μαθητών και όχι στη γνώση. Όμως, πρέπει να επισημάνουμε ότι η συζήτηση για τον κονστρουκτιβισμό έχει επικεντρωθεί στις οντολογικές του παραδοχές και πιο συγκεκριμένα στο ότι η γνώση και η αλήθεια δημιουργούνται από το νου και δεν ανακαλύπτονται, το οποίο πράγματι είναι ιδεαλισμός. Τόσο στο εξωτερικό όσο και στη χώρα μας, ο ριζοσπαστικός κονστρουκτιβισμός έχει ελάχιστους οπαδούς, καθώς κανείς εκπαιδευτικός στην καθημερινή πράξη δεν προσπαθεί να κάνει τους μαθητές του να δομήσουν «προσωπικές αλήθειες» διαφορετικές από αυτά που διδάσκει η επιστήμη στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Είναι σαν να λέμε ότι υπάρχουν καθηγητές φυσικής που αν οι μαθητές τους πιστεύουν ότι ο ήλιος βγαίνει από τη δύση (misconception) θα τους αφήσουν να το πιστεύουν σεβόμενοι τη δόμηση της προσωπικής τους αλήθειας. Όμως, αυτό που αξίζει να επισημανθεί είναι ότι η φιλοσοφική κόντρα με τον κονστρουκτιβισμό ρίχνει σε δεύτερη μοίρα μια σειρά από μορφωτικές πρακτικές της προοδευτικής εκπαίδευσης (συμμετοχική και ερευνητική μάθηση), τις οποίες τελικά ο κονστρουκτιβισμός οικειοποιείται ως δικές του καθώς οι αριστεροί πετούν τελικά, λόγω οντολογικής διαφοράς, «το μωρό μαζί με τα απόνερα». Αφήνουν έτσι τις προοδευτικές μορφωτικές πρακτικές «δώρο» στον κονστρουκτιβισμό και αγκαλιάζουν τη μετωπική διδασκαλία του παραδοσιακού σχολείου. Και αυτό τελικά κάνουν και οι Ηρακλέους και Παπλωματά. Επίσης, οι Ηρακλέους και Παπλωματά κάνουν κριτική και στο μαρξισμό (νομίζω ασυνείδητα) όταν θεωρούν αρνητική τη θέση ότι πρέπει η πραγματικότητα να προσεγγίζεται συνολικά μέσα από την «ολιστική γνώση». Τη συνολική προσέγγιση της πραγματικότητας υιοθετεί ο Ένγκελς στη «Διαλεκτική της Φύσης» όταν γράφει ότι η ιστορία της ανθρωπότητας πρέπει να προσεγγίζεται ως φυσικοϊστορικό προτσές. Και το αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας στο «Κεφάλαιο» του Μαρξ είναι ο κεφαλαιοκρατικός κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός ως «οργανικό όλο». Και οργανικό όλο σημαίνει ότι αν διαλυθεί στα επιμέρους του στοιχεία χάνεται η ίδια η ουσία του. Με απλά λόγια αν κόψουμε κάποιον έμβιο οργανισμό σε κομμάτια, στα συστατικά του μέλη, χάνεται η ζωή του. Αυτό κάνουν τα νοησιαρχικά αναλυτικά προγράμματα των διακριτών μαθημάτων, τα οποία υποστηρίζουν με σθένος οι οπαδοί του νεοσυντηρητικού κινήματος «επιστροφή στα βασικά», χρησιμοποιώντας την ίδια σχεδόν επιχειρηματολογία με τους Ηρακλέους και Παπλωματά. Να αναφέρουμε επίσης ότι το πολυτεχνικό σχολείο που άρχισε να οικοδομείται στη Σοβιετική Ένωση τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση δεν είχε εξετάσεις, βαθμούς και διακριτά μαθήματα αλλά τρεις μεγάλες θεματικές ενότητες: «Φύση και Άνθρωπος», «Εργασία», «Άνθρωπος και Κοινωνία». Στη Σοβιετική Ένωση, μέχρι το 1931 η μέθοδος project γνώρισε μεγάλη άνοδο. Ο Sulgin, επικεφαλής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Έρευνας στη Μόσχα, διακήρυξε ότι είναι η μοναδική και δημοκρατική μέθοδος. Ας κλείσουμε την ιστορική αναφορά με τα ονόματα του Vygotsky, του Δημήτρη Γληνού, του Paulo Freire, του Blonsky, του Ιλλιένκωφ, και τόσων άλλων που κληροδότησαν στη σύγχρονη αριστερά μια πλούσια επιστημονική και παιδαγωγική παράδοση από την οποία μπορούμε να αντλήσουμε αναλυτικές κατηγορίες για να αρθρώσουμε το δικό μας σύγχρονο επιστημονικό και πολιτικό λόγο. Για το Ενιαίο Σχολείο δεν αναφέρομαι εκτενώς. Στο Συνέδριο της Θεσσαλονίκης το Δεκέμβριο του 2004 μοιράσαμε εκτενές κείμενο το οποίο δημοσιεύτηκε και στα Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης (τεύχος 71-72) και μπορεί να το μελετήσει κάθε ενδιαφερόμενος. Ελπίζω, η παρέμβαση μου να ανοίξει ένα γόνιμο διάλογο ανάμεσα σε αριστερούς ανθρώπους για τα ζητήματα της εκπαίδευσης, διότι είναι πολιτικά προβληματικό ο μεγαλύτερος χώρος της αριστεράς στη χώρα μας να υπεραμύνεται της παραδοσιακής συντηρητικής παιδαγωγικής, στέλνοντας όποιον εκπαιδευτικό έχει προβληματισμούς και ανησυχίες για την εργασία του στο σχολείο στους νεοφιλελεύθερους, τους εκσυγχρονιστές και στη «διδακτική του υποκειμένου» σε version Λευκής Βίβλου και Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Επιστροφή |
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ
ΑΥΤΟΝΟΜΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΕΣ |
Περιεχόμενα |