Φίλες και φίλοι, συναγωνιστές στη μεγάλη υπόθεση της δημόσιας παιδείας ευχαριστώ τις Παρεμβάσεις για την τιμητική πρόσκληση να είμαι εδώ και να μιλήσω για αυτό το μεγάλο ζήτημα, συνεισφέροντας σε αυτήν την πρωτοβουλία.
Εάν προσπαθήσουμε επιγραμματικά να περιγράψουμε το τι συμβαίνει σήμερα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μπροστά μας, μια άκρως αντιδραστική αναδιάρθρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τα εξής χαρακτηριστικά: τη συστηματική υποβάθμιση, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση και τη μεγάλη συρρίκνωση της, παράλληλα με μια αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση. Εάν, αυτήν τη στιγμή, δούμε μέσα από την επικαιρότητα τα ζητήματα, θα σταθούμε όλοι στο μεγάλο αγώνα που δίνουν οι διοικητικοί υπάλληλοι του πανεπιστημίου. Έναν πρωτοφανή αγώνα σε έκταση, μαζικότητα και αποφασιστικότητα, για να υπερασπιστούν το δικαίωμα τους στην εργασία, αλλά συγχρόνως και τη λειτουργία του πανεπιστημίου, μέσα σε στοιχειωδώς επαρκείς συνθήκες.
Η σημερινή πραγματικότητα στο δημόσιο πανεπιστήμιο
Ας δούμε τώρα ποια είναι η σημερινή κατάσταση στα δημόσια πανεπιστήμια. Εκτός από το κίνημα των διοικητικών που αναδεικνύει αυτό το πρόβλημα, τη διάλυση της διοικητικής λειτουργίας και σε τελευταία ανάλυση τη διάλυση της κανονικής λειτουργίας του δημόσιου πανεπιστημίου, αυτή την στιγμή τα πανεπιστήμια στην καθημερινότητα τους ζουν μια εξαθλίωση.
Βιώνουν μια υποβάθμιση συστηματική, σε όλα τα επίπεδα, η οποία έχει επιβληθεί σταδιακά τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Πρώτον, αντιμετωπίζουν μια συστηματικά μεγάλη περικοπή της χρηματοδότησής τους. Υπάρχουν σήμερα πανεπιστήμια και τμήματα τα οποία λειτουργούν με το 30% του προϋπολογισμού του 2009 – που ήταν ήδη πενιχρός. Είναι δυνατόν να λειτουργήσει κάτι με αυτούς τους όρους; Επίσης, έχουν περικοπεί σε μεγάλο βαθμό οι θέσεις των διδασκόντων. Γιατί όσοι απολύονται δεν αντικαθιστώνται, ενώ εκατοντάδες εκλεγμένοι καθηγητές δεν διορίζονται. Από αδυναμία να ανταποκριθούν στις ανάγκες των προγραμμάτων τους, οι σχολές και τα πανεπιστήμια, αυτήν την περίοδο, έχουν επιδοθεί σε «κούρεμα» των προγραμμάτων σπουδών. Μετά το «κούρεμα» των αποθεματικών τώρα «κουρεύονται» τα προγράμματα σπουδών. Δηλαδή, «κόβονται» μαθήματα και καταργούνται εργαστήρια, από έλλειψη διδασκόντων και πόρων. Αυτό οδηγεί σε μια γενικευμένη υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών.
Από τον ΟΟΣΑ στην Μπολόνια
Όμως, για να έχουμε μια εικόνα συνόλου, αν θέλουμε να ανοίξουμε λίγο τον ορίζοντα, πρέπει να πάμε λίγο προς τα πίσω. Η μεγάλη επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν ξεκίνησε τώρα, δεν ξεκίνησε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Αναφέροντας τα στάδια της, περιγράφοντάς την, η πρώτη συστηματική επίθεση έγινε με τη συνθήκη της Μπολόνια, με τον προγραμματισμό του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, που αφορούσε την ανώτατη εκπαίδευση. Και πριν από αυτό όμως, προηγήθηκαν άλλοι σχεδιασμοί από τα επιτελεία του μεγάλου κεφαλαίου, τον Ο.Ο.Σ.Α. και τη Διεθνή Τράπεζα. Νωρίτερα, αυτά τα επιτελεία, επειδή ο χώρος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παρουσίασε διεθνώς μια πολύ μεγάλη επιχειρηματική κερδοφορία, έκαναν ό,τι μπορούσαν στους διεθνείς οργανισμούς και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου ιδιαίτερα, για να «απελευθερώσουν» διεθνώς τις αγορές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Συγχρόνως, όμως, σχεδίαζαν το πώς θα δημιουργηθούν και θα αναπτυχθούν αυτές οι αγορές. Γιατί από πανεπιστήμια, δημόσια στην πλειονότητα τους, έπρεπε να προκύψουν «αγορές υπηρεσιών εκπαίδευσης» και μάλιστα «απελευθερωμένες».
Αυτό ήταν το πλαίσιο πάνω στο οποίο μορφοποιήθηκε στην Ε.Ε. η συνθήκη της Μπολόνια, δηλαδή, δεν προέκυψε ξαφνικά. Ποιο όμως ήταν το σκεπτικό και οι στόχοι αυτών των σχεδιασμών; Ο πρώτος στόχος που τέθηκε, με τη διαδικασία της Μπολόνια, ήταν ότι το κράτος πρέπει να απαλλαγεί από την υποχρέωση να χρηματοδοτεί την ανώτατη εκπαίδευση, τα δημόσια πανεπιστήμια. Δηλαδή, τα δημόσια πανεπιστήμια για το μέλλον τους, έπρεπε να βρουν τρόπους να καλύψουν τη δημόσια χρηματοδότηση που θα περιορίζονταν δραστικά. Δηλαδή, θα πρέπει να αποκτήσουν οικονομική «αυτοτέλεια», έτσι το χαρακτήρισαν – πάντα χρησιμοποιούν όρους εύηχους. Επίσης, επειδή απέδιδαν, και εξακολουθούν στην προπαγάνδα τους να αποδίδουν την αιτία της μεγάλης ανεργίας των νέων στην ανεπάρκεια των εφοδίων που τους παρέχει το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα, θα έπρεπε, λένε, να γίνει σχεδιασμένα η προσέγγιση, σε τελευταία ανάλυση η υποταγή, της ανώτατης εκπαίδευσης στις απαιτήσεις της αγοράς. Δηλαδή, στις απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου. Και αυτές οι απαιτήσεις, όπως τις ερμήνευαν και εξακολουθούν να τις ερμηνεύουν, είναι η μετατροπή των πανεπιστημιακών σπουδών, που είναι οι σπουδές σε συγκεκριμένα και καθορισμένα επιστημολογικά επιστημονικά πεδία, με τα αντίστοιχα πτυχία που βεβαιώνουν αυτές τις σπουδές, σε σπουδές απόκτησης δεξιοτήτων, σε κατάρτιση ουσιαστικά, χωρίς επιστημονικό υπόβαθρο – άρα σε απόκτηση γρήγορα απαξιώσιμων εφοδίων – ώστε αυτοί που θα βγαίνουν από το νέο σύστημα, της μεταλλαγμένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, να είναι «απασχολήσιμοι». Επίσης, θα πρέπει, είπαν, να εξασφαλιστεί η «κινητικότητα» των αποφοίτων – άλλος εύηχος όρος – στο πλαίσιο της Ε.Ε. (Παράδειγμα μαζικής «κινητικότητας» είναι οι δεκάδες χιλιάδες πτυχιούχων των χωρών του Νότου της Ευρώπης, οι οποίοι «κινούνται» προς τις χώρες του Βορρά για να εργαστούν με τα μη «εκσυγχρονισμένα» ακόμη εφόδια τους).
Για τον Ευρωπαϊκό Χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης σχεδίασαν τους τρεις κύκλους σπουδών. Ο πρώτος κύκλος, τριετούς διάρκειας, να δίνει τίτλο αντίστοιχο του Bachelor. Τριετείς σπουδές που οδηγούν όμως σε άσκηση επαγγέλματος. Ουσιαστικά, σπουδές εξειδίκευσης, όπως αναφέρθηκε και πριν, χωρίς στέρεο επιστημονικό υπόβαθρο. Ένας δεύτερος κύκλος περίπου διετούς διάρκειας, τα μεταπτυχιακά, και μετά το διδακτορικό ως τρίτος κύκλος. Με τέτοιο υπόβαθρο στον πρώτο κύκλο σπουδών, προφανώς και ό,τι ακολουθεί, δεν μπορεί να έχει ένα ισχυρό επιστημονικό περιεχόμενο, αν αυτό το έχει στερηθεί κανείς στις βασικές του γνώσεις τις οποίες έπρεπε να αποκτήσει τα πρώτα χρόνια των σπουδών. Αυτό είναι το σχήμα των τριών κύκλων. Την πολιτική αυτή η Ε.Ε. την επιβάλλει μέσω της στοχευμένης χρηματοδότησης και των ρυθμίσεων στα ζητήματα της εργασίας, αφού η παιδεία παραμένει τυπικά θέμα εθνικής πολιτικής. Δημιουργήθηκαν, λοιπόν, προγράμματα με σημαντική χρηματοδότηση για να υιοθετήσουν, να αναγκαστούν να υιοθετήσουν αυτούς τους κανόνες όλα τα πανεπιστήμια και ιδιαίτερα του Νότου. Θέλουμε μέχρι το 2010, έλεγαν από το ’99 και μετά, να διαμορφώσουμε μια ενιαία μεταλυκειακή εκπαίδευση σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο με κοινές προδιαγραφές (εξ ου κινητικότητα, απασχολησιμότητα κλπ) και για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να εντάξουμε σε αυτόν τον ενιαίο χώρο της μεταλυκειακής εκπαίδευσης, όλες τις δομές εκπαίδευσης, τυπικές, άτυπες, επαγγελματική κατάρτιση κλπ. Και πώς θα γίνει όλο αυτό; Επιβάλλοντας το σύστημα τυποποίησης όλων των μορφών σπουδών και γνώσης, με την υιοθέτηση των πιστωτικών μονάδων και ένα σύστημα αξιολόγησης και πιστοποίησης αυτών των «πακέτων», που πια σαν εμπορεύματα μπορούν οι φοιτητές να τα διεκδικούν και μετά, με αυτά ως εφόδια, να απευθύνονται στην αγορά εργασίας. Όμως, με αυτά τα κέντρα πιστοποίησης και τυποποίησης -που εδώ το αντίστοιχο είναι, όπως θα έχετε ακούσει, η Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.), που ελέγχει τα πάντα – μπαίνει ένας ισχυρός κανόνας για το πώς θα δομηθεί από εκεί και πέρα η πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Επειδή, όμως, και αυτά ακόμη δεν ήταν επαρκή, καθιερώνεται το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων, και η κάθε χώρα υποχρεώνεται να έχει το αντίστοιχο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, με οκτώ βαθμίδες. Κάθε βαθμίδα έχει αυστηρές προδιαγραφές για το ποιοι δικαιούνται να περάσουν από αυτή για να βγουν στην αγορά εργασίας. Μια μηχανή του κιμά περίπου, για να μπαίνουν εξατομικευμένα πλέον αυτοί που έχουν κάποια «πιστοποιημένα» εφόδια και στη συνέχεια να οδηγουντα,ι επίσης εξατομικευμένα, στην άσκηση επαγγέλματος. Χωρίς το πτυχίο που μπορεί να αποτελεί ένα πλαίσιο συλλογικής διεκδίκησης – στάσης κατά την αναζήτηση εργασίας και χωρίς τελικά οι νέοι εργαζόμενοι να έχουν επιστημονικά εφόδια που αντέχουν στο χρόνο. Εφόδια τα οποία να τους επιτρέπουν ως εργαζόμενοι και ως πολίτες, να αντιλαμβάνονται καλύτερα τους όρους της παραγωγής, της τεχνολογίας και τις λειτουργίες της κοινωνίας στην οποία ζουν.
Ο στόχος της «απασχολησιμότητας» για την εκπαίδευση των νέων επιβάλλει ένα διαφορετικό ρόλο και στην παιδεία και στο Σχολείο. Μέσα σε μια απίστευτης έκτασης προπαγάνδα για την «κοινωνία της γνώσης», θεσμοθετούν και επιθετικά επιβάλλουν την ημιμάθεια της απόκτησης «δεξιοτήτων». Πρόκειται για ένα επιχειρησιακό σχέδιο γενικευμένης υποβάθμισης των γνωστικών εφοδίων των νέων, προσαρμοσμένο στις συνθήκες του εργασιακού μεσαίωνα που έχει επιβληθεί από το μεγάλο κεφάλαιο.
Η αντιδραστική αναδιάρθρωση στην Ελλάδα — πρώτη περίοδος
Αυτές οι «μεταρρυθμίσεις» αντιμετώπισαν ισχυρές αντιδράσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, επιβλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, μάλλον γρήγορα, και τώρα επιχειρούν να «συμμαζέψουν» τις ζημίες.
Ειδικά στην χώρα μας, επειδή το πανεπιστημιακό σύστημα έχει μια σχετικά πρόσφατη κινηματική ιστορία, δυναμική ιστορία – οι κατακτήσεις της ακαδημαϊκής λειτουργίας είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα ριζοσπαστικών κινημάτων που αναπτύχθηκαν στην μεταπολίτευση – παρουσίασε ισχυρές αντιστάσεις σε αυτές τις σαρωτικές επιθέσεις. Και όπως ξέρετε, τα βήματα με τα οποία επιχειρήθηκε να ενταχθεί το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα σε αυτό το πλαίσιο, ξεκίνησαν από το ΠΑ.ΣΟ.Κ (θα θυμάστε το υπουργό Π. Ευθυμίου) και συνάντησαν ισχυρές αντιδράσεις. Ακολούθησε πιο «αποφασιστικά» η Μ. Γιαννάκου, ως υπουργός της Νέας Δημοκρατίας, η οποία, απειλώντας, κούναγε το δάχτυλο και έλεγε: «προσέξτε, αν δεν δεχτείτε αυτές τις μεταρρυθμίσεις, από το 2010 και μετά τα πτυχία σας δεν θα έχουν καμία αξία πλέον».
Επειδή υπήρχε και το ζητούμενο της «απελευθέρωσης της αγοράς υπηρεσιών εκπαίδευσης», έπρεπε να προωθηθούν οι κανόνες της ιδιωτικοποίησης και της εμπορευματοποίησης. Για αυτό προσπάθησαν να χτυπήσουν τον «πυρήνα». Και ο πυρήνας ήταν η συνταγματική κατοχύρωση της δημόσιας και δωρεάν ανώτατης εκπαίδευσης με το άρθρο 16. Είναι πολύ γνωστά αυτά. Αντισταθήκαμε όλοι μαζί, στηρίχτηκε το κίνημα της παιδείας από την κοινωνία και αυτό δεν πέρασε. Την «παράκαμψη» αυτής της αδυναμίας τους κατάφεραν εν μέρει με τη νομιμοποίηση των κολεγίων, σαν πρώτο βήμα, και στη συνέχεια, με την πρόσφατη αναγνώριση πλήρους ισοτιμίας τους με τα δημόσια πανεπιστήμια, που εμφανίστηκε ως μνημονιακός όρος και ψηφίστηκε από την τριμερή κυβέρνηση, με πράξη νομοθετικού περιεχομένου. Μια πράξη που ισοπεδώνει και υποβαθμίζει τα τετραετούς και πενταετούς διάρκειας πτυχία των δημόσιων πανεπιστημίων. Εια την εκχώρηση αυτή ασκήθηκαν ισχυρότατες πιέσεις τόσο από τις πρεσβείες των χωρών που διαθέτουν κολέγια ή παραρτήματα πανεπιστημίων τους στη χώρα μας, όσο και από ομάδες εγχώριων επιχειρηματιών.
Η μνημονιακή πολιτική
Όλα αυτά όμως θεωρήθηκαν «άτολμες μεταρρυθμίσεις» και γι” αυτό, με την επόμενη άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, στο πλαίσιο των μνημονίων της γενικής κατεδάφισης και εκποίησης, Γ. Παπανδρέου και Α. Διαμαντοπούλου «τόλμησαν». Νομοθέτησαν την «αλλαγή του DNA της ανώτατης εκπαίδευσης»!
Παράλληλα με αυτές τις θεσμικές επιθέσεις, ασκείται ο οικονομικός στραγγαλισμός των ιδρυμάτων, που την περίοδο των μνημονίων πήρε δραματικές διαστάσεις. Επίσης, επιβάλλεται η εργασιακή και μισθολογική υποβάθμιση διδασκόντων και διοικητικού προσωπικού και η δραματική μείωση του με την κατάργηση νέων προσλήψεων και το μη διορισμό εκλεγμένων μελών ΔΕΠ, την ουσιαστική κατάργηση των συμβασιούχων διδασκόντων του ΠΔ 407/80, και τώρα με τη διαθεσιμότητα και τις απολύσεις, αρχίζοντας από το διοικητικό προσωπικό. Με το σχέδιο ΑΘΗΝΑ και την αυθαίρετη κατάργηση/συγχώνευση ιδρυμάτων, σχολών, τμημάτων έγινε το πρώτο βήμα για τη συρρίκνωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά 30% ως μια ακόμη μνημονιακή απαίτηση.
Επίσης, στο πλαίσιο αυτής της μνημονιακής πολιτικής, επιβλήθηκε το «κούρεμα» των αποθεματικών των ιδρυμάτων, για να «συμβάλλουν» μαζί με τα ταμεία και τα νοσοκομεία στο PSI. Στη συνέχεια, επέβαλαν την παράδοση της ακίνητης περιουσίας των ιδρυμάτων στο ΤΑΙΠΕΔ. Η μνημονιακή εξόντωση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης συνεχίστηκε με τη συμμετοχή των ιδρυμάτων στην «ανακεφαλαιοποίηση» των τραπεζών! Έτσι, πρόθυμες διοικήσεις υπακούοντας, σχεδόν χωρίς δημοσιοποίηση, «συνεισέφεραν» ακόμη και με τα κληροδοτήματα τους. Και ορισμένα, ιδιαίτερα στα μεγάλα ιστορικά ιδρύματα, είναι πολύ σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο οικονομικός μαρασμός και η υποβάθμιση των δημόσιων ιδρυμάτων είναι ορατοί στην καθημερινή λειτουργία τους. Η επέκταση των διδάκτρων από τις μεταπτυχιακές και στις προπτυχιακές σπουδές θα φαίνεται πλέον ως «αναγκαία» διέξοδος. Έτσι, με τη συνενοχή-σύμπραξη των διοικήσεων, των πρυτανικών και του Συμβουλίου Ιδρύματος, επιβάλλεται συστηματικά η επόμενη φάση, που θα είναι ένα σχέδιο τύπου ΑΘΗΝΑ, που θα επισφραγίσει την εξαθλίωση και θα ορίσει «ρεαλιστικά» τον νέο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με τη μετάλλαξη της φυσιογνωμίας και του κοινωνικού της ρόλου και με σοβαρή μείωση των φοιτητών αλλά και με νέες μαζικές απολύσεις προσωπικού.
Αν αυτές οι εξελίξεις δεν αποτραπούν, τα «ισότιμα» πλέον κολέγια θα μπορούν να εμφανίζονται «ανταγωνιστικά» απέναντι στα δημόσια πανεπιστήμια, αφού θα τους έχει προσφερθεί απλόχερα «πελατεία» από τους δεκάδες χιλιάδες αποκλεισμένους από το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα.
Αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση
Όμως, για να εδραιωθεί η πλήρης μετάλλαξη του δημόσιου πανεπιστημίου έπρεπε να επιβάλλουν την πειθάρχηση και τη φίμωση των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Για αυτό, με τους νόμους Διαμαντοπούλου και Αρβανιτόπουλου, καταργούν την δημοκρατική αυτοδιοίκηση με τα συλλογικά όργανα και τις δυνατότητες εποπτείας και παρέμβασης και επιβάλλουν μια νέα διοίκηση ολιγομελή, με συμμετοχή παραγόντων εκτός πανεπιστημίου, το Συμβούλιο Ιδρύματος (ΣΙ), αυταρχική και ουσιαστικά ανεξέλεγκτη, που λειτουργεί με πλήρη αδιαφάνεια, όπως συμβαίνει σε μια ανώνυμη εταιρεία.
Συγχρόνως, με τον στραγγαλισμό της δημοκρατίας στα συλλογικά όργανα διοίκησης και την πλήρη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου — βασικό «γονίδιο» του DNA της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης – συντελείται η μεγάλη αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση του δημόσιου πανεπιστημίου. Είναι πλέον συνήθη φαινόμενα η εισβολή των ΜΑΤ, οι εισαγγελικές επεμβάσεις και οι διώξεις μετά από παρέμβαση του υπουργού ή και αυτεπάγγελτα, τα πειθαρχικά, η κλήση των απεργών στη ΓΑΔΑ, η κυκλοφορία αστυνομικών με ή χωρίς στολή μέσα στους χώρους των υπηρεσιών του ΕΚΠΑ (για να «εποπτεύεται» η λειτουργία και να αποκρούονται οι απεργοί διοικητικοί), η ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης, κ.ά.
Οι διαδικασίες μετάλλαξης που προηγήθηκαν
Όμως, πριν από τα μνημόνια, για τη μετάλλαξη — ιδιωτικοποίηση, εμπορευματοποίηση – και την υποβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουν συμβάλλει επιλογές μεγαλύτερης διάρκειας. Ενδεικτικά αναφέρονται:
Η σταδιακή ιδιωτικοποίηση σημαντικών λειτουργιών των ιδρυμάτων (όπως καθαριότητα, φύλαξη, αλλά και μέρος της διοικητικής λειτουργίας, σίτιση φοιτητών, αλλά και στέγαση σε ορισμένες περιπτώσεις), με την παράδοση τους σε εργολάβους, που εφαρμόζουν κανόνες μαύρης στυγνής εκμετάλλευσης στους εργαζομένους που χρησιμοποιούν.
Η μεθοδευμένη κατάργηση της δημόσιας χρηματοδότησης για υποδομές (υπολογιστές, δίκτυα, κτίρια) και εξοπλισμό εκπαιδευτικό και ερευνητικό. Μετά την ουσιαστική κατάργηση των κονδυλίων από τις «δημόσιες επενδύσεις», που αποτελούσαν την κύρια πηγή χρηματοδότησης για υποδομές και εξοπλισμό, τα ιδρύματα οδηγήθηκαν στην ένταξη αυτών των δαπανών σε ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης (ΚΠΣ, ΕΣΠΑ), μετά τη λήξη οποίων δεν υπάρχει πλέον ουσιαστικά κρατική χρηματοδότηση για αυτές τις ανάγκες.
Η απόσπαση, μέσω «πιλοτικών δράσεων» των ευρωπαϊκών προγραμμάτων χρηματοδότησης, από τα πανεπιστήμια και το προσωπικό τους του επιτελικού μέρους βασικών λειτουργιών, όπως είναι τα ηλεκτρονικά δίκτυα (βλ. ΕΔΕΤ Α.Ε. για τη διαχείριση του Εθνικού Δικτύου Έρευνας και Τεχνολογίας και αστική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ», GUnet), αλλά και η «Κοινοπραξία Πανεπιστημιακών Βιβλιοθηκών», φορείς που αντιμετωπίζουν πλέον τα ιδρύματα που εκπροσωπούν ως «πελάτες».
Η «απόσπαση» σημαντικού μέρους της ερευνητικής δραστηριότητας, σε αρκετά ιδρύματα, από τα Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα (ΕΠΓ), που λειτουργούν σαν επιχειρήσεις.
Η διείσδυση μέσα στα ιδρύματα της αγοραίας αντίληψης με την ανταγωνιστικότητα, τη βιωσιμότητα, τον κατατεμαχισμό βασικών ακαδημαϊκών λειτουργιών σε επιμέρους δράσεις και «παραδοτέα πακέτα», τις «υπεργολαβίες». Κάτι που επιβλήθηκε μέσα από τη διεκδίκηση και διαχείριση της σημαντικής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης για την «αναμόρφωση» των προγραμμάτων σπουδών και για τη μαζική ίδρυση μεταπτυχιακών σπουδών τύπου Μπολόνια.
Η εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και η μετάλλαξη των ακαδημαϊκών σχέσεων σε σχέσεις ανταποδοτικές και οικονομικές, μέσα από τη διεκδίκηση και τη διαχείριση της ευρωπαϊκής (μοναδικής σχεδόν πηγής) χρηματοδότησης για την επιστημονική έρευνα. Σχέσεις οι οποίες ανέδειξαν ισχυρές ολιγομελείς ομάδες, που σε διαπλοκή με την εκάστοτε πολιτική εξουσία και τη διοίκηση, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία των ιδρυμάτων.
Η σύμπραξη με ιδιωτικές επιχειρήσεις και η προσαρμογή μεγάλου μέρους της πανεπιστημιακής ερευνητικής δραστηριότητας στις απαιτήσεις των μεγάλων, ευρωπαϊκών κυρίως, επιχειρήσεων. Συνθήκες που επέβαλε η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Μια συνέπεια αυτής της πολιτικής είναι η περιθωριοποίηση των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών και κάθε ερευνητικού πεδίου που δεν είναι «επιλέξιμο» από τους χρηματοδότες.
Αυτό το καταστροφικό επιτελικό σχέδιο εφαρμόζουν, και δεν είναι μόνο μια μνημονιακή υπόθεση, είναι κάτι που με την μνημονιακή πολιτική επιχειρούν να ολοκληρώσουν. Αν δεν ορθώσουμε το ανάστημα μας, σε συντονισμό με τις μαχόμενες δυνάμεις της κοινωνίας, απέναντι σε αυτή την γενικευμένη μετάλλαξη της ανώτατης εκπαίδευσης, απέναντι σε αυτόν τον άκρατο αυταρχισμό που έχει επιβληθεί και στα πανεπιστήμια, τότε, σε λίγο το πανεπιστήμιο που ξέραμε, το δημόσιο δωρεάν πανεπιστήμιο, θα είναι μια ανάμνηση όπως η δημόσια δωρεάν περίθαλψη, η ασφάλιση, το οκτάωρο, τα συλλογικά εργασιακά δικαιώματα.
Το κείμενο του Λ. Απέκη «Από την Μπολόνια στα μνημόνια: οι μηχανισμοί μετάλλαξης της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» είναι η εισήγησή του στην ημερίδα που οργάνωσαν οι Παρεμβάσεις ΔΕ στις 21.12.2013 με θέμα «Από το σχολείο της κρίσης στην παιδεία των κοινωνικών αναγκών», στα πλαίσια της Ενότητας Α΄ Αντιδραστικές αλλαγές στην εκπαίδευση στο φως της καπιταλιστικής κρίσης (αιτίες, στόχοι, πολιτικές ΕΕ — ΟΟΣΑ και εργαλεία εφαρμογής).
Όλες οι εισηγήσεις της ημερίδας είναι συγκεντρωμένες στην μπροσούρα των Παρεμβάσεων ΔΕ που μπορείτε να βρείτε εδώ.
Μπορείτε δείτε τα βίντεο με τις εισηγήσεις και τη συζήτηση που ακολούθησε εδώ.
Λάζαρος Απέκης, ομότιμος καθηγητής Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, πρώην πρόεδρος ΠΟΣΔΕΠ